Η φθινοπωρινή ισημερία πέρασε και η Ευρώπη ετοιμάζεται για έναν εξαντλητικό χειμώνα.
Όπως αναφέρει σε εκτενή ανάλυσή του ο Economist, οι μονάδες εντατικής θεραπείας και τα νοσοκομειακά κρεβάτια γεμίζουν στη Μαδρίτη και τη Μασσαλία -μια πόλη που πριν από λίγους μήνες πίστευε ότι είχε εξαλείψει τον κοροναϊό. Οι κυβερνήσεις εφαρμόζουν νέους περιορισμούς, μερικές φορές επιστρέφοντας στα μέτρα που είχαν πάρει πριν από λίγους μήνες. Η υπαίθρια ζωή του καλοκαιριού επιστρέφει στους εσωτερικούς χώρους. Η συζήτηση για ένα δεύτερο κύμα κυριαρχεί παντού.
Στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, οι ΗΠΑ είδαν τον αριθμό των νεκρών να σπάει το φράγμα των 200.000. Η Ινδία, η οποία καταγράφει πάνω από μισό εκατομμύριο νέα κρούσματα εβδομαδιαίως εδώ και τέσσερις εβδομάδες, σύντομα θα πάρει τα ηνία από τις ΗΠΑ ως η χώρα με τα περισσότερα κρούσματα παγκοσμίως.
Στο πλαίσιο αυτό, ο πλανήτης ετοιμάζεται να δει τον εκατομμυριοστό επίσημα καταγεγραμμένο θάνατο από το Covid-19 πριν από τις αρχές Οκτωβρίου. Ο απολογισμός αυτός υπερβαίνει κατά πολύ τις 620.000 νεκρούς από ελονοσία, τις 794.000 αυτοκτονίες και τα 954.000 θύματα του Aids/Hiv που κατέγραψε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) το 2017.
Σύμφωνα με τον Economist, οι θάνατοι αυτοί αντιπροσωπεύουν λίγο περισσότερο από το 3% των καταγεγραμμένων κρουσμάτων Covid-19, που ανέρχονται σε πάνω από 32 εκατομμύρια. Αυτός ο υπολογισμός είναι αρκετά υποτιμημένος σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό των ανθρώπων που έχουν μολυνθεί από κοροναϊό. Πολλοί από τους μολυσμένους δεν αρρωσταίνουν, ενώ αρκετοί δεν πηγαίνουν σε κάποιο σύστημα υγείας, επομένως δεν καταγράφονται.
Κοντά στο όριο του 10% οι μολύνσεις
Οι αβεβαιότητες στις εκτιμήσεις είναι μεγάλες και γίνονται ακόμη μεγαλύτερες όσο περνάει ο καιρός, ωστόσο υπολογίζεται ότι κάπου μεταξύ 500 και 730 εκατομμυρίων ανθρώπων παγκοσμίως έχουν μολυνθεί – από 6,4% έως 9,3% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο ΠΟΥ έχει θέσει ένα ανώτατο όριο στο 10% του παγκόσμιου πληθυσμού.
Εάν η διασπορά της ασθένειας είναι πολύ πιο μεγάλη από ό,τι νομίζουμε, είναι αναλογικά λιγότερο θανατηφόρα από ό,τι δείχνουν τα επίσημα στατιστικά στοιχεία, που συγκεντρώνονται κυρίως σε πλούσιες χώρες; Σχεδόν σίγουρα.
Ωστόσο, είναι επίσης πιθανό ο αριθμός των θανάτων, όπως και ο αριθμός των κρουσμάτων, να έχει υποεκτιμηθεί αρκετά, επειδή πολλοί άνθρωποι ενδέχεται να έχουν πεθάνει από την ασθένεια χωρίς να έχουν κάνει τεστ που θα πιστοποιούσε ότι ήταν θετικοί στον ιό.
Η υπερβολική δύναμη του πεπρωμένου
Ο Economist συγκέντρωσε τα δεδομένα θνησιμότητας όλων των αιτιών από χώρες που τις καταγράφουν εβδομαδιαία ή μηνιαία, συμπεριλαμβανομένου μεγάλου μέρους της Δυτικής Ευρώπης, χωρών από τη Λατινική Αμερική και αλλού, των Ηνωμένων Πολιτειών, της Ρωσίας και της Νότιας Αφρικής.
Μεταξύ Μαρτίου και Αυγούστου, αυτές οι χώρες κατέγραψαν 580.000 θανάτους από Covid-19, αλλά 900.000 επιπλέον θανάτους. Το πραγματικό ποσοστό του μεριδίου τους στην πανδημία φαίνεται να ήταν 55% μεγαλύτερο από το επίσημο.
Αυτή η ανάλυση δείχνει ότι τα επίσημα στοιχεία της Αμερικής υποτιμούν τον αριθμό των θανάτων κατά 30% ή και περισσότερο (τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων της Αμερικής παρείχαν παρόμοια εκτίμηση).
Αυτό σημαίνει ότι ο πραγματικός αριθμός των θανάτων μέχρι σήμερα είναι πιθανώς πολύ πιο κοντά στους 300.000 από τους 200.000 στις ΗΠΑ. Το νούμερο αυτό αντιστοιχεί περίπου περίπου στο 10% των 2,8 εκατομμυρίων Αμερικανών που πεθαίνουν κάθε χρόνο – ή με άλλα λόγια ο μισός αριθμός των ανθρώπων που υποκύπτουν στον καρκίνο.
Και έχουμε πολύ δρόμο ακόμη μπροστά μας μέχρι να φύγει το 2020, επισημαίνει ο Economist.
Προσθέστε σε αυτή την ούτως ή άλλως υπερβολική θνησιμότητα τους θανάτους που δεν έχουν αναφερθεί σε χώρες όπου η τήρηση αρχείων δεν είναι αρκετά καλή ώστε να επιτρέψει τέτοιες εκτιμήσεις, και ο πραγματικός αριθμός θανάτων από την πανδημία μπορεί να φτάνει ακόμη και τα 2 εκατομμύρια.