Στην ελληνική οικονομία και στα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίσει, λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού, αναφέρεται με σημερινό άρθρο του το Economist, εστιάζοντας κυρίως στην εξάρτηση της ελληνικής οικονομίας από τον κλάδο του τουρισμού.
Το άρθρο κάνει ανασκόπηση στην πορεία της οικονομίας από τις εκλογές του Ιουλίου του 2019 μέχρι σήμερα. Παίρνει τη σκυτάλη από τη προβολή του Ο.Ο.Σ.Α που φέρνει την ελληνική οικονομία να χάνει μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ από τις υπόλοιπες χώρες του οργανισμού – και δεν βάζει στην ανάλυση του τις θετικές αλλαγές που η πανδημία φέρνει στη ρευστότητα – μόνιμο πρόβλημα της χώρας από την κρίση έως σήμερα, αναφέρει το protothema..
Στο άρθρο επισημαίνεται ότι το 2020 ξεκίνησε για την οικονομία της χώρας μας με τους καλύτερους οιωνούς και έδειχνε να γυρίζει σελίδα, αλλά η μεγάλη σημασία του τουρισμού που είναι το μεγάλο θύμα της κρίσης, η οικονομία θα έχει μεγαλύτερη ζημιά από των υπολοίπων κρατών μελών της ευρωζώνης.
«Στην αρχή του τρέχοντος έτους φάνηκε πως η Ελλάδα μπορεί να έχει γυρίσει σελίδα.
Μετά από μια ύφεση που διήρκεσε περισσότερο από την Μεγάλη Ύφεση της Αμερικής, η οικονομία αναπτυσσόταν ξανά. Η κεφαλαιοποίηση της αγοράς στο Χρηματιστήριο Αθηνών αυξήθηκε κατά 47% το 2019, η πιο μεγάλη αύξηση στον κόσμο.
Ο τουρισμός παρουσίασε άνοδο, οι καταναλωτές δαπανούσαν και οι ελληνικές τράπεζες είχαν ξεκινήσει να μειώνουν την έκθεσή τους σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η επιχειρηματική εμπιστοσύνη στις αρχές του τρέχοντος έτους βρισκόταν σε υψηλό επίπεδο, ενισχυμένη από την εκλογή, τον περασμένο Ιούλιο, του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενός συντηρητικού πρωθυπουργού, γνώστη των επιχειρήσεων, ο οποίος υποσχέθηκε να απομακρύνει τα προσκόμματα από τις επιχειρήσεις.
Ο πρώην τραπεζίτης, με εκπαίδευση από το Χάρβαρντ ξεκίνησε καλά. Εξάλειψε την γραφειοκρατία στην Ελλάδα για να διευκολύνει την ένερξη μίας νέας επιχείρησης. Έκανε μεταρρυθμίσεις στην εργατική νομοθεσία, περιορίζοντας το κόστος απολύσεων.
Μείωσε τους φόρους επιχειρήσειων από 28% σε 24%. Τον περασμένο Σεπτέμβριο έκανε άρση των περιορισμών στους κεφαλαιακούς ελέγχους σε ιδιώτες και επιχειρήσεις. Τον Νοέμβριο υπέγραψε επένδυση ύψους 600 εκατομμυρίων ευρώ με την COSCO στον Πειραιά, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας. Αυτή η χαρούμενη διάθεση μοιάζει με την αρχαία ιστορία.
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μερικές από τις σοβαρότερες κρίσεις από οποιαδήποτε άλλη οικονομία της ζώνης του ευρώ, λέει το Jakob Suwalski of Scope, ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, ο οποίος προβλέπει από 7% έως 18% του ΑΕΠ φέτος. Καμία χώρα στην ευρωζώνη, εκτός της Κύπρου, δεν εξαρτάται περισσότερο από τον τουρισμό, όσο η Ελλάδα, και ο τουρισμός έχει ουσιαστικά σταματήσει να υπάρχει.
Ο τουριστικός κλάδος αντιπροσώπευε το ήμισυ της οικονομικής ανάπτυξης το 2018, περισσότερο από το 20% του ΑΕΠ (90% σε ορισμένες περιοχές του νότιου Αιγαίου) και το ένα τέταρτο των θέσεων εργασίας της χώρας. Τώρα οι τουρίστες έχουν σταματήσει να έρχονται. Στις 19 Μαρτίου η κυβέρνηση υποχρέωσε τα ξενοδοχεία σε ολόκληρη την Ελλάδα να κλείσουν από τις 23 Μαρτίου έως τις 30 Απριλίου, ημερομηνία που σίγουρα θα επεκταθεί.
Το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο Ελλάδος εκτιμά ότι η απώλεια κερδών από της ακυρώσεις έχει ήδη ξεπεράσει μισό δισεκατομμύριο ευρώ. Στα μέσα Μαρτίου η Ελληνική Κυβέρνηση περιόρισε τις δημόσιες συγκεντρώσεις άνω των δέκα ατόμων.
Απαγόρευσε επίσης αφίξεις πολιτών εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ταξίδια προς και από την Αλβανία, την Ιταλία, τη Βόρεια Μακεδονία και την Ισπανία. Έκλεισε όλες τις επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου, εκτός των σούπερ μάρκετ, των φαρμακείων, των πρατηρίων καυσίμων, των καταστημάτων ζωοτροφών, των εταιρειών παροχής τροφίμων, των παντοπωλείων, των αρτοσκευασμάτων, των περίπτερο και των τραπεζών. Η Ελλάδα είναι κράτος μιρκομεσαίων επιχειρήσεων, οι περισσότερες από τις οποίες δεν διαθέτουν επαρκείς πόρους για να αντιμετωπίσουν δύσκολους καιρούς.
Στις 23 Μαρτίου, η κυβέρνηση έβαλε αυστηρότερους περιορισμούς με την επιβολή εθνικού αποκλεισμού. Εκτός από την επείγουσα οικονομική ενίσχυση ύψους 10 δισ. ευρώ, ο κ. Μητσοτάκης επιμένει ότι η χώρα έχει «περισσότερα όπλα» για την προστασία της οικονομίας, αφού ομόλογα περίπου 12 δισ. ευρώ κρίθηκαν επιλέξιμα και συμπεριλαμβάνονται στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων ύψους 750 δισ. Ευρώ που εξήγγειλε Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Αυτό θα βοηθήσει να μειωθεί το ασφάλιστρο κινδύνου για το χρέος της Ελληνικής Κυβέρνησης. Είναι επίσης ίσως ένα μήνυμα ότι η ΕΕ είναι διατεθειμένη να πιστέψει στην ανάκαμψη της Ελλάδας – μόλις ξεπεραστεί η κρίση της πανδημίας».