Επενδύσεις ύψους 11 δισ. ευρώ προβλέπει ο προϋπολογισμός για το 2022, μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, μαζί με τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης.
Αυτό δήλωσε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, κ. Θόδωρος Σκυλακάκης, μιλώντας στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, στη συζήτηση για το Σ/Ν του Υπουργείου Οικονομικών για την «Κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2022».
Ειδικότερα, 7,8 δισ. ευρώ αφορούν στο ΠΔΕ (Εθνικό και Συγχρηματοδοτούμενο) και 3,2 δισ. ευρώ στο Ταμείο Ανάκαμψης. Όπως επισήμανε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, «11 δισ. ευρώ επενδύσεις δημόσιες δεν είχαν υπάρξει ποτέ την τελευταία δεκαετία», τονίζοντας παράλληλα, πως στο παραπάνω ποσό προστίθενται και τα χρήματα των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, τα οποία αφορούν, αποκλειστικά, σε ιδιωτικές επενδύσεις. «Είναι μία τεράστια επενδυτική δαπάνη και αυτή εξηγεί γιατί η οικονομία θα πάει πολύ καλύτερα το 2022, από ό,τι και εμείς πιστεύω, αναμένουμε», τόνισε.
Επιπρόσθετα, ο κ. Θ. Σκυλακάκης διευκρίνισε ειδικά για το Ταμείο Ανάκαμψης, πως μέχρι σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί εντάξεις έργων, ύψους 3,6 δισ. ευρώ. «Πιστεύω ότι ο στόχος να κλείσουμε τις συμβάσεις με τις τράπεζες και να εκταμιεύσουμε στις τράπεζες τα πρώτα 1,5 δισ. ευρώ πριν το τέλος του χρόνου, για να ξεκινήσουν οι επενδύσεις μέσω των δανείων, είναι εφικτός».
Για τη συζήτηση γύρω από τις δαπάνες υγείας που έχει ανακινήσει η αντιπολίτευση τις τελευταίες ημέρες, σχολίασε πως την τελευταία χρονιά διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, το 2019 ο προϋπολογισμός του Υπουργείου Υγείας είχε δαπάνες 3,9 δισ. ευρώ «και εμείς πάμε, χωρίς τις δαπάνες Covid-19 στα 4,5 δισ. ευρώ, δηλαδή 600 εκατ. ευρώ επιπλέον», σημείωσε.
Όπως είπε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών, οι συνολικές δαπάνες του Κράτους για την υγεία θα ανέλθουν σε 11,7 δισ. ευρώ (Καθαρές Δαπάνες Γενικής Κυβέρνησης, που περιλαμβάνουν νοσοκομεία κ.λπ. ), οι οποίες αντιστοιχούν σε 6,2% του ΑΕΠ, τονίζοντας πως όσο υπάρχει δημοσιονομικός χώρος, στα επόμενα χρόνια, θα αυξάνεται κι ο προϋπολογισμός για τις δαπάνες υγείας, με απώτερο σκοπό να φτάσει στα επίπεδα του 7%, που είναι ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ταυτόχρονα, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης θα δοθούν περί τα 1,5 δισ. ευρώ (χωρίς ΦΠΑ) για επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις που αφορούν στην υγεία. «Είναι πολύ μεγάλη η επένδυση που θα κάνουμε στην υγεία και πρέπει να την κάνουμε στο Δημόσιο Σύστημα Υγείας, το οποίο πρέπει να δουλεύει αρμονικά μαζί με το Ιδιωτικό», πρόσθεσε ο ίδιος.
Απαντώντας στην κριτική που ασκεί η αντιπολίτευση περί κυβερνητικών πολιτικών που οξύνουν τις κοινωνικές ανισότητες, αναφέρθηκε στον συντελεστή Gini της Eurostat, ο οποίος δείχνει την έκταση των ανισοτήτων σε μία κοινωνία, τονίζοντας πως τα τελευταία χρόνια είμαστε πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι δε εκτιμήσεις του ΣΟΕ για το 2021 και το 2022 δείχνουν μείωση των ανισοτήτων σε σχέση με το 2018, το 2019 και το 2020. «Αυτή η μείωση θα είναι μεγαλύτερη μετά τα μέτρα, τα οποία πήραμε για τους χαμηλοσυνταξιούχους», ανέφερε χαρακτηριστικά.
«Αυτή η μείωση σε περίοδο πανδημικής κρίσης, αλλά και εξόδου από αυτήν οφείλεται σε κάτι που ενοχλεί πάρα πολύ την Αριστερά, στο γεγονός ότι ο μεγαλύτερος δημιουργός ανισότητας είναι η ανεργία και η υποανάπτυξη. Όταν αυξάνεις την απασχόληση η ανισότητα μειώνεται, όταν μειώσεις την ανεργία η ανισότητα μειώνεται. Αυτό το είδος της ανισότητας μειώνεται και όταν αυξάνεις τις κοινωνικές δαπάνες», επισήμανε ο Αναπληρωτής Υπουργός Οικονομικών.
Τόνισε ακόμη πως τόσο μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και με την εφαρμογή άλλων κυβερνητικών πολιτικών επιχειρείται η μείωση των φαινομένων φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής. Γι’ αυτό το είδος κοινωνικής ανισότητας (πολίτης που πληρώνει τους φόρους του και εκείνος που δεν τους πληρώνει) σχολίασε πως «δεν είναι μόνο άδικο και μη νόμιμο το να μην πληρώνεις φόρους, αλλά παράλληλα κάτι τέτοιο σου δίνει και το εισιτήριο να παίρνεις, αδίκως, επιδόματα, στερώντας αυτά τα χρήματα από τους πραγματικά κοινωνικά ευάλωτους».
Τέλος, απαντώντας στην κριτική της κυρίας Έφης Αχτσιόγλου, περί μη τήρησης των κυβερνητικών υποσχέσεων για την αύξηση του κατώτατου μισθού, τόνισε πως «το 2021 έχουμε ανάκαμψη, το 2022 που θα έχουμε ανάπτυξη, περιμένετε να δείτε τι θα συμβεί με τον κατώτατο μισθό. Θα τα δούμε αυτά με ακρίβεια», για να προσθέσει: «Καταλαβαίνω ότι η κανονικότητα, είναι μία έννοια, που ενοχλεί την Αριστερά, προπαντός. Το έχει πει και η κυρία Αχτσιόγλου, ότι η κανονικότητα δεν είναι ποτέ ευκαιρία για την Αριστερά, χρειάζεται μη κανονικότητα για να μπορεί να περνάει το αφήγημά της. Γιατί η κανονικότητα ενοχλεί αυτό το αφήγημα; Ενοχλεί, διότι σε κανονικότητα το αφήγημα της Αριστεράς, δεν έχει απήχηση. Γι’ αυτό, λέει, ότι δεν είναι ευκαιρία η κανονικότητα για την Αριστερά. Όμως οι πολίτες θέλουν κανονικότητα κι εμείς αυτούς υπηρετούμε».