Το 2013 η Κύπρος μετά από έντονες διαπραγματεύσεις με την ΕΚΤ, το ΔΝΤ και την Κομισιόν οδηγήθηκε στη συνομολόγηση προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής, το οποίο προέβλεπε μεταξύ άλλων χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (EMΣ),μεταδίδει η Deutsche Welle.
Στις 25 Μαρτίου της ίδιας χρονιάς το Eurogroup σε δήλωσή του ανακοίνωσε επισήμως την υπαγωγή της Κύπρου σε καθεστώς μνημονίου καθώς και το ειδικό πρόγραμμα αναδιάρθρωσης των δύο μεγάλων κυπριακών τραπεζών, της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου ΚΥΠΡ +1,37%.
Ως απόρροια των μέτρων αναδιάρθρωσης των συστημικών τραπεζών οι καταθέσεις ιδιωτών άνω των 100.000 ευρώ υπέστησαν σοβαρές απώλειες.
Η πράξη αυτή οδήγησε κάποιους ιδιώτες καταθέτες καθώς και μια κυπριακή διαφημιστική εταιρεία το 2013 να στραφούν, ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της ΕΕ, κατά των επίμαχων διατάξεων του μνημονίου: ζητούσαν την ακύρωση της πράξης του Eurogroup και αξίωναν αποζημίωση από την Κομισιόν και την ΕΚΤ που θα αντιστοιχούσε στην αξία των καταθέσεων που απώλεσαν.
Το 2014 το ίδιο δικαστήριο είχε απορρίψει τις προσφυγές ακύρωσης της κοινής δήλωσης του Eurogroup με το σκεπτικό ότι η χρηματοοικονομική βοήθεια προς την Κύπρο προερχόταν από τον EMΣ, που όμως δεν αποτελεί θεσμικό όργανο της ΕΕ. Συνακόλουθα θεώρησε ότι η δήλωση του Eurogroup που αφορούσε το πρόγραμμα βοήθειας προς την Κύπρο από τον EΣΜ δεν αποτελούσε ουσιαστικά πράξη της Κομισιόν και της ΕΚΤ, οι οποίες, αν και μετείχαν στον ΕΜΣ, δεν είχαν ίδια εξουσία λήψης αποφάσεων.
Αυτή την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου επικύρωσε εκ νέου με τη σημερινή του απόφαση το ΔΕΕ, απορρίπτοντας τις αιτήσεις αναίρεσης που κατέθεσαν οι προσφεύγοντας μετά την απόρριψη της πρώτης προσφυγής για ακύρωση της κοινής δήλωσης του Eurogroup.
Το ΔΕΕ είναι αρμόδιο για την εκδίκαση αγωγών από μνημόνια
Ως προς το δεύτερο ζήτημα των αποζημιώσεων που αξιώνουν οι Κύπριοι καταθέτες από την Κομισιόν και την ΕΚΤ, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον η συλλογιστική του ΔΕΕ.
Σε αντίθεση με το 2014, το δικαστήριο του Λουξεμβούργου έκρινε σήμερα ότι μολονότι οι αποφάσεις για τους όρους χρηματοδότησης της Κύπρου απορρέουν πράγματι από τον ΕΜΣ, οι προσφεύγοντες της Κύπρου είχαν ωστόσο κάθε δικαίωμα να αξιώσουν αποζημίωση από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ, την Κομισιόν και την ΕΚΤ, με το σκεπτικό ότι αυτά συμμετέχουν στο πρόγραμμα του ΕΜΣ χωρίς παράλληλα να χάνουν τις υποχρεώσεις που έχουν απέναντι στα κράτη - μέλη βάσει των θεμελιωδών Συνθηκών της ΕΕ.
Έτσι, το ΔΕΕ σήμερα απεφάνθη ότι έχει την αρμοδιότητα να αποφαίνεται το ίδιο επί αντίστοιχων αγωγών αποζημίωσης. Βέβαια προχωρώντας στη συνέχεια στην αξιολόγηση των συγκεκριμένων αξιώσεων αποζημίωσης των Κυπρίων καταθετών κατέληξε στο συμπέρασμα ότι αυτές είναι απορριπτέες, δεδομένου ότι η υπογραφή του κυπριακού μνημονίου ανταποκρινόταν «στο σκοπό γενικού συμφέροντος που επιδιώκει η ΕΕ».
Ως τέτοιον το ΔΕΕ θεωρεί την «διασφάλιση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος της ζώνης του ευρώ». Επίσης το ευρωπαϊκό δικαστήριο έκρινε ότι στην περίπτωση του κουρέματος των κυπριακών καταθέσεων τα μέτρα που ελήφθησαν «δεν συνιστούν υπέρμετρη και απαράδεκτη παρέμβαση στην ουσία του δικαιώματος ιδιοκτησίας των καταθετών» (βάσει του άρθρου 17§1 του Χάρτη Θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Τα μνημόνια πρέπει να είναι σύμφωνα με τα θεμελιώδη δικαιώματα
Εκτός όμως από την εκδίκαση της συγκεκριμένης υπόθεσης, η σημερινή απόφαση του ΔΕΕ είναι σημαντική και για έναν ακόμη λόγο.
Για πρώτη φορά αναφέρεται ρητά σε ευρωπαϊκή δικαστική απόφαση ότι τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα και ειδικότερα η Κομισιόν δεσμεύονται από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ ακόμη κι όταν ενεργούν στο πλαίσιο των μνημονιακών προγραμμάτων του ΕΜΣ, που είναι εξωθεσμικό όργανο.
H απόφαση μάλιστα προχωρά και ένα βήμα παραπέρα επισημαίνοντας ότι η Κομισιόν ακόμη και σε αυτή την περίπτωση υποχρεούται «να διασφαλίσει ότι ένα τέτοιο μνημόνιο είναι σύμφωνο με τα θεμελιώδη δικαιώματα που κατοχυρώνονται από τον Χάρτη».
Σε μια πρώτη αντίδραση αναφορικά με αυτό το σημείο ο ευρωβουλευτής των Πρασίνων Σβεν Γκίγκολντ ανέφερε:
«Η σημερινή απόφαση είναι σταθμός για την προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Οι δικαστές ανοίγουν την πόρτα στην άσκηση αγωγών αποζημίωσης κατά των μέτρων λιτότητας σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Κύπρος, στην περίπτωση που θίγονται ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. (...) Aπό τη μεριά μας θα στηρίξουμε όσους πολίτες θέλουν να ασκήσουν αντίστοιχες προσφυγές».