Σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο παγκόσμιο περιβάλλον, όπου οι γεωπολιτικές ανακατατάξεις, η κλιματική κρίση, οι οικονομικές πιέσεις και οι ισχυρές τεχνολογικές μεταβολές ανατρέπουν σταθερές δεκαετιών, η Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών είναι αντιμέτωπη με πρωτόγνωρες προκλήσεις - προκλήσεις, αλληλένδετες μεταξύ τους που όχι μόνο επηρεάζουν άμεσα τις αγορές, αλλά δημιουργούν και νέες απαιτήσεις για ευελιξία, ανθεκτικότητα και επενδύσεις σε έρευνα και καινοτομία.
Σε αυτές τι συνθήκες, ειδικά για τη χώρα μας, το εξαιρετικά ανησυχητικό φαινόμενο του δημογραφικού με μόλις 72.000 γεννήσεις το 2023, από 76.000 το 2022, απειλεί τις προοπτικές της ελληνικής κοινωνίας.
Του Ιωάννη Γιώτη*
Ως ισχυρός πυλώνας της Εθνικής Οικονομίας και πρώτος κλάδος στην Μεταποίηση, η Βιομηχανία μας παραμένει προσηλωμένη στη διασφάλιση της διατροφικής επάρκειας στη χώρα μας, ανοίγοντας ταυτόχρονα νέες προοπτικές στον διατροφικό μας πολιτισμό. Στο πλαίσιο αυτό, στον ΣΕΒΤ εντοπίζουμε τις πιο σημαντικές προκλήσεις, σε τρεις βασικούς άξονες:
1) Πρώτον στην Παραγωγή & στην εφοδιαστική αλυσίδα,
2) Δεύτερον, στο ανθρώπινο δυναμικό και την προαγωγή του και
3) Τρίτον στη στήριξη της κατανάλωσης.
Όσον αφορά την Παραγωγή και την εφοδιαστική αλυσίδα, οι διακυμάνσεις στις τιμές των πρώτων υλών αποτελούν ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα, καθώς δημιουργούν αστάθεια που επιδεινώνει την ήδη περιορισμένη διαθεσιμότητα των πόρων. Ειδικά τα τελευταία τρία χρόνια, η Βιομηχανία μας κατέβαλε σημαντικές προσπάθειες και απορρόφησε μεγάλο μέρος των αυξήσεων, βάζοντας φρένο στην μετακύλισή τους στα νοικοκυριά.
Σημαντικό επίσης εμπόδιο, κυρίως για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, αποτελούν οι περιορισμοί στη χρηματοδότηση