Ο Οκτώβριος αναδεικνύεται σε κρίσιμο μήνα για τις πολιτικές μας εξελίξεις. Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, στις οποίες και τα τρία συστημικά κόμματα πέρασαν κάτω από τον πήχη που οι ηγεσίες τους είχαν θέσει, οδήγησαν και τα τρία σε περιδίνηση εσωστρέφειας.
Γράφει ο Βασίλης Κοντογιαννόπουλος
Υπαρξιακή κρίση
Ο ΣΥΡΙΖΑ βρίσκεται αντιμέτωπος με υπαρξιακή κρίση ηγεσίας αλλά και πολιτικής ταυτότητας. Οδεύει προς έκτακτο συνέδριο και εκλογή ηγεσίας μέσα σε συνθήκες ακραίας πόλωσης και τοξικότητας. Η πορεία προς αποσύνθεση και διάλυση είναι μη αναστρέψιμη. Αφετηρία των διαλυτικών φαινομένων που επικρατούν είναι η ανάδειξη στην ηγεσία ενός αριστερού συνοθυλεύματος που αυτοπροσδιορίζεται ως “ριζοσπαστική αριστερά”, ενός αμερικανοτραφούς πολιτικού τουρίστα, άσχετου με την πολιτική, την ελληνική πολιτική πραγματικότητα και προπαντός με την Αριστερά. Αποδεικνύεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν ένα συγκυριακό πολιτικό σύμπτωμα της τυφλής οργής της κοινωνίας, ως συνέπεια της χρεοκοπίας και του επικοινωνιακού χαρίσματος του Αλέξη Τσίπρα.
Πολιτικός πολιτισμός
Το ΠΑΣΟΚ, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ ολοκλήρωσε τη διαδικασία εκλογής νέας ηγεσίας, μετά την αμφισβήτηση του Ν. Ανδρουλάκη, μέσα σε συνθήκες πολιτικού πολιτισμού και θεσμικότητας. Κι αυτό του το πιστώνει δημοσκοπικά η κοινή γνώμη.
Η εσωκομματική αναμέτρηση ανέδειξε εκ νέου νικητή τον Ν. Ανδρουλάκη, η ηγετικότητα του οποίου αμφισβητήθηκε έντονα από τους πέντε συνυποψηφίους του, αλλά και το 70% των τριακοσίων χιλιάδων μελών και φίλων που ψήφισαν την πρώτη Κυριακή. Τη δεύτερη Κυριακή, το 60% των διακοσίων χιλιάδων που ξαναψήφισαν έκρινε, μεταξύ των δύο “φιναλίστ”, το “μη χείρον βέλτιστον”.
Οι εσωκομματικές εκλογές επιβεβαίωσαν ότι το ΠΑΣΟΚ παραμένει κόμμα των μηχανισμών τους οποίους γνωρίζει να χειρίζεται ο Ν. Ανδρουλάκης, αφού είναι γνήσιο προϊόν τους. Αυτό προκύπτει και από τη μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις επιλογές μεταξύ των υποψηφίων στα μεγάλα αστικά κέντρα και την επαρχία, όπου οι μηχανισμοί διατηρούν την ισχύ τους. Συνέπεια του δυισμού αυτού είναι το παράδοξο ο ηττημένος Π. Γερουλάνος να θεωρείται ως ο πράγματι κερδισμένος, εγγράφοντας υποθήκη για το μέλλον. Κατά τη γνώμη μου, χάθηκε η ευκαιρία του ΠΑΣΟΚ, για την οποία έκανε λόγο ο Κ. Σημίτης. Να ανταποκριθεί στις ανάγκες και απαιτήσεις της κοινωνίας και της νέας εποχής.
Στον Ν. Ανδρουλάκη προσφέρεται μια δεύτερη ευκαιρία. Για να την αξιοποιήσει πρέπει να απαλλαγεί από το σύνδρομο ανασφάλειας που χαρακτήριζε την πρώτη του θητεία. Η ανασφάλεια είναι αυτή που τον οδήγησε στον συγκεντρωτικό τρόπο άσκησης εξουσίας καθώς και τον εγκλωβισμό του στα αντιδεξιά και αντιμητσοτακικά ανακλαστικά που ανταποκρινόταν στα σύνδρομα του βαθέως ΠΑΣΟΚ. Για να επιτύχει το ΠΑΣΟΚ να αναδειχθεί σε εναλλακτική λύση διακυβέρνησης η ηγεσία του οφείλει να διαμορφώσει μια σύγχρονη σοσιαλδημοκρατική πρόταση που να απαντάει στα σημερινά αιτήματα της κοινωνίας. Από αυτό θα κριθεί αν το πρόβλημα ηγεσίας λύθηκε ή πήρε αναβολή.
