Ανάπτυξη της τάξης του 8,3% πέτυχε η ελληνική οικονομία κατά τη διάρκεια του 2021, καταφέρνοντας να ανακάμψει δυναμικά από την ύφεση ρεκόρ (-9%) του 2020.
Πιο συγκεκριμένα: σύμφωνα με την πρώτη εκτίμηση της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ)
- Το ΑΕΠ σε όρους όγκου ανήλθε σε 181 δισ. ευρώ έναντι 167,1 δισ. ευρώ το 2020, κάτι που μεταφράζεται σε αύξηση κατά 8,3%.
- Σε τρέχουσες τιμές, το ΑΕΠ καθορίστηκε σε 182,8 δισ. ευρώ έναντι 165,3 δισ. ευρώ το προηγούμενο έτος, καταγράφοντας άνοδο κατά 10,6%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι περισσότεροι οργανισμοί ανέμεναν ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 8,5%.
Όσον αφορά τα στοιχεία του δ’ τριμήνου:
- Με βάση τα εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το ΑΕΠ σε όρους όγκου παρουσίασε αύξηση κατά 0,4% σε σχέση με το γ’ τρίμηνο του 2021 και κατά 7,7% σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2020.
- Με βάση τα μη εποχικά διορθωμένα στοιχεία, το ΑΕΠ σε όρους όγκου εμφάνισε άνοδο κατά 7,4% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020.
Οι κυριότερες μεταβολές σε σχέση με το δ’ τρίμηνο του 2020:
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη παρουσίασε αύξηση κατά 8,8%.
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 24,1%.
- Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 24,1%. Οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 4,1%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 63,2%.
- Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 33,2%. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 29,8% και οι εισαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 43,4%.
Οι κυριότερες μεταβολές σε σχέση με το γ’ τρίμηνο του 2021:
- Η συνολική τελική καταναλωτική δαπάνη αυξήθηκε κατά 1,9%.
- Οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αυξήθηκαν κατά 1,8%.
- Oι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 7,3%. Οι εξαγωγές αγαθών μειώθηκαν κατά 0,3%, ενώ οι εξαγωγές υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 9,5%.
- Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσίασαν αύξηση κατά 5,8%. Οι εισαγωγές αγαθών αυξήθηκαν κατά 10,4%, ενώ οι εισαγωγές υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 6,0%.
«Ξεκλειδώνουν» τα μέτρα στήριξης ( ; )
Τα παραπάνω στοιχεία ενδεχομένως ισοδυναμούν με «χείρα βοηθείας» προς την ελληνική οικονομία, η οποία καλείται να ξεπεράσει τον σκόπελο του πληθωρισμού και της ενεργειακής κρίσης -δύο προβλήματα που έχουν επιδεινωθεί σημαντικά εξαιτίας του ρωσο-ουκρανικού πολέμου.
Οποιοσδήποτε δημοσιονομικός χώρος απομείνει ελεύθερος, λόγω της μεγαλύτερης ανάκαμψης, θα μπορούσε να «πέσει» στη μάχη του ενεργειακού κόστους, ξεκλειδώνοντας το επίδομα κατά της ακρίβειας.
Όπως σημείωσε την Πέμπτη ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, «θα υπάρχουν εξαγγελίες, εντός του Μαρτίου όταν θα ξέρουμε πόσο δημοσιονομικό χώρο μπορούμε να δημιουργήσουμε. Θα πρόκειται για μία έκτακτη ενίσχυση, μία, να το πούμε, επιταγή ακρίβειας, ένας τρόπος αντιμετώπισης, ένα έκτακτο βοήθημα για να αντιμετωπίσουμε την ακρίβεια αυτόν τον καιρό».
Η κυβέρνηση, σύμφωνα με πληροφορίες, προσανατολίζεται προς το παρόν σε ανάλογο επίδομα, όπως αυτό των Χριστουγέννων, της τάξεως των 250-300 ευρώ, το οποίο θα δοθεί με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια σε συνταξιούχους αλλά δικαιούχους του κοινωνικού επιδόματος.
Πλέον όμως κι από την κυβέρνηση αναγνωρίζουν ότι αυτή η επιταγή ακρίβειας αποτελεί ένα τίποτα μπροστά στον κυκεώνα του ενεργειακού κόστους αλλά και των ανατιμήσεων σε προϊόντα, καθώς οι συνέπειες από την κρίση στην Ουκρανία δεν έχουν αποτυπωθεί ακόμη εξ ολοκλήρου στη πραγματική οικονομία.
Η κυβέρνηση, γι’ αυτό τον λόγο, στρέφεται πλέον και προς την Ευρωπαϊκή Ένωση, αναμένοντας την έγκριση ενός πακέτου βοήθειας από τις Βρυξέλλες μέσω του οποίου θα μπορέσουν να ενισχυθούν σημαντικά νοικοκυριά και επιχειρήσεις.