Μια εθνική παρέμβαση με οριζόντια χαρακτηριστικά, προκειμένου να μειωθούν αισθητά οι λογαριασμοί ρεύματος που λαμβάνουν οι καταναλωτές, σχεδιάζει η κυβέρνηση, την ώρα που πρώτο ζητούμενο παραμένει μια κοινή ευρωπαϊκή απάντηση στην ενεργειακή κρίση και τη συνεπακόλουθη ακρίβεια.
Αυτή η κοινή απάντηση της ΕΕ, μάλιστα, αναμένεται να δοθεί μέχρι τη Σύνοδο Κορυφής της 29ης Μαΐου στις Βρυξέλλες και, σε κάθε περίπτωση, πριν από την ενεργοποίηση της «εθνικής λύσης», που σχεδιάζει ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Κατά πληροφορίες, οι «27» πλησιάζουν σε μια συμφωνία για την επιβολή πλαφόν στην τιμή του ρεύματος, προκειμένουν να αποφευχθούν τα μέτρα-«μπαλώματα» σε εθνικό επίπεδο.
Η «φόρμουλα» στο ελληνικό τραπέζι παραμένει το να τεθεί μια ανώτατη τιμή στη χονδρική, ανάλογα με την πηγή παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας (φυσικό αέριο, λιγνίτης, νερό) και στη συνέχεια να επιδοτείται η διαφορά που θα έχει ο παραγωγός σε σχέση με την τιμή αγοράς.
Πρόκειται, βεβαίως, για ένα κοστοβόρο σχέδιο, για το οποίο αναζητούνται εθνικοί πόροι, πέραν της «κάβας» των 900 εκατ. του συμπληρωματικού προϋπολογισμού. Κάποια χρήματα μπορεί να προέλθουν από τα λεγόμενα «υπερκέρδη» των εταιρειών ενέργειας, όταν αυτά προσδιοριστούν στην ακριβή τους διάσταση, ενώ ίσως χρειαστούν και επιπρόσθετοι εθνικοί πόροι. Το εύρος της παρέμβασης εκτιμάται στα δύο δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους.
Η ελπίδα, όμως, είναι ότι το μοντέλο χρηματοδότησης μπορεί να είναι και σύνθετο, δηλαδή να ξεκινήσει με εθνικούς πόρους και στη συνέχεια να μας «βρει στο δρόμο» η ευρωπαϊκή παρέμβαση που κυοφορείται. Ήδη, δε, στις Βρυξέλλες το κλίμα έχει γίνει πολύ βαρύ λόγω της ακρίβειας, με την Κομισιόν να επεξεργάζεται πιο γενναίες του αναμενομένου παρεμβάσεις.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική πλευρά θα δώσει το στίγμα του τι μέλλει γενέσθαι τις επόμενες εβδομάδες, περί το δεύτερο δεκαήμερο του Μαΐου, καθώς στόχος είναι τους καλοκαιρινούς μήνες να είναι αισθητή η ελάφρυνση στους λογαριασμούς, όπως επισήμανε και κατά την τοποθέτησή του στο σημερινό υπουργικό συμβούλιο ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Το «εθνικό σχέδιο» της κυβέρνησης για την ακρίβεια περιλαμβάνει σταθεροποίηση των τιμών για τα κυμαινόμενα προγράμματα ρεύματος, επιστροφή των χρεώσεων στα... προπολεμικά επίπεδα του 2021, αλλά και απενεργοποίηση της ρήτρας αναπροσαρμογής για τουλάχιστον τρεις έως έξι μήνες, ενώ οι επιδοτήσεις λογαριασμών για τους καταναλωτές -μαζί και με άλλα μέτρα στήριξης- για τον Μάιο θα είναι οι μεγαλύτερες που έχουν δοθεί (1,5-2 δισ.) και, παράλληλα, οι τελευταίες, καθώς αυτό το σύστημα στήριξης σταματά.
Παρέμβαση θα γίνεται στην πηγή της ακρίβειας, χωρίς να έρχονται αντιμέτωποι με εξωφρενικές «αυτόματες» αυξήσεις οι καταναλωτές. Το διαπραγματευτικό όπλο που θα κρατά στα χέρια του είναι το ελληνικό «εθνικό σχέδιο» για την κρίση στην ενέργεια. Το περιεχόμενο και η «δύναμη πυρός» που θα διαθέτει καλύπτεται από μυστικότητα, καθώς ο στόχος του είναι τριπλός:
1. Συμφωνία για κοινή δράση με οικονομίες κλίμακος και δυνάςμεων πανευρωπαϊκά: μετά την απόσπαση Ισπανίας και Πορτογαλίας από το κοινό μέτωπο των Νοτίων (καθώς κράτησαν δική τους στάση και πέτυχαν ξεχωριστή λύση στην προηγούμενη Σύνοδο Κορυφής), η Αθήνα προβάλλει ότι χωρίς κοινή γραμμή της ΕΕ θα πάρει δικά της μέτρα άμυνας. Ετσι, όμως, θα υπογραμμίζει και το γεγονός ότι η Ευρώπη κατακερματίζεται και κινδυνεύει. Η Ελλάδα έχει προτείνει να αξιοποιηθούν 230 δισ. ευρώ (που απέμειναν αδιάθετα από δάνεια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης) για προμήθεια υγροποιημένου αερίου LNG από την ΕΕ και κατανομή του στις χώρες, ώστε να επωφεληθούν οι καταναλωτές από συμφερότερες τιμές και όρους -όπως είχε συμφωνηθεί για τα εμβόλια. Το μέτρο δεν ισχυροποιεί απλώς τα κράτη-μέλη, αλλά αποδυναμώνει τον ρόλο, τις τακτικές και τα υπερκέρδη των κερδοσκόπων.
2. Φρένο στις εξωφρενικές αυξήσεις τιμών ρεύματος: σκοπός είναι να επιστρέψουν οι τιμοκατάλογοι των παρόχων ρεύματος στα επίπεδα του α’ εξαμήνου 2021, στα περίπου 16 λεπτά ανά κιλοβατώρα. Και ενώ καμία κυβέρνηση δεν μπορεί μόνη της να ακυρώσει πλήρως τις διεθνείς αυξήσεις, η Ελλάδα δεν έχει καν τα μέσα που διαθέτουν άλλα κράτη για να τις μετριάσει. Μπορεί μόνο να διαθέσει πόρους για άμεσες επιδοτήσεις ή και επενδύσεις (αποθήκευση αερίου κ.λπ.). Ούτε όμως τα δημοσιονομικά περιθώρια άλλων κρατών έχει, ούτε μπορεί να προβλέψει (αν δεν μπει πανευρωπαϊκός «κόφτης» αυξήσεων, όπως ζητά) ποια τιμή-στόχο θα επιδοτήσει και θα έξασφαλίσει στον καταναλωτή, αφού καμία ελληνική παρέμβαση δεν αρκεί για να βάλει φρένο στα διεθνή χρηματιστήρια.
3. «Ακύρωση» αυξήσεων και αναπροσαρμογής: είτε στα 13-16 λεπτά, όπως πριν από έναν χρόνο, είτε λίγο υψηλότερα, οι τιμές πρέπει να παραμένουν σταθερές για κάποιο διάστημα, χωρίς να αλλάζουν απρόβλεπτα κάθε μήνα. Καθώς οι «αυτόματες» αυξήσεις έχουν βρεθεί στο στόχαστρο και χιλιάδες καταναλωτές αδυνατούν να κατανοήσουν πώς χρεώνονται, η σταθεροποίηση των τιμών στα κυμαινόμενα προγράμματα αποτελεί προτεραιότητα. Η διάρκεια και η «ελαστικότητα» της παρέμβασης είναι καθοριστικές και για τη δύναμη πυρός που θα έχει.
Ειδικά, αν η ΕΕ καθυστερήσει τελικά να ομονοήσει στο ζήτημα της ακρίβειας, η κυβέρνηση πρέπει από μόνη της να δράσει προληπτικά, τουλάχιστον για τρεις-έξι μήνες ή και για ολόκληρο το 2022, ώστε να μην ενεργοποιείται διαρκώς κάθε μήνα η ρήτρα αναπροσαρμογής για τους καταναλωτές. Το ζήτημα της διάρκειας είναι κρίσιμο και λόγω της φύσης της αγοράς ενέργειας. Διότι, ενώ επί δύο μήνες οι διεθνείς τιμές αερίου πετούσαν στα ύψη, ίσως χρειαστούν εβδομάδες και μήνες για να «περάσουν» μειώσεις και στο ρεύμα. Οταν ανέβαιναν, άλλωστε, από Ιανουάριο έως Σεπτέμβριο πέρυσι (τριπλασιάστηκαν από 18 σε 54 ευρώ), οι ανατιμήσεις στο ρεύμα φάνηκαν έπειτα από έξι ή και εννέα μήνες.