Η επιβράδυνση της ανάπτυξης της οικονομίας σε συνδυασμό με την άνοδο του πληθωρισμού αναμένεται να κάνουν την αυριανή συνεδρίαση της ΕΚΤ πιο περιπετειώδη απ’ ό,τι ανέμεναν μέχρι τώρα οι παρατηρητές της Κεντρικής Τράπεζας.
Αν και οι μεγάλες αποφάσεις για το μέλλον του έκτακτου πακέτου στήριξης της ΕΚΤ (του λεγόμενου πρoγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας ή PEPP) δεν αναμένεται να αποκαλυφθούν νωρίτερα από τον Δεκέμβριο, το ενδιαφέρον των επενδυτών θα επικεντρωθεί στην ομιλία της προέδρου της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, κατά τη διάρκεια της καθιερωμένης συνέντευξης Τύπου.
Βλέπουμε ότι η ΕΚΤ έχει πρόθεση να γνωστοποιήσει τη συνέχιση της χαλαρής πολιτικής της στις ανακοινώσεις της κατά τη συνεδρίαση του Οκτωβρίου και παράλληλα περιμένουμε ότι η Κριστίν Λαγκάρντ θα επαναλάβει ότι η τρέχουσα άνοδος του πληθωρισμού είναι σε μεγάλο βαθμό παροδική, αναφέρει ο Σπύρος Ανδρεόπουλος, ανώτερος οικονομολόγος της BNP Paribas, σε πρόσφατο σημείωμά του.
Η οικονομία της ευρωζώνης αυτή τη στιγμή είναι αντιμέτωπη με πολλαπλές δυσμενείς οικονομικές συνθήκες. Οι διαταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας έχουν προκαλέσει ελλείψεις σε όλα τα είδη αγαθών και οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν αγγίξει ιστορικά υψηλά. Παρά τις συγκεκριμένες αβεβαιότητες η αγορά επί του παρόντος μια πρώτη αύξηση των επιτοκίων από την κεντρική τράπεζα στα τέλη του 2022.
«Η αγορά είναι πρόθυμη να ακούσει εάν η πρόεδρος Λαγκάρντ θα υποστηρίξει τόσο έντονα όσο και ο επικεφαλής οικονομολόγος της EΚΤ, Φίλιπ Λέιν, ότι η χρονική στιγμή για αύξηση δεν συνάδει με το νέο guidance», αναφέρει από την πλευρά του ο Μαρκ Γουόλ, επικεφαλής οικονομολόγος της Deutsche Bank.
Νωρίτερα μέσα στον μήνα, ο Φίλιπ Λέιν έθεσε υπό αμφισβήτηση το αν τα επιτόκια θα αυξηθούν στα τέλη του 2022, δεδομένου ότι η κεντρική τράπεζα έχει αναφέρει ότι δεν θα αυξήσει τα επιτόκια μέχρις ότου ο πληθωρισμός βρεθεί στο 2% μεσοπρόθεσμα.
Ο πληθωρισμός της ευρωζώνης έφτασε σε υψηλό 13 ετών τον Σεπτέμβριο, κυρίως λόγω των υψηλών τιμών ενέργειας, των αυξήσεων των τιμών στα αυτοκίνητα και του υψηλότερου κόστους διαμονής. Ωστόσο, ο δομικός πληθωρισμός ανήλθε στο 1,9%, παρέμεινε δηλαδή χαμηλότερα από τον στόχο 2% που έχει θέσει η ΕΚΤ. Κι όπως είχε πει ο πρώην αντιπρόεδρος της ΕΚΤ, Φιλίπ Νουαγιέ, αυτό που καθορίζει τη διαμόρφωση των επιτοκίων είναι ο δομικός πληθωρισμός και όχι ο ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή, ο οποίος επηρεάζεται από εξωγενείς παράγοντες, όπως η τιμή του πετρελαίου. Και η τιμή του πετρελαίου δεν είναι δυνατόν να ελεγχθεί από την ΕΚΤ…
«Αν και η αύξηση των τιμών διαμονής θα πρέπει να μεταφραστεί ως αύξηση τιμών, η άνοδος στις τιμές των οχημάτων αντανακλά τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα», αναφέρει από την πλευρά του ο Ντερκ Σουμάχερ.
«Τα νούμερα του Σεπτεμβρίου αποτελούν απόδειξη ότι η αύξηση του πληθωρισμού δεν είναι μια διαχρονική κατάσταση και επομένως είναι κάτι προσωρινό, ενώ η πίεση στις τιμές που προέρχεται από τα προβλήματα εφοδιασμού δεν έχει υποχωρήσει μέχρι στιγμής».
Αντίδραση
Η όποια αλλαγή σε αυτή τη στάση θα προκαλέσει την αντίδραση της αγοράς, καθώς θα υποδεικνύει και μια τάση σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής εντός του ΔΣ της ΕΚΤ.
Μέχρι στιγμής, οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν ότι η ΕΚΤ θα κάνει λάθος, ακολουθώντας χαλαρή πολιτική σε μια προσπάθεια να εμποδίσει μια αδικαιολόγητη σύσφιξη των χρηματοπιστωτικών συνθηκών την ώρα η οικονομική ανάκαμψη της ευρωζώνης επιβραδύνεται.