Ερευνα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, παρουσιάζει ότι ένας αυξανόμενος αριθμός Ευρωπαίων με χαμηλό εισόδημα αναμένεται να καθυστερήσει να πληρώσει βασικούς λογαριασμούς τους επόμενους μήνες, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, των ενοικίων και του κόστους των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας.
«Η ικανότητα των νοικοκυριών να ανταποκριθούν στις δαπάνες που σχετίζονται με τη στέγαση και τις πληρωμές των ενυπόθηκων δανείων τους αποτελεί πηγή ανησυχίας, ιδίως για τα νοικοκυριά με χαμηλότερο εισόδημα», γράφουν οι ερευνητές σε άρθρο του οικονομικού δελτίου της ΕΚΤ, το οποίο αφορά τις 11 μεγαλύτερες οικονομίες της ευρωζώνης.
Από τότε που η ΕΚΤ άρχισε να αυξάνει τα επιτόκια τον Ιούλιο του 2022, το συνολικό κόστος στέγασης αυξήθηκε κατά 6% για τους άμεσους ιδιοκτήτες, αλλά κατά 12% και 9% για τους ενυπόθηκους και τους ενοικιαστές αντίστοιχα, αποκαλύπτει η έκθεση.
Από τις τρεις κύριες κατηγορίες, όσοι έχουν στεγαστικό δάνειο αντιμετωπίζουν το μεγαλύτερο κόστος, λόγω των αυξημένων επιτοκίων, με τη μέση μηνιαία πληρωμή τους να ξεπερνά τα 1.100 ευρώ.
Οι ενοικιαστές πληρώνουν κατά μέσο όρο περισσότερα από 800 ευρώ στις 11 χώρες που εξετάστηκαν, σύμφωνα με την ΕΚΤ, ενώ οι άμεσοι ιδιοκτήτες πλησιάζουν προς ένα κόστος της τάξης των 500 ευρώ τον μήνα, κυρίως λόγω της αύξησης του κόστους συντήρησης της κατοικίας. Το κόστος των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας έχει μειωθεί πρόσφατα.
Από τις 11 χώρες, το κόστος στέγασης φάνηκε να είναι το υψηλότερο στην Ιρλανδία, περίπου 900 ευρώ το μήνα χωρίς τα στεγαστικά δάνεια, αλλά πάνω από περίπου 1.200 ευρώ αν συμπεριληφθεί η πληρωμή του στεγαστικού δανείου.
Όταν τα έξοδα στέγασης εξετάστηκαν ως αναλογία του εισοδήματος ενός νοικοκυριού, η Αυστρία φάνηκε να είναι η πιο ακριβή χώρα, με το 29% (33% αν συμπεριληφθούν στους υπολογισμούς τα ενυπόθηκα δάνεια) του εισοδήματος να πηγαίνει σε τέτοιου είδους έξοδα.
«Το ποσοστό των νοικοκυριών που αναμένουν ότι θα καθυστερήσουν να πληρώσουν τους επόμενους τρεις μήνες έχει αυξηθεί σημαντικά μεταξύ των νοικοκυριών με χαμηλότερο εισόδημα», αναφέρεται στην έκθεση.