Όψιμες ανησυχίες
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες η χώρα πορεύεται εδώ και τέσσερις μήνες ουσιαστικά χωρίς Αντιπολίτευση. Αποτελεί πρωτοφανές φαινόμενο, όχι μόνο στα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης αλλά και διεθνώς. Η απουσία Αντιπολίτευσης προκαλεί συνθήκες αποσυσπείρωσης στο εσωτερικό της ΝΔ. Μια ολιγομελής ομάδα βουλευτών, δυσαρεστημένοι από τη μη “αξιοποίησή” τους σε υπουργικούς θώκους και σε συντονισμό με τους δύο εν αποστρατεία Πρωθυπουργούς επιχειρούν να μεταμφιέσουν τη δυσαρέσκειά τους σε όψιμη ανησυχία για τη δήθεν απώλεια του φιλολαϊκού προφίλ της κυβερνητικής πολιτικής και την απομάκρυνσή της από τις “ρίζες της παράταξης”. Πριν ένα χρόνο, στις εθνικές εκλογές του 2023, η ΝΔ του Κυρ. Μητσοτάκη κυριάρχησε σε όλες τις εκλογικές περιφέρειες και τους “λαϊκούς” δήμους από το Κερατσίνι μέχρι την Καισαριανή. Ουδέποτε στην ιστορική της πορεία η ΝΔ είχε σημειώσει παρόμοιες επιδόσεις. Ουδέποτε πολιτικός ηγέτης είχε τόση αβυσσαλέα διαφορά από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
Επωφελούμενοι της δημοσκοπικής πτώσης της ΝΔ, οι δύο πρώην Πρωθυπουργοί της παράταξης επιχειρούν να επανέλθουν στο πολιτικό προσκήνιο με όχημα κοινές “ανησυχίες” για τον κίνδυνο… εθνικών υποχωρήσεων στον ελληνοτουρκικό διάλογο που διεξάγει η Κυβέρνηση Μητσοτάκη. “Ανησυχούν” μήπως τα “ήρεμα νερά”, που για πρώτη φορά έπειτα από πενήντα χρόνια επικρατούν ανάμεσα στις δύο χώρες, με πολλαπλά οφέλη για την Ελλάδα, υποκρύπτουν πρόθεση… εθνικής μειοδοσίας. Θυμίζω ότι ο Κων/νος Καραμανλής, αναφερόμενος στα εθνικά θέματα είχε διακηρύξει ότι “όταν γίνονται αντικείμενο κομματικής αντιπαράθεσης, δηλαδή δημαγωγίας” η Ελλάδα ζημειώνεται. Τι θα έλεγε σήμερα όταν τα εθνικά θέματα χρησιμοποιούνται από τους δύο πρώην για εσωκομματική αντιπαράθεση με στόχο την υπονόμευση του Πρωθυπουργού, την αποσταθεροποίηση της Κυβέρνησης ΝΔ και τον κλονισμό της πολιτικής σταθερότητας που απολαμβάνει σήμερα η Ελλάδα και εξασφαλίζει συνθήκες προόδου και εθνικής ασφάλειας;
Στρατηγικά διλήμματα
Η ανάλυση του αποτελέσματος των ευρωεκλογών κατέδειξε ότι ο κύριος όγκος των απωλειών της ΝΔ δεν ήταν προς τα δεξιά, αλλά προς την αποχή και το κέντρο. Αποτέλεσμα είναι η απώλεια της υπεροχής στον κεντρώο χώρο προς όφελος του ΠΑΣΟΚ. Το ήμισυ των απωλειών της ΝΔ επέλεξαν την αποχή. Δεν μετακινήθηκαν προς άλλο κόμμα. Έβγαλαν προειδοποιητική “κίτρινη κάρτα” προσδοκώντας από τον Κυρ. Μητσοτάκη να προχωρήσει στην υλοποίηση του “πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού” για τον οποίο έχει δεσμευτεί.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η φθορά των ευρωεκλογών είναι αναστρέψιμη. Η απάντηση θέτει στον Κυρ. Μητσοτάκη δύο στρατηγικά διλήμματα. Θα επιλέξει την ιδεολογική περιχαράκωση ή θα συνεχίσει τη διεύρυνση προς τις κεντρώες και εκσυγχρονιστικές δυνάμεις; Θα περιοριστεί στη διαχείριση της δύσκολης πραγματικότητας που έχουν διαμορφώσει η ακρίβεια και η καθημερινότητα ή θα προχωρήσει παράλληλα στον “πολυδιάστατο εκσυγχρονισμό” που θα κάνει την Ελλάδα μία κανονική ευρωπαϊκή χώρα, όπως έχει προεκλογικά δεσμευτεί;
Στην πολιτική πραγματικότητα, όπως έχει διαμορφωθεί μετά τη δεκαετία της κρίσης, έχουν διαραγεί οι παραδοσιακές διαχωριστικές ιδεολογικές γραμμές. Έχει διαμορφωθεί μία κοινωνική πλειοψηφία που προσδιορίζει τη στάση της με κριτήρια την εφαρμοσμένη πολιτική κι όχι τα ευχολόγια, την αποτελεσματικότητα και κυρίως την προσωπικότητα του ηγέτη. Τα ιδεολογικά φράγματα και οι μηχανισμοί που λειτουργούσαν στο παρελθόν ως συγκολλητική ουσία έχουν αποδυναμωθεί. Η κινητικότητα χαρακτηρίζει σήμερα το εκλογικό σώμα. Οι παραδοσιακοί και αμετακίνητοι ψηφοφόροι μειώνονται. Αυξάνονται εκείνοι που επιλέγουν με πολιτικά – κοινωνικά κριτήρια. Ο ιδεολογικός προσανατολισμός της ΝΔ και το μεταρρυθμιστικό D.N.A. που της προσέδωσε ο Κων. Καραμανλής κι εφαρμόζει ο Κυρ. Μητσοτάκης αποτελεί μονόδρομο για να παραμείνει η ΝΔ κόμμα εξουσίας.
Οραματικό πολιτικό σχέδιο
Η Κυβέρνηση, σωστά, έχει θέσει ως προτεραιότητα της τα δύο μείζονα προβλήματα που ταλανίζουν τη μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών: Ακρίβεια και Καθημερινότητα. Ο αγώνας για να τιθασσευθούν η ακρίβεια και η καθημερινότητα θα αποδειχθεί σισύφειος, αν δε συνοδευτεί από βαθιές μεταρρυθμιστικές τομές. Η Κυβέρνηση έχει μπροστά της μία τριετία για να προχωρήσει, απερίσπαστη από εκλογικούς κύκλους, στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων που θα καταπολεμήσουν τις παθογένειες της μεταπολίτευσης και θα μετατρέψουν την Ελλάδα σε κανονική ευρωπαϊκή χώρα, όπως έχει δεσμευτεί ο Πρωθυπουργός. Καθώς συμπληρώνονται 50 χρόνια από τη Μεταπολίτευση του 1974 και τα σημάδια κόπωσης του μεταπολιτευτικού οικοδομήματος είναι εμφανή, η κοινωνία περιμένει να ακούσει από τον Κυρ. Μητσοτάκη ένα οραματικό στρατηγικό σχέδιο για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, ικανό να κινητοποιήσει μεγάλες κοινωνικές πλειοψηφίες.
Στη σημερινή εποχή η τεχνοκρατική εφαρμογή της πολιτικής είναι επιβεβλημένη. Η διαμόρφωση όμως και η επεξεργασία της οφείλει να είναι οραματική και να υπηρετεί αρχές και αξίες που διαχρονικά οριοθετούν τη συγκροτημένη πορεία της κοινωνίας προς την πρόοδο και την ευημερία, καταπολεμώντας τις ανισότητες, που διασφαλίζουν την κοινωνική συνοχή.
Αρχές και αξίες
Ο αριστερός και δεξιός λαϊκισμός, ιδίως μετά την οδυνηρή δεκαετία της χρεοκοπίας, έχουν οδηγήσει την κοινωνία σε μια διαδικασία απολιτισμού. Με τον όρο αυτό αποδίδεται η συστηματική αμφισβήτηση της δημοκρατικής τάξης και των κοινωνικών αξιών. Η διαφωνία και η διαμαρτυρία αποτελούν συστατικά στοιχεία της δημοκρατίας. Όταν όμως συνοδεύονται από βία, η αμφισβήτηση της νομοθετικής και συνταγματικής τάξης συνιστούν απειλή για τη δημοκρατία και την ίδια την κοινωνία. Οι καταλήψεις, η πανεπιστημιακή βία, η συνδικαλιστική βία, η πολιτική βία, το “μουτζούρωμα” δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, έχουν εισβάλει στην καθημερινότητα των πολιτών διαμορφώνοντας συνθήκες παραβατικότητας και ανομίας. Η έξαρση της εφηβικής βίας είναι το αποτέλεσμα του γενικότερου κλίματος που έχει διαμορφωθεί. Οι αξίες της πειθαρχίας, της ιεραρχίας, που εξοβελίστηκαν από μια δήθεν αντι-αυταρχική κουλτούρα, πρέπει να επανεφευρεθούν. Είναι το κυρίαρχο αίτημα της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών, που απαιτεί να επιστρέψουν οι αξίες που διασφαλίζουν την κοινωνική και ατομική πρόοδο: ήθος, αριστεία, αξιοκρατία, αξιολόγηση, ιεραρχία, τάξη, ευπρέπεια.
Ιστορική πρόκληση
Ο Κυρ. Μητσοτάκης βρίσκεται μπροστά σε μία ιστορική πρόκληση. Να σχεδιάσει την Ελλάδα της επόμενης πεντηκονταετίας. Τέσσερις οφείλουν να είναι οι πυλώνες πάνω στους οποίους θα στηριχθεί η Ελλάδα του μέλλοντος. Σύνταγμα για τον 21ο αιώνα. Επανίδρυση του πολιτικού συστήματος. Επανασχεδιασμός του κράτους με επίκεντρο τις ανάγκες του πολίτη. Παιδεία από την αρχή. Γιατί παιδεία δεν είναι μόνο γνώσεις. Παιδεία είναι κυρίως αυτό που μένει όταν οι γνώσεις έχουν ξεχαστεί.