Τον Ιανουάριο του 1996 είχα την τύχη να είμαι στο προεδρείο της Συνόδου της ΚΕ του ΠΑΣΟΚ που συζήτησε το πολιτικό πλαίσιο της διαδικασίας διαδοχής του Α.Παπανδρέου στην Πρωθυπουργία. Μετά τις τοποθετήσεις των τριών διεκδικητών, τοποθετήθηκαν σχεδόν όλα τα μέλη.
Πέρα από την όποια έκφραση της προσωπικής επιλογής του καθενός, όλοι έκλειναν με την επίκληση της ανάγκης για «ενότητα». Μέχρι που μίλησε ο Παρασκευάς Αυγερινός και σε μια εκπληκτική τοποθέτηση ανέφερε πως ζητούμενο για ένα πολιτικό φορέα δεν είναι η ενότητα αλλά η πολιτική ταυτότητα και η επαφή με την κοινωνία. Ανέφερε μάλιστα το παράδειγμα του Γαλλικού ΚΚ όπου ποτέ δεν διασπάστηκε ή αντιμετώπισε ζήτημα συνοχής, αλλά απλά έχασε και συνεχίζει να χάνει την επαφή του με την πολιτική πραγματικότητα και την κοινωνία.
Στο πρόσφατο συνέδριο των Εργατικών (ΗΒ), η αναπληρώτρια ηγέτης του κόμματος χαρακτήρισε την κυβέρνηση των Συντηρητικών ως «αποβράσματα». Ο χαρακτηρισμός ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων από την κυβέρνηση αλλά και από στελέχη των εργατικών, με τον ηγέτη του κόμματος να στιγματίζει τη φρασεολογία και την πρόεδρο του συνεδρίου να δηλώνει πως «ο στόχος μας δεν είναι να προσβάλλουμε την κυβέρνηση αλλά να την αντικαταστήσουμε». Είναι γνωστή άλλωστε η αρχή των Βρετανών στην άσκηση οιασδήποτε κριτικής: αντικείμενα σχολιασμών και χαρακτηρισμών είναι οι πράξεις και όχι οι άνθρωποι που τις πραγματοποιούν.
Ποια είναι η σχέση των δυο αναφορών;
Παρατηρώ εδώ και μέρες πως, όσο φουντώνει η αντιπαράθεση μεταξύ των υποψηφίων για την ηγεσία στο ΚΙΝΑΛ, οξύνεται το κλίμα και οι φράσεις που χρησιμοποιούνται εκατέρωθεν από τους υποστηρικτές των υποψηφίων ξεφεύγουν από κάθε όριο πολιτικής ή κοινωνικής συμπεριφοράς. Κανείς δεν φαίνεται να ενοχλείται από τον εκτροχιασμό αυτό της αντιπαράθεσης! Το παράδοξο όμως είναι πως οι περισσότερες από αυτές τις προσβλητικές τοποθετήσεις, κλείνουν με την επίκληση της ανάγκης για ενότητα στη «δημοκρατική παράταξη».
Συνδυάζοντας τις δυο αρχικές αναφορές με την πραγματικότητα, γεννούνται δυο ερωτήματα:
- Πώς γίνεται να συνυπάρξουν και να λειτουργήσουν ενιαία και αποτελεσματικά σε ένα πολιτικό φορέα, στελέχη που αποκαλούν ο ένας τον άλλον διασπαστές, προδότες, κούληδες, λαμόγια ή και με ακόμα βαρύτερους χαρακτηρισμούς; Πως μπορεί να υπάρξει ενότητα και κοινή δράση μεταξύ στελεχών που έχουν διακόψει κάθε μορφή επικοινωνίας και προσωπικής επαφής;
- Είναι πιο σημαντική η ενότητα μιας παράταξης εγκλωβισμένης χρόνια σε μονοψήφια ποσοστά, αδυνατώντας να εκφράσει μια σαφή και ελκυστική πολιτική άποψή από την αναζήτηση και διατύπωση ξεκάθαρης πρότασης, με κόστος ακόμα και της αποχώρησης όσων έχουν αντίθετες απόψεις;
Τον Ιούνιο του 1996, συνεχίζοντας την ιστορία των δυο αναφορών, οι οπαδοί του Α.Τσοχατζόπουλου υποδέχθηκαν τον Πρωθυπουργό Κ.Σημίτη με μούντζες, γιουχαΐσματα και αισχρές βρισιές. Το ΠΑΣΟΚ βέβαια δεν διασπάστηκε τότε γιατί ήταν στην Κυβέρνηση. Η συμμετοχή στην άσκηση κρατικής εξουσίας (με ότι αυτό συνεπάγεται) υπήρξε πολύ πιο ισχυρό επιχείρημα «ενότητας» από τη συγκρουσιακή εμμονή σε διαφορετική άποψη.
Σήμερα τα πράγματά έχουν αλλάξει. Το Κίνημα Αλλαγής δεν είναι στην εξουσία και η επαμφοτερίζουσα μέχρι σήμερα πολιτική του τοποθέτηση δεν δείχνει να προσδίδει δυνατότητες ανάκαμψης.
Ζητούμενο είναι η πολιτική τοποθέτηση, η απάντηση στο τι θεωρείται προοδευτικό σήμερα και ποιος είναι ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Και εφόσον ο χώρος στερείται του πολιτικού πολιτισμού να αντιπαρατεθεί μόνο πολιτικά και όχι προσωπικά, ακόμα και διασπάσεις ή αποχωρήσεις δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται κατ’ ανάγκη αρνητικά.
Κανείς δεν θα ψηφίσει ΚΙΝΑΛ επειδή θα δει τους διεκδικητές της κομματικής ηγεσίας αγκαλιά, το βράδυ της αναμέτρησης. Θα το ψηφίσει αν, αυτός που εκλεγεί, έχει κάτι ξεκάθαρο και προοδευτικό να προτείνει για την αντιμετώπιση των προβλημάτων και των προκλήσεων που αντιμετωπίζει η κοινωνία και η χώρα.