Επείγουσα παρέμβαση στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας για την αποκλιμάκωση των πιέσεων και την ανακούφιση νοικοκυριών και επιχειρήσεων από την εκρηκτική άνοδο των τιμών φυσικού αερίου και κατά συνέπεια του ηλεκτρικού ρεύματος προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Όπως διαφαίνεται σε σχετικό έγγραφο που έδωσε προ ολίγου στη δημοσιότητα η Κομισιόν, προτείνονται τα εξής μέτρα:
1. Υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης κατά 5% σε ώρες αιχμής
Το πρώτο μέτρο που προτείνει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών είναι η μείωση της ζήτησης. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και να αποκλιμακώσει τις πιέσεις συνολικά στην αγορά. Με στόχο τις ώρες κατανάλωσης, όποτε η ηλεκτρική ενέργεια είναι ακριβότερη και όταν η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με αέριο έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή, η Επιτροπή προτείνει την υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 5% σε επιλεγμένες ώρες αιχμής.
Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσδιορίσουν το 10% των ωρών με την υψηλότερη προσδοκώμενη τιμή και να μειώσουν τη ζήτηση κατά τις ώρες αιχμής. Η Επιτροπή προτείνει επίσης στα κράτη μέλη να επιδιώξουν να μειώσουν τη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 10% έως τις 31 Μαρτίου 2023. Τα κράτη-μέλη μπορούν να επιλέξουν τα κατάλληλα μέτρα για την επίτευξη αυτής της μείωσης της ζήτησης, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει οικονομική αποζημίωση. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η μείωση της ζήτησης σε περιόδους αιχμής θα οδηγούσε σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 1,2 bcm κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης αποτελεί επίσης βασικό μέρος της εκπλήρωσης των δεσμεύσεών μας για το κλίμα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
2. Πλαφόν στα 180 ευρώ/μεγαβατώρα στα έσοδα παραγωγών που δεν χρησιμοποιούν φυσικό αέριο
Δεύτερον, η Επιτροπή προτείνει ένα προσωρινό ανώτατο όριο εσόδων για τους «υποοριακούς» παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, συγκεκριμένα τεχνολογίες με χαμηλότερο κόστος, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η πυρηνική ενέργεια και ο λιγνίτης, οι οποίες παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο με κόστος χαμηλότερο από το επίπεδο τιμών που ορίζεται από τους πιο ακριβούς παραγωγούς. Αυτοί οι «υποπεριθωριακοί» παραγωγοί έχουν εξαιρετικά υψηλά έσοδα, με σχετικά σταθερό λειτουργικό κόστος, καθώς οι ακριβοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου έχουν αυξήσει τη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνουν. Η Επιτροπή προτείνει να καθοριστεί το ανώτατο όριο των υποοριακών εσόδων στα 180 ευρώ/MWh.
«Αυτό θα επιτρέψει στους παραγωγούς να καλύψουν το επενδυτικό και λειτουργικό τους κόστος χωρίς να μειώσουν τις επενδύσεις σε νέες δυναμικότητες σύμφωνα με τους στόχους μας για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 και το 2050», επισημαίνει η Επιτροπή. Τα έσοδα πάνω από το ανώτατο όριο θα εισπράττονται από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και θα χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν τους καταναλωτές ενέργειας να μειώσουν τους λογαριασμούς τους. Επιπλέον, τα κράτη-μέλη που εμπορεύονται ηλεκτρική ενέργεια ενθαρρύνονται, σε πνεύμα αλληλεγγύης, να συνάψουν διμερείς συμφωνίες για να μοιραστούν μέρος των υποοριακών εσόδων που εισπράττει το κράτος παραγωγής προς όφελος των τελικών χρηστών στο κράτος μέλος με χαμηλή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συμφωνίες αυτές θα συναφθούν έως την 1η Δεκεμβρίου 2022 όταν οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας ενός κράτους μέλους από γειτονική χώρα είναι τουλάχιστον 100%.
3. Συνεισφορά αλληλεγγύης από τα υπερκέρδη
Τρίτον, η Επιτροπή προτείνει μια προσωρινή συνεισφορά αλληλεγγύης για τα πλεονάζοντα κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες στους τομείς του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και των διυλιστηρίων. «Αυτή η χρονικά περιορισμένη συνεισφορά θα διατηρήσει τα επενδυτικά κίνητρα για την πράσινη μετάβαση», εκτιμά η Επιτροπή. Θα εισπράττεται από τα κράτη μέλη για κέρδη του 2022, τα οποία έχουν αυξηθεί πάνω από 20%, σε σχέση με τα μέσα κέρδη των προηγούμενων τριών ετών.
Τα έσοδα θα εισπράττονται από τα κράτη μέλη και θα ανακατευθύνονται σε καταναλωτές ενέργειας, ιδίως σε ευάλωτα νοικοκυριά, εταιρείες που έχουν πληγεί σοβαρά και βιομηχανίες έντασης ενέργειας. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να χρηματοδοτούν διασυνοριακά έργα σύμφωνα με τους στόχους REPowerEU ή να χρησιμοποιούν μέρος των εσόδων για την κοινή χρηματοδότηση και για μέτρα για την προστασία της απασχόλησης ή την προώθηση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση.
Περαιτέρω παρεμβάσεις
Σε μια περαιτέρω παρέμβαση στους κανόνες της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, η Επιτροπή προτείνει επίσης την επέκταση της εργαλειοθήκης για τις τιμές της ενέργειας που είναι διαθέσιμη για την παροχή βοήθειας προς τους καταναλωτές. Οι προτάσεις θα επιτρέψουν για πρώτη φορά ρυθμιζόμενες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας κάτω του κόστους και θα επεκτείνουν τις ρυθμιζόμενες τιμές ώστε να καλύπτουν και τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις.
Παραμένει υπό εξέταση το πλαφόν στο φυσικό αέριο
Αξίζει να σημειωθεί πως στη νέα πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δεν περιλαμβάνεται ως μέτρο η επιβολή πλαφόν στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου, καθώς οι υπουργοί Ενέργειας της ΕΕ απέρριψαν το μέτρο κατά την τελευταία τους συνεδρίαση.
Ωστόσο, όπως μεταδίδει το Reuters, η Επίτροπος Ενέργειας, Κάντρι Σίμσον δήλωσε πως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξετάζει ακόμη το ενδεχόμενο επιβολής πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά απομένει ακόμη πολλή δουλειά για να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις του μέτρου.
«Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι χρειάζεται να επιβάλλουμε πλαφόν στην τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου που εισάγεται μέσω των αγωγών αλλά πρέπει να εκτιμήσουμε τις επιπτώσεις σε ορισμένα κράτη μέλη», είπε. Πρόσθεσε, ωστόσο, πως ακόμη εξετάζονται το πως θα μπορούσε να επιβληθεί πλαφόν σε όλες τις εισαγωγές φυσικού αερίου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στη συνεδρίαση των υπουργών Ενέργειας της ΕΕ την προηγούμενη Παρασκευή την πρόταση σχετικά με το πλαφόν στο ρωσικό φυσικό αέριο, στήριξαν οι Γαλλία, Δανία, Ισπανία και Ολλανδία, ενώ αντίθετες ήταν οι Αυστρία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Ιταλία, Ελλάδα και Λουξεμβούργο.
Για το γενικό πλαφόν στο φυσικό αέριο την πρόταση στήριξαν οι Ιταλία, Ελλάδα, Βέλγιο, Ιρλανδία, Μάλτα, Κύπρος, Σουηδία, Κροατία, Ρουμανία, Πολωνία, Λουξεμβούργο, Λετονία, Λιθουανία, Βουλγαρία, Σλοβενία και Γερμανία (υπό προϋποθέσεις). Κανένα κράτος- μέλος δεν αντιτάχθηκε ρητά αλλά όλοι εστίασαν στην ανάγκη εξασφάλισης ασφάλειας εφοδιασμού και μη αύξησης της ζήτησης του φυσικού αερίου.