Πατάτες, κρεμμύδια, ντομάτες, πιπεριές, λεμόνια, ακτινίδια και μήλα είναι μερικά από τα φρούτα και λαχανικά, τα οποία κυριάρχησαν στις ελληνικές εισαγωγές, οι οποίες καταγράφουν υψηλά επίπεδα από τον Ιανουάριο έως και τον Αύγουστο το 2023.
Ειδικότερα, με βάση προσωρινά στοιχεία εκτιμάται ότι οι εισαγωγές συνεχίσθηκαν με αυξανόμενους ρυθμούς και τον Αύγουστο με συνέπεια το πρώτο οκτάμηνο 2023 να έχουν εισαχθεί συνολικά 455,1 χιλ. τόνοι φρούτα και λαχανικά έναντι 402,1 χιλ. τόνων το αντίστοιχο διάστημα 2022 αυξημένες κατά 13,2%, με το 74,4% των ποσοτήτων να προέρχονται από τρίτες εκτός ΕΕ χώρες.
Οι εισαγωγές φρούτων και λαχανικών το 2019 κατέγραψαν ρεκόρ με το οκτάμηνο του έτους να ανέρχονται σε 433.620 τόνους, ενώ το 2020 κατέγραψε πτώση στους 396.100 τόνους και το 2021 ακόμη μεγαλύτερη στους 359.300 τόνους. Αυτή η αύξηση κατά 5% του φετινού οκταμήνου έναντι του 2019 προδιαγράφει – όπως εκτιμά ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών Incofruit Hellas, που επεξεργάστηκε και τα στοιχεία – ότι σε ετήσια βάση το 2023 θα κλείσει με ρεκόρ στις εισαγωγές παράλληλα με το ρεκόρ της αφίξεως τουριστών στη χώρα μας.
Η χώρα μας εισάγει μεγάλες ποσότητες φρούτων και λαχανικών. Η μείωση της εξάρτησης από τα εισαγόμενα προϊόντα είναι μια μεγάλη πρόκληση και η υποκατάστασή τους από εγχωρίως παραγόμενα φρούτα και λαχανικά πρέπει να είναι στρατηγικός στόχος της χώρας μας.
Από πού και τι εισάγουμε
Αναλυτικά με βάση τα κυριότερα προϊόντα οι εισαγωγές που έγιναν στη χώρα είναι οι εξής:
β) 154.979 τόνοι μπανάνες έναντι 138.303 τόνων το 2022 (αύξηση κατά 12,6%) προερχόμενες κατά 92% από Ισημερινό και ακολουθούν Κόστα Ρίκα και Γουατεμάλα.
γ) 23.688 τόνοι κρεμμύδια, έναντι 6.313 πέρσι, αυξημένες κατά 275,2% (χωρίς ουσιαστικές εισαγωγές τον Αύγουστο) προερχόμενα κατά 41% από Ινδία και ακολουθούν Αίγυπτος και Αυστρία.
δ) 13.866 τόνοι ντομάτες έναντι 10.993 τόνων το 2022 (αύξηση κατά 26,1%) (με ιδιαίτερη επισήμανση τις εισαγωγές τον Αύγουστο από Τουρκία της τάξεως των 3.500 τόνων) προερχόμενες κατά 23,7% από Αλβανία και ακολουθούν Τουρκία και Ολλανδία με μ.ο 1,06 ευρώ/κιλό
ε) 2.828 τόνοι πιπεριές γλυκοπιπεριές έναντι 3.233 τόνων το 2022 (μειωμένες κατά 12,5%) προερχόμενες κατά 29,8% από Ιορδανία και ακολουθούν Ισραήλ και Ολλανδία
στ) 19.162 τόνοι λεμονιών έναντι 22,341 τόνων το 2022 (μείωση κατά 14,2%) προερχόμενα κατά 35,7% από Αργεντινή και ακολουθούν Νότια Αφρική και Αίγυπτος.
ζ) 5.023 τόνοι μήλων έναντι 8.260 τόνων πέρσι (μείωση κατά 39,2%) (χωρίς ουσιαστικές εισαγωγές τον Αύγουστο) προερχόμενα κατά 38,5% από Ιταλία και ακολουθούν Πολωνία και Γερμανία με την μ.τ αυξημένη κατά 32%
η) 4.242 τόνοι αβοκάντο έναντι 5.276 τόνων πέρσι (μείωση κατά 9,6%) προερχόμενα κατά 45,2 % από Ολλανδία και ακολουθούν Ισπανία και Γαλλία.
θ) 1.386 τόνοι ακτινίδια έναντι 918 τόνων πέρσι (αύξηση κατά 51%) προερχόμενα κατά 23,7% από Ιταλία και ακολουθούν Ισπανία και Ολλανδία.
Να επισημανθεί ότι εισήχθησαν 119 τόνοι ακτινίδια από Ιράν με 0,13 ευρώ/κιλό αλλά και 241 τόνοι καρπούζια με 0,14 ευρώ/κιλό.
Εκτός των παραπάνω εισήχθησαν και άλλα φρούτα και λαχανικά όπως π.χ κολοκυθάκια, πορτοκάλια, λαχανικά κ.ά.
Έμφαση στην εγχώρια παραγωγή
Η έμφαση στην εγχώρια παραγωγή, η δημιουργία προστιθέμενης αξίας και η ιδιαιτερότητα της ποιότητας είναι η σωστή στρατηγική, η οποία θα πρέπει όμως να εναρμονισθεί και με την ανάγκη ικανοποίησης των αναγκών του χαμηλού εισοδήματος των καταναλωτών.
«Η εισαγωγή νωπών φρούτων και λαχανικών δείχνει τη συνεχή ανάπτυξη του ξένου ανταγωνισμού τόσο στην χώρα μας όσο και στις λοιπές κοινοτικές αγορές και οφείλεται σε λιγότερο απαιτητικούς κανονισμούς στους τόπους παραγωγής, σε διάφορους τομείς όπως ο φυτοϋγειονομικός, ο ηθικός και ο περιβαλλοντολογικός καθιστώντας το κοινοτικό μοντέλο παραγωγής στις καταναλωτικές αγορές όλο και λιγότερο ανταγωνιστικό», σχολιάζει ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Incofruit Hellas Γιώργος Πολυχρονάκης.
Ζητά δε «η ευρωπαϊκή παραγωγή να έχει την ίδια μεταχείριση που έχουν οι τρίτες χώρες από την ΕΕ. Είναι απαραίτητο τα τρόφιμα που προέρχονται από τρίτες χώρες να πληρούν τις ίδιες ποιοτικές προδιαγραφές που απαιτούνται για τους παραγωγούς (γεωργούς και κτηνοτρόφους) της ΕΕ, με ίσες συνθήκες εργασίας και ίδια χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, καθώς και να επιδιωχθεί όπως οι ελληνικές ελεγκτικές αρχές ξεκινήσουν αυστηρούς ελέγχους στα εισαγόμενα προϊόντα για ύπαρξη υπολειμμάτων στην ελληνική αγορά με διασφάλιση της μη ελληνοποίησης των εισαγομένων αλλά και στα αποστελλόμενα-εξαγόμενα οπωροκηπευτικά προϊόντα προς διασφάλιση της φήμης των προϊόντων μας που θα συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών τους».