Η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των χωρών της ΕΕ με τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων εκτός εργατικού δυναμικού (ηλικίας 15-64 ετών), μετά την Ιταλία και την Κροατία, σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, που δόθηκαν σήμερα στη δημοσιότητα.
Σύμφωνα με τη Eurostat, εκτός εργατικού δυναμικού θεωρούνται τα άτομα που δεν είναι ούτε απασχολούμενα ούτε άνεργα, δεν είναι διαθέσιμα ή δεν αναζητούν εργασία για διάφορους λόγους, για παράδειγμα, επειδή σπουδάζουν ή φροντίζουν μέλη της οικογένειας ή έχουν συνταξιοδοτηθεί ή λόγω ασθένειας ή αναπηρίας.
Ειδικότερα, το 2020 στην ΕΕ το ποσοστό των ατόμων εκτός εργατικού δυναμικού, ως ποσοστό του συνολικού πληθυσμού σε ηλικία εργασίας (15-64 ετών), ανήλθε σε 27,1%, αυξημένο κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2019.
Τα υψηλότερα ποσοστά κατέγραψαν η Ιταλία (35,9%), η Κροατία (32,9%), η Ελλάδα (32,6%), το Βέλγιο (31,4%) και η Ρουμανία (30,8%).
Αντιθέτως, τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν στη Σουηδία (17,5%), στην Ολλανδία (19,1%), στην Εσθονία (20,7%), στη Γερμανία (20,8%) και στη Δανία (21,0%).
Σε σύγκριση με το 2019, οι μεγαλύτερες αυξήσεις στο ποσοστό των ατόμων εκτός εργατικού δυναμικού καταγράφηκαν στην Ισπανία και την Ιταλία (1,6 ποσοστιαίες μονάδες το 2020), στην Ιρλανδία (1,4 μονάδες), στην Πορτογαλία (1,2 ), στη Βουλγαρία και στην Ελλάδα (1 ποσοστιαία μονάδα).
Αντίθετα, οι μεγαλύτερες μειώσεις καταγράφηκαν στη Μάλτα (-1,2 ), στη Λετονία (-0,9 ), στη Ρουμανία και στην Κροατία ( -0,6) και τη Λιθουανία (-0,5).
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ΕΕ, το ποσοστό των ατόμων εκτός του εργατικού δυναμικού, μειώθηκε από 32,3% το 2002 σε 26,6% το 2019.
Επιπλέον, το χάσμα μεταξύ του ποσοστού των γυναικών εκτός εργατικού δυναμικού και του αντίστοιχου ποσοστού των ανδρών, μειώθηκε από 16,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2002, σε 10,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2020.
Παρ’ όλα αυτά, περισσότερες είναι οι γυναίκες εκτός εργατικού δυναμικού από τους άνδρες – κάτι που ισχύει διαχρονικά.