Με σημαντικές επιδόσεις, πρωτοβουλίες αλλά και πολλά εμπόδια πορεύονται οι ελληνικές επιχειρήσεις προς την επίτευξη στόχων για βιώσιμη ανάπτυξη σύμφωνα με τα κριτήρια ESG, σύμφωνα με μελέτη της ΕΥ Ελλάδος.
Μόλις το 9% των ελληνικών επιχειρήσεων προχωρούν σε τολμηρές κινήσεις, λαμβάνοντας πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, που οδηγούν, την ίδια στιγμή, στη δημιουργία χρηματοοικονομικής αξίας για τις ίδιες, αλλά και ευρύτερης αξίας για τον πλανήτη, την κοινωνία, τους εργαζόμενους και τους πελάτες τους.
Σημαντικές επενδύσεις στο μέλλον
Την ανάγκη μεγαλύτερης κινητοποίησης των επιχειρήσεων για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής -προκειμένου να αυξηθεί το μικρό αυτό ποσοστό της τάξης του 9%- επισημαίνει η μελέτη της ΕΥ Ελλάδος, Sustainable Value Study Ελλάδα 2023, που πραγματοποιήθηκε φέτος για πρώτη φορά στη χώρα μας, ακολουθώντας την πρώτη παγκόσμια έρευνα, ΕΥ Sustainable Value Study του 2022.
Το 96% των επιχειρήσεων που συμμετείχαν στην έρευνα για την Ελλάδα, και το 93% παγκοσμίως, έχουν αναλάβει κάποια δημόσια δέσμευση για την κλιματική αλλαγή. Κατά μέσο όρο, μέχρι στιγμής, έχουν επιτύχει μείωση των εκπομπών άνθρακα κατά 18%, σε σχέση με το έτος βάσης – έναντι 28% παγκοσμίως. Ωστόσο, για να περιοριστεί η αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή, δηλαδή κάτω από το όριο των 1,5°C, απαιτείται μείωση των εκπομπών κατά 45% έως το 2030. Μέχρι σήμερα, μόλις μία στις τρεις επιχειρήσεις (34%) σχεδιάζει να μειώσει τις εκπομπές κατά 45% ή περισσότερο, μακροπρόθεσμα.
Συγχρόνως, έξι στις 10 επιχειρήσεις (63%) σχεδιάζουν να δαπανήσουν περισσότερα χρήματα τον επόμενο χρόνο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, σε σύγκριση με φέτος, με μία στις τέσσερις (24%) να σχεδιάζει να δαπανήσει σημαντικά περισσότερα – ποσοστά συγκρίσιμα με αυτά του παγκόσμιου δείγματος.
Οι προθέσεις που πρέπει να γίνουν πράξεις
Η έρευνα κατέγραψε τις επιδόσεις των επιχειρήσεων του δείγματος ως προς τις δράσεις για την κλιματική αλλαγή και, με βάση τις επιδόσεις αυτές, κατέταξε τις επιχειρήσεις σε τρεις ομάδες: πρωτοπόρους, εξερευνητές και παρατηρητές. Για τη δημιουργία της κατάταξης, η έρευνα έλαβε υπόψη 32 διαφορετικές δράσεις για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, σε πέντε τομείς: μέτρηση και υποβολή εκθέσεων, διακυβέρνηση και επίβλεψη, επιχειρησιακές λειτουργίες, πελάτες και παραγόμενα προϊόντα, προμηθευτές και τρίτα μέρη.
Με βάση τα κριτήρια αυτά, εκτός από το 9% των επιχειρήσεων που χαρακτηρίστηκαν ως «πρωτοπόροι», το 52% βρίσκονται σε διαδικασία εξερεύνησης του συγκεκριμένου πεδίου, ενώ ένα 39% παρατηρούν τις σχετικές εξελίξεις. Αντίστοιχα τα ποσοστά σε παγκόσμια κλίματα διαμορφώνονται σε 32%, 45% και 23%,κ επιβεβαιώνοντας ότι οι προσπάθειες για τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής στην Ελλαδα βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο και αναδεικνύοντας τα σημαντικά περιθώρια βελτίωσης των επιδόσεων.
Γιατί η δέσμευση στο ESG έχει αξία
Οι επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν αποφασιστική δράση για το κλίμα, δεν δημιουργούν απλώς μεγαλύτερη αξία για τον πλανήτη και μία ευρεία ομάδα ενδιαφερόμενων μερών, αλλά προσθέτουν, παράλληλα, χρηματοοικονομική αξία για τις ίδιες, ενισχύοντας τα έσοδα ή τα κέρδη τους. Η EY περιγράφει τον μηχανισμό αυτό ως «value-led sustainability», δηλαδή, βιώσιμη ανάπτυξη που προκύπτει από πολιτικές που χαράσσονται με γνώμονα τη δημιουργία ευρύτερης αξίας (για τον πλανήτη, την κοινωνία, τους εργαζόμενους, τους πελάτες). Σύμφωνα με την έρευνα, 45% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα, και 69% παγκοσμίως, αναφέρουν ότι έχουν αποκομίσει υψηλότερη χρηματοοικονομική αξία από τις πρωτοβουλίες τους για το κλίμα, σε σχέση με τις προσδοκίες τους, γεγονός που έρχεται να διαψεύσει την επικρατούσα αντίληψη ότι οι δράσεις των επιχειρήσεων για το κλίμα και οι επενδύσεις στη βιώσιμη ανάπτυξη έχουν αρνητικό αντίκτυπο στις χρηματοοικονομικές τους επιδόσεις.
Αντίθετα, για ένα υποσύνολο των επιχειρήσεων που προχωρούν σε πιο τολμηρά βήματα, οι ολοκληρωμένες δράσεις για το κλίμα συνέβαλαν στη δημιουργία ευρύτερης αξίας για τους πελάτες (βελτιώνοντας τις αντιλήψεις για το brand ή και την αγοραστική τους συμπεριφορά), αλλά και για τους εργαζόμενους (συμβάλλοντας στην προσέλκυση και τη διατήρηση ανθρώπινου κεφαλαίου), οδηγώντας στην ενίσχυση της συνολικής χρηματοοικονομικής αξίας. Σε παγκόσμιο επίπεδο, αυτές οι επιχειρήσεις «πρωτοπόροι» (pacesetters), δεν έχουν μόνο επιτύχει μεγαλύτερες μειώσεις εκπομπών άνθρακα σε σχέση με τους οργανισμούς που υστερούν ως προς τις δράσεις που αναλαμβάνουν – δηλαδή, τις επιχειρήσεις «παρατηρητές» (observers) – αλλά είναι 2,4 φορές πιο πιθανό να αναφέρουν σημαντικά υψηλότερη από την αναμενόμενη χρηματοοικονομική αξία, ως αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών τους για το κλίμα.