H ΕΚΤ τώρα πια συνειδητοποιεί πως πρέπει να αντιμετωπίσει ένα νέο πληθωριστικό κίνδυνο ο οποίος είναι πιο σημαντικός από το σπιράλ μισθών-τιμών για το οποίο ανησυχούν οι κεντρικοί τραπεζίτες.
Σε πρόσφατες δηλώσεις της, η Κριστίν Λαγκάρντ υπογράμμισε πως η δυναμική των αυξημένων εταιρικών κερδών η οποία ενδέχεται να αυξήσει τόσο τις τιμές όσο και τους μισθούς μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία του φαινομένου γνωστού και ως «greedflation». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η ΕΚΤ ενδέχεται να αναγκαστεί να λάβει δραστικότερα βήματα για τη χαλιναγώγηση του πληθωρισμού στην τιμή-στόχο του 2% παρά τις πρόσφατες εκτιμήσεις πολλών για τέλος του κύκλου σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής της κεντρικής τράπεζας.
Σύμφωνα με το στέλεχος της Danske Bank, Πίετ Κρίστιανσεν, «υπάρχουν ξεκάθαροι κίνδυνοι όσον αφορά το ρυθμό μείωσης του πληθωρισμού, δεδομένης της αύξησης των εταιρικών κερδών. Οι εταιρείες αυτές πολλές φορές αυξάνουν τις τιμές τους έτσι ώστε να εξισορροπήσουν το αυξημένο λειτουργικό κόστος και να κρατήσουν τα περιθώρια κέρδους σε παρόμοια, υψηλά επίπεδα. Η δυναμική αυτή είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθεί από την ΕΚΤ», υπογράμμισε ο Κρίστιανσεν.
Αν και η επέκταση των περιθωρίων κερδοφορίας δε θα είναι τόσο σημαντική όσο ήταν το 2022, «οποιαδήποτε διαμάχη μεταξύ των μισθών, των κερδών και των δεδομένων του δημόσιου τομέα θα μπορούσε να αλλάξει τη στρατηγική της ΕΚΤ», τόνισε ο Λούις Ντε Γκίντος.
Σύμφωνα με την αναλυτή του Bloomberg Economics, Μαέβα Κάζιν, τα εταιρικά κέρδη αποτελούν σημαντικότερο παράγοντα όσον αφορά την αύξηση των τιμών σε σχέση με το κόστος εργασίας από το 2021. Η αναλυτής υπολογίζει πως τα 2/3 των περσινών πληθωριστικών πιέσεων οφείλονταν στην αύξηση των εταιρικών κερδών μέχρι το τέλος του 2022.
Η ΕΚΤ έχει ήδη κατηγορηθεί πως καθυστέρησε στην αντιμετώπιση του πληθωρισμού μετά από το τέλος των lockdown, ενώ το φαινόμενο του greedflation απασχόλησε τους ρυθμιστές μόλις κατά τη διάρκεια της πρόσφατης συνεδρίασης Μαρτίου.
«Πολλές εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνταν σε τομείς με περιορισμένη προσφορά και αυξημένη ζήτηση, είχαν καταφέρει να αυξήσουν τα περιθώρια κέρδους τους», τόνισε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, υπογραμμίζοντας πως «οι μισθοί είχαν περιορισμένη επίδραση στον πληθωρισμό τα τελευταία δύο έτη. Τα εταιρικά κέρδη και η αύξησή τους ήταν ο κύριος ένοχος».
Ένα σημαντικό παράδειγμα του φαινομένου αυτού είναι και η Λετονία, η οποία βρίσκεται στην τρίτη θέση της κατάταξης του πληθωρισμού της Ευρωζώνης. Σύμφωνα με τον κεντρικό τραπεζίτη της χώρας, Μάρτιν Κάζακς, ορισμένες εταιρείες στη χώρα «αυξάνουν τις τιμές των προϊόντων τους επειδή μπορούν. Γι αυτόν το λόγο, η ΕΚΤ αναγκάζεται να αυξήσει τα επιτόκιά της τη στιγμή που ο εναρμονισμένος Δείκτης Τιμών Καταναλωτή καταγράφει μείωση λόγω της εξισορρόπησης της κατάστασης στην αγορά ενέργειας».
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι καταναλωτές παίζουν κι αυτοί το δικό τους ρόλο. Ο κεντρικός τραπεζίτης υπογραμμίζει πως θα πρέπει να επιλέγουν σοφότερα όσον αφορά τις αγορές τους και να μην προτιμούν τα αγαθά με αυξημένες τιμές.
Ορισμένοι συνεργάτες του Κάζακς, από την άλλη, φαίνεται πως υποστηρίζουν πως ο κίνδυνος αυτός δεν είναι και τόσο σημαντικός. Σύμφωνα με τον Κροάτη κεντρικό τραπεζίτη Μπόρις Βούτσιτς, η ασθενής οικονομική ανάπτυξη πρόκειται να περιορίσει την ικανότητα των εταιρειών για περαιτέρω αύξηση των τιμών τους. Η Ιζαμπέλ Σνάμπελ, από την πλευρά της, υποστήριξε πως «η ΕΚΤ δεν έλαβε υπόψη την εταιρική κερδοφορία, αλλά αυτή δεν παίζει τόσο σημαντικό ρόλο όσο το σπιράλ μισθών-τιμών».
Σύμφωνα, τέλος, με το Bloomberg, η ΕΚΤ ενδέχεται να «πατήσει φρένο» στην επιθετική αύξηση των επιτοκίων της κατά τη διάρκεια της επόμενης συνεδρίασής της στις 4 Μαΐου, αυξάνοντάς τα κατά 25 μονάδες βάσης στο 3,25%. Η κεντρική τράπεζα προβλέπει πως ο πληθωρισμός θα επιβραδυνθεί στο 2,8% μέχρι το τέλος του έτους, πριν περιοριστεί περαιτέρω στην τιμή-στόχο του 2% μέχρι το β’ εξάμηνο του 2025.
Τόσο οι εταιρείες, όμως, όσο και οι καταναλωτές προσπαθούν να προστατευτούν από τα αυξημένα κόστη. Σύμφωνα με το στέλεχος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Όσκαρ Άρτσε, η πιθανότητα δημιουργίας ενός νέου πληθωριστικού σπιράλ είναι ακόμα αυξημένη: «Ο φαύλος κύκλος των υψηλών εταιρικών κερδών, των υψηλότερων μισθών και των υψηλότερων τιμών ενδέχεται να δημιουργήσει περαιτέρω προβλήματα».