Ξεκίνησε από την Αμερική, αλλά η εκτόξευση του πληθωρισμού έχει εξαπλωθεί και στις υπόλοιπες πλούσιες χώρες. Οι τιμές καταναλωτή στις πιο πλούσιες χώρες του ΟΟΣΑ αυξάνονται κατά 10,3%, σε ετήσια βάση, ο ταχύτερος ρυθμός αύξησης εδώ και τουλάχιστον τρεις δεκαετίες. Στην Ολλανδία, ο πληθωρισμός πλησιάζει το 12%, ποσοστό υψηλότερο και από της Αμερικής, ενώ στην Εσθονία ξεπερνά το ποσοστό του 22%. Mε πόσο δυναμικό τρόπο θα πρέπει να αντιδράσουν οι κεντρικές τράπεζες σε αυτή την πληθωριστική έξαρση; Η απάντηση εξαρτάται από τη ζημία που προκαλεί ο πληθωρισμός. Και αυτό εξαρτάται από το ποιον θα ρωτήσετε.
Ο πληθωρισμός θεωρείται δαπανηρός, καθώς διαβρώνει τις αποταμιεύσεις των πολιτών και στρεβλώνει τις τιμές. Υπάρχουν, επίσης, αναμφισβήτητα και περιπτώσεις που ο πληθωρισμός έχει «γονατίσει» την οικονομία. Κατά την περίοδο του υπερπληθωρισμού, στη Γερμανία της Βαϊμάρης, τη δεκαετία του 1920, οι αποταμιεύσεις των πολιτών εξανεμίστηκαν, «εξαφανίζοντας» τη μεσαία τάξη και ανοίγοντας τον δρόμο για την άνοδο του φασισμού. Εκτός ελέγχου βγήκε ο πληθωρισμός και στη Ζιμπάμπουε υπό τον Ρόμπερτ Μουγκάμπε. Mε τις τιμές να καταρρέουν, εκατομμύρια άνθρωποι ήρθαν αντιμέτωποι με σημαντικές ελλείψεις τροφίμων.
Ωστόσο, σε περιπτώσεις πιο ήπιων πληθωριστικών πιέσεων, όπως η σημερινή, ο κίνδυνος για μια τέτοια «οικονομική σφαγή» είναι λιγότερο πιθανός. Aυτό, όμως, που, συνήθως, προκαλεί ανησυχία, σε περιόδους πληθωρισμού, είναι ότι οι αυξήσεις των τιμών ξεπερνούν τις αυξήσεις των μισθών, προκαλώντας, έτσι, μείωση των πραγματικών εισοδημάτων. Αυτό είναι σχεδόν βέβαιο ότι συμβαίνει, τους τελευταίους μήνες, σε όλες τις πλούσιες χώρες. Οι πραγματικές ωριαίες αποδοχές, στην Αμερική, μειώθηκαν κατά 3,6% το έτος που έληξε τον Ιούνιο.
Σε γενικές γραμμές, όμως, οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι ο πληθωρισμός και το πραγματικό βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων δεν συσχετίζονται σε σημαντικό βαθμό. Μερικές φορές, οι τιμές αυξάνονται ταχύτερα από τους μισθούς – άλλες φορές, όμως, όχι. Οι πραγματικοί μισθοί, στη Βρετανία, αυξήθηκαν σημαντικά κατά τη διάρκεια του πληθωρισμού τη δεκαετία του 1970. Ο Economist εξέτασε στοιχεία για 35 χώρες του ΟΟΣΑ από το 1990. Στα έτη που ο πληθωρισμός ξεπερνούσε το 5%, διαπιστώνουμε ότι, κατά μέσο όρο, αυξήθηκαν οι πραγματικοί μισθοί. Ο πληθωρισμός μπορεί, επίσης, να βοηθήσει τους ανέργους να βρουν δουλειά, ακόμη κι αν πλήττει όσους ήδη εργάζονται. Μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2007-09, η στερλίνα υποτιμήθηκε, αυξάνοντας τον πληθωρισμό στη Βρετανία και μειώνοντας τους πραγματικούς μισθούς. Οι εταιρείες, εκείνη την εποχή, είχαν τo περιθώριο να προσλάβουν περισσότερους εργαζόμενους.
Η άποψη ότι ο πληθωρισμός διαταράσσει τις τιμές – μία από τις υποτιθέμενες οικονομικές συνέπειες- είναι, επίσης, υπερβολική, ιδιαίτερα όταν αναφερόμαστε σε ήπιες πληθωριστικές πιέσεις. Ο καπιταλισμός κατανέμει τους πόρους μέσω των κινήσεων των σχετικών τιμών: εάν η τιμή των αυτοκινήτων αυξηθεί σε σύγκριση με την τιμή των ποδηλάτων, θα πρέπει τελικά να παραχθούν περισσότερα αυτοκίνητα. Ανησυχίες, όμως, επικρατούν ότι ο πληθωρισμός διαταράσσει αυτή τη διαδικασία, καθιστώντας δυσκολότερη τη διάκριση των «πραγματικών» σχετικών τιμών των αυτοκινήτων και των ποδηλάτων.
Σε δημοσίευση του 2018, ωστόσο, η Έμι Νακαμούρα από το Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια, στο Μπέρκλεϊ, και οι συνεργάτες της εξετάζουν τις αποκλίσεις των τιμών, με την πάροδο του χρόνου, για τα ίδια είδη προϊόντων. Εξετάζοντας τη δεκαετία του 1970 – περίοδος υψηλού πληθωρισμού- δεν βρίσκουν «καμία ένδειξη ότι οι τιμές απέκλιναν περισσότερο από το βέλτιστο επίπεδό τους» σε σχέση με λίγο πριν την πανδημία, όταν ο πληθωρισμός ήταν πολύ χαμηλότερος. Τα «αδιάσειστα συμπεράσματα σχετικά με [τη] βελτιστοποίηση των χαμηλών ποσοστών πληθωρισμού [εν προκειμένω] πρέπει να επανεκτιμηθούν», καταλήγουν οι ίδιοι.
Τέτοιου είδους δημοσιεύσεις επαληθεύουν ένα ευρύτερο σύνολο έργων, το οποίο χρονολογείται εδώ και δεκαετίες, και αμφισβητεί τη σχέση μεταξύ πληθωρισμού και ανάπτυξης. Έγγραφο που δημοσιεύθηκε από το ΔΝΤ, το 2014, σημείωνε ότι «λίγες εμπειρικές μελέτες έχουν προσπαθήσει να εντοπίσουν τις συνέπειες ενός μονοψήφιου πληθωρισμού». Το 1996, οι Μάικλ Μπρούνο και Γουίλιαμ Ίστερλι από την Παγκόσμια Τράπεζα διαπίστωσαν ότι «δεν υπάρχει καμία σχέση πληθωρισμού και ανάπτυξης σε ετήσια ποσοστά πληθωρισμού χαμηλότερα του 40%». Το επόμενο έτος, ο Πολ Κρούγκμαν έγραψε ότι «παρόλο που ο πληθωρισμός θεωρείται, σε παγκόσμιο επίπεδο, τρομερή μάστιγα, το κόστος του δεν είναι, τελικά, και τόσο τρομερό»
Επομένως, έχει η σημερινή έκρηξη πληθωρισμού, στον πλούσιο κόσμο, ελάχιστο κόστος, ή μήπως δεν έχει κανένα κόστος απολύτως; Το πρόβλημα για τους οικονομολόγους είναι ότι υπάρχει μια πραγματικότητα, η οποία δεν μπορεί να συμπεριληφθεί στην έρευνά τους. Λίγοι είναι αυτοί γνωρίζουν ή ενδιαφέρονται για τα αποτελέσματά των εν λόγω ερευνών. Έχουν, όμως, την ίδια στάση απέναντι στον πληθωρισμό: τον απεχθάνονται τρομερά.
Ο πληθωρισμός φαίνεται να κατέχει ιδιαίτερη θέση στη συνείδηση του κοινού. Η ανάλυσή μας, βάσει αγγλόφωνων εφημερίδων και αναρτήσεων σε μπλογκ δείχνει ότι, κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 2010, οι οργανισμοί μέσων ενημέρωσης αναφέρονταν στον πληθωρισμό 50% συχνότερα από ό,τι στην ανεργία, παρόλο που η ανεργία, κατά τη διάρκεια εκείνης της δεκαετίας, αποτελούσε ένα πολύ σημαντικότερο οικονομικό πρόβλημα. Τη δεκαετία του 1990, ο Ρόμπερτ Σίλερ, από το Πανεπιστήμιο Γέιλ, ρώτησε τους ανθρώπους σε διάφορες χώρες για τις απόψεις τους σχετικά με τον πληθωρισμό και τις συνέκρινε με τις απόψεις των οικονομολόγων. Διαπίστωσε ότι οι απλοί πολίτες είχαν πολύ πιο ακραίες απόψεις για το θέμα από ό,τι οι ακαδημαϊκοί που το μελετούν επαγγελματικά.
Οι πολίτες θεωρούν ότι ο πληθωρισμός τους κάνει φτωχότερους και ότι τους δυσκολεύει να κάνουν σχέδια. Ακόμα, πιστεύουν ότι ο πληθωρισμός είναι σημάδι ότι αδίστακτες εταιρείες τους εκμεταλλεύονται (τα δύο τρίτα των Αμερικανών αποδίδουν την πρόσφατη αύξηση του πληθωρισμού στην απληστία των εταιρειών). Οι οικονομολόγοι, αντίθετα, δίνουν πιο αμφίσημες απαντήσεις. Περισσότεροι από τους μισούς Αμερικανούς «συμφωνούν πλήρως» ότι η πρόληψη του υψηλού πληθωρισμού είναι εξίσου σημαντική με τη διακοπή της κατάχρησης ναρκωτικών ή και τη διατήρηση ενός καλού εκπαιδευτικού επιπέδου, σε αντίθεση με μόλις το 18% των οικονομολόγων που υποστηρίζουν κάτι τέτοιο. Στην ίδια έρευνα, ο Σίλερ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 46% των πολιτών επιθυμούσε η κυβέρνηση να μειώσει το επίπεδο των τιμών, μετά από έξαρση πληθωρισμού (δηλαδή να προκαλέσει αποπληθωρισμό), κίνηση που λίγοι οικονομολόγοι θα συνιστούσαν.
Ας γίνουμε ρεαλιστές
Ίσως οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να αγνοήσουν τις απόψεις των απλών πολιτών. Εάν οι ειδικοί καταλήξουν στο συμπέρασμα ότι οι συνέπειες του πληθωρισμού δεν είναι τόσο σημαντικές, τότε ποιες είναι οι πληροφορίες που θα χρειαστούν για τη χάραξη πολιτικής; Μία άλλη οπτική, ωστόσο, είναι ότι το ψυχολογικό κόστος ενός υψηλού πληθωρισμού είναι ιδιαίτερα σημαντικό και ότι οι κεντρικοί τραπεζίτες, όπως και οι κυβερνήσεις, θα πρέπει να το λάβουν υπόψη τους. Η καταπολέμηση του πληθωρισμού, μέσω της βίαιης σύσφιξης της δημοσιονομικής ή της νομισματικής πολιτικής, θεωρείται συχνά σκληρή επιλογή, επειδή επιβραδύνει την οικονομία και κινδυνεύει να προκαλέσει ύφεση. Στην πραγματικότητα, όμως, είναι μια από τις πιο λαϊκίστικες πολιτικές που υπάρχουν.