Σχεδόν τα μισά νοικοκυριά στη χώρα μας αδυνατούν να διατηρηθούν επαρκώς ζεστά τους χειμερινούς μήνες ή δροσερά τους καλοκαιρινούς λόγω κόστους, σύμφωνα με έρευνα της Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ.
Μάλιστα, βάσει 500 ερωτηματολογίων που απαντήθηκαν μεταξύ 25 Μαΐου και 30 Ιουνίου φέτος, περίπου ένα στα πέντε νοικοκυριά ανάβει το σύστημα θέρμανσης λιγότερο από δύο ώρες την ημέρα ή και καθόλου.
Ως αποτέλεσμα, τουλάχιστον οι μισοί ερωτηθέντες δηλώνουν ότι έχουν θερμοκρασία εσωτερικού χώρου χαμηλότερη από αυτή που συνιστά ο ΠΟΥ και μεγαλύτερο μερίδιο αυτών εμφανίζουν συχνότερα προβλήματα υγείας.
1. Κοινωνικοοικονομικό προφίλ
Το 81% των νοικοκυριών περιελάμβαναν από δύο έως τέσσερα άτομα. Επιπλέον, περίπου το ένα πέμπτο των νοικοκυριών που συμμετείχαν στην έρευνα είχαν τουλάχιστον ένα μέλος με αναπηρία ή μακροχρόνια ασθένεια και το 16,3% είχε τουλάχιστον ένα μέλος που ήταν μακροχρόνια άνεργος.
2. Χαρακτηριστικά των κατοικιών και συστημάτων θέρμανσης
Περίπου το 40% των κατοικιών κατασκευάστηκαν πριν από το 1980 και στερούνται των βασικών προδιαγραφών μόνωσης. Επιπλέον, το 22,6% κατασκευάστηκε μεταξύ 1981 και 1995, το 23,4% κατασκευάστηκε μεταξύ 1996 και 2005 και το υπόλοιπο μετά το 2006. Το 71,42% δήλωσε ότι έχει ιδιόκτητη κατοικία και είναι αξιοσημείωτο ότι 31,9% αυτών έχουν δάνεια και υποθήκες.
3. Κόστος ενέργειας
Περίπου το 20% των νοικοκυριών λειτουργεί το σύστημα θέρμανσης για λιγότερο από 2 ώρες την ημέρα ή καθόλου και το 35% από 2 έως 4 ώρες την ημέρα. Ως αποτέλεσμα, περισσότερα από τα μισά νοικοκυριά αναφέρουν θερμοκρασία εσωτερικού χώρου μικρότερη από τη θερμοκρασία δωματίου που συνιστά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), δηλαδή μεταξύ 18-21οC. Το συγκεκριμένο είναι ανησυχητικό γιατί το ποσοστό των νοικοκυριών που αναφέρουν προβλήματα υγείας λόγω ανεπαρκούς θέρμανσης για θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 15-18οC είναι διπλάσιο από το αντίστοιχο ποσοστό για θερμοκρασία σπιτιού μεταξύ 18-21οC και το ποσοστό για θερμοκρασία σπιτιού κάτω από 15oC είναι περίπου τέσσερις φορές υψηλότερο.
Συνολικά, το 47,5% των νοικοκυριών δήλωσε ότι δυσκολεύεται να αντεπεξέλθει στις μηνιαίες δαπάνες, μόνο το 33,62% μπορεί να τα βγάλει πέρα με το τρέχον εισόδημα και το 10,5% ζει άνετα.
Προκειμένου να πληρώσει τα έξοδα ηλεκτρισμού και θέρμανσης τους τελευταίους 12 μήνες, ένα στα δύο νοικοκυριά έχει περικόψει τις δαπάνες φαγητού, περίπου ένα στα πέντε τις δαπάνες για φάρμακα, τέσσερα στα πέντε έχουν περιορίσει τη χρήση ηλεκτρικών συσκευών και φωτισμού, ένα στα δύο τη χρήση ζεστού νερού, τρία στα τέσσερα τη θέρμανση του σπιτιού, τέσσερα στα πέντε νοικοκυριά έχουν περικόψει την ψυχαγωγία και τρία στα πέντε τις μετακινήσεις.
5. Ενεργειακή φτώχεια
Περίπου το ένα πέμπτο των νοικοκυριών αναφέρουν καθυστερήσεις στους λογαριασμούς ενέργειας και περίπου το 5% δήλωσε ότι η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος/φυσικού αερίου είχε διακοπεί τους τελευταίους 12 μήνες.
Περίπου το ένα τρίτο των νοικοκυριών αναφέρουν προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την ανεπαρκή θέρμανση ή/και την παρουσία υψηλής υγρασίας στο σπίτι (36,15%).
Περίπου το 80% των νοικοκυριών έχουν περιορίσει τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, περισσότερο από το 75% τη χρήση θέρμανσης και περίπου το 50% τη χρήση ζεστού νερού για να μπορούν να πληρώσουν την ενέργεια τους τελευταίους 12 μήνες.
Περίπου το 36% των νοικοκυριών ξοδεύουν περισσότερο από το 10% του καθαρού εισοδήματός τους για τις ενεργειακές τους δαπάνες.
Το 67,23 δήλωσε ότι οι προμηθευτές ενέργειας δεν αντιμετωπίζουν τους καταναλωτές χαμηλού εισοδήματος με δίκαιο τρόπο και ιδιαίτερα τη διευκόλυνσή τους μέσω της δυνατότητας ρύθμισης οφειλών περισσότερων δόσεων.
Εν κατακλείδι, όπως αναφέρει η Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ., τα στοιχεία της έρευνας είναι ανησυχητικά, ενώ ισχύουν ακόμα τα έκτακτα μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης που έχει εφαρμόσει η ελληνική κυβέρνηση.
Συμπεράσματα
Σε όλες τις περιπτώσεις παρατηρείται μία αρνητική τάση μεταξύ εισοδήματος και δαπανών, με επακόλουθο την απότομη πτώση στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.
Υπάρχει σημαντικό ποσοστό κτιρίων πολύ χαμηλής ή χαμηλής ενεργειακής απόδοσης.
Μεγάλο μερίδιο νοικοκυριών κινδυνεύει από ενεργειακή φτώχεια που θα μπορούσε να μετριαστεί μέσω των προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης κατοικιών, η οποία θα πρέπει να συνοδεύεται με μεγαλύτερη επιδότηση στους ενεργειακά ευάλωτους, λιγότερη γραφειοκρατεία και στοχευμένη ενημέρωση ως προς τα προγράμματα και τη βέλτιστη αξιοποίηση των διαθέσιμων ενεργειακών πόρων (πράσινη ενέργεια).
Για την καλύτερη αντιμετώπιση των ως άνω προβλημάτων η Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ., στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Προγράμματος “REVERTER”, θα λειτουργήσει στα γραφεία της στις αρχές του επόμενου έτους πιλοτικό γραφείο «υπηρεσιών μιας στάσης», στο οποίο τα ευάλωτα νοικοκυριά θα μπορούν να βρουν μία «στέγη» με σκοπό να εγγραφούν σε επιδοτούμενα προγράμματα βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης των κατοικιών τους, παρέχοντας ενημέρωση, καθοδήγηση, στήριξη και βοήθεια.