«Συνετές δημοσιονομικές πολιτικές» το 2024 και σταδιακή κατάργηση των μέτρων ενεργειακής στήριξης, συστήνει για τις χώρες της ευρωζώνης η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου.
Ο Επίτροπος Οικονομίας, Πάολο Τζεντιλόνι, τόνισε ότι οι χώρες της ευρωζώνης καλούνται να υιοθετήσουν το 2024 συντονισμένες συνετές δημοσιονομικές πολιτικές, ξεκινώντας από τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων ενεργειακής στήριξης. «Αυτό είναι το κλειδί τόσο για την ενίσχυση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών όσο και για την αποφυγή της τροφοδότησης των πληθωριστικών πιέσεων - και έτσι να βοηθήσουμε τα νοικοκυριά να ανακτήσουν την αγοραστική τους δύναμη», ανέφερε ο Ιταλός Επίτροπος, σημειώνοντας ωστόσο ότι οι κυβερνήσεις δεν πρέπει να εφησυχάσουν, όσο οι γεωπολιτικές εντάσεις επισκιάζουν με αβεβαιότητα τις οικονομικές προοπτικές.
Παράλληλα, οι χώρες της ευρωζώνης καλούνται να εξασφαλίσουν υψηλά και διαρκή επίπεδα επενδύσεων, δημόσιων και ιδιωτικών. Όπως υπενθύμισε ο Π. Τζεντιλόνι, η Επιτροπή υπολογίζει σε 650 δισ. ευρώ τις ετήσιες πρόσθετες επενδυτικές ανάγκες μέχρι το 2030 για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Πρέπει λοιπόν να επιταχυνθεί η υλοποίηση των προγραμμάτων του Μέσου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF) και της Πολιτικής Συνοχής. Ο Π. Τζεντιλόνι, πρόσθεσε ότι οι ιδιωτικές επενδύσεις είναι ξεκάθαρα ο κύριος μοχλός της μετάβασης αυτής και τα κράτη-μέλη θα πρέπει να άρουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη ιδιωτικών κεφαλαίων στην ΕΕ, διασφαλίζοντας ότι οι κρατικές ενισχύσεις παραμένουν στοχευμένες και δεν στρεβλώνουν τους ίσους όρους ανταγωνισμού στην ενιαία αγορά.
Σε ό,τι αφορά την αγορά εργασίας, οι χώρες της ευρωζώνης καλούνται να υποστηρίξουν τις μισθολογικές εξελίξεις που μετριάζουν την απώλεια αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων, λαμβάνοντας υπόψη τη δυναμική της ανταγωνιστικότητας. Όπως εξήγησε ο Επίτροπος Οικονομίας, «η αύξηση των μισθών δεν συμβαδίζει με τον πληθωρισμό και αυτό έχει επηρεάσει περισσότερο από όλα τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα».
Η Επιτροπή αξιολόγησε τη συνοχή των σχεδίων προϋπολογισμού για το 2024 των χωρών της ΕΕ, με βάση τις δημοσιονομικές συστάσεις του Συμβουλίου του Ιουλίου 2023.
Συνολικά, η Επιτροπή αξιολογεί ότι τα σχέδια προϋπολογισμού της Ελλάδας, της Κύπρου, της Εσθονίας, της Ισπανίας, της Ιρλανδίας, της Σλοβενίας και της Λιθουανίας «είναι σύμφωνα με τις δημοσιονομικές συστάσεις του Συμβουλίου». Τα σχέδια προϋπολογισμού της Αυστρίας, της Γερμανίας, της Ιταλίας, του Λουξεμβούργου, της Λετονίας, της Μάλτας, της Ολλανδίας, της Πορτογαλίας και της Σλοβακίας «δεν ευθυγραμμίζονται πλήρως με τις συστάσεις του Συμβουλίου», ενώ σχέδια προϋπολογισμού του Βελγίου, της Φινλανδίας, της Γαλλίας και της Κροατίας «κινδυνεύουν να μην ευθυγραμμιστούν με τις συστάσεις του Συμβουλίου».
Ο συντονισμός της οικονομικής πολιτικής του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου για το 2024, βασίζεται στις πρόσφατες φθινοπωρινές οικονομικές προβλέψεις της Επιτροπής, οι οποίες έδειξαν ότι η οικονομία της ΕΕ εξακολουθεί να είναι ανθεκτική έναντι των πολλαπλών κραδασμών που υπέστησαν τα τελευταία χρόνια, αλλά ότι έχασε τη δυναμική της ανάπτυξης το 2023 σε ένα πλαίσιο υψηλού πληθωρισμού και αυστηρότερων χρηματοδοτικών συνθηκών, ενώ μόνο μια «μέτρια» ανοδική πορεία αναμένεται το 2024.
Σε γενικές γραμμές, η Επιτροπή καθορίζει τις βασικές προτεραιότητες για το 2024 με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ. Η Ένωση πρέπει να αντιμετωπίσει μια σειρά από σημαντικές διαρθρωτικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της χαμηλής παραγωγικότητας, της πράσινης και ψηφιακής μετάβασης και της γήρανσης του πληθυσμού. Για να αντιμετωπιστούν αυτές οι προκλήσεις, η Επιτροπή συστήνει την άρση των εμποδίων στις ιδιωτικές και δημόσιες επενδύσεις, την υποστήριξη ενός ευνοϊκού επιχειρηματικού περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της ανάπτυξης των δεξιοτήτων που απαιτούνται για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Από την άποψη αυτή, είναι αναγκαία η εφαρμογή των σχεδίων ανάκαμψης και ανθεκτικότητας και των προγραμμάτων πολιτικής συνοχής.
Επιπλέον, η Επιτροπή επισημαίνει ότι το 2024, η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης πρόκειται να απενεργοποιηθεί. Γι' αυτό τονίζει ότι η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να υποστηρίζει τη νομισματική πολιτική για τη μείωση του πληθωρισμού και τη διασφάλιση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, παρέχοντας παράλληλα επαρκή χώρο για πρόσθετες επενδύσεις και υποστηρίζοντας τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη.
Τέλος, σε ό,τι αφορά την Έκθεση Μηχανισμού Προειδοποίησης (AMR) που εντοπίζει πιθανές μακροοικονομικές ανισορροπίες στα κράτη-μέλη, η Επιτροπή κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Κύπρος, η Γερμανία, η Ελλάδα, η Γαλλία, η Ουγγαρία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Πορτογαλία, η Ρουμανία, η Ισπανία και η Σουηδία αντιμετώπιζαν ανισορροπίες ή υπερβολικές ανισορροπίες. Ως αποτέλεσμα, θα προετοιμαστούν και πάλι σε βάθος ανασκοπήσεις για αυτές τις χώρες κατά τον κύκλο 2023-2024. Όσον αφορά τις εξωτερικές ανισορροπίες, η έκθεση Μηχανισμού Προειδοποίησης καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πολλές χώρες αντιμετωπίζουν την προοπτική μεγαλύτερων εξωτερικών ελλειμμάτων από ό,τι πριν αυξηθούν οι τιμές της ενέργειας. Αυτό οφείλεται στην υψηλή εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας και στην ανθεκτικότητα της εσωτερικής ζήτησης που συνδέεται με χαλαρή δημοσιονομική πολιτική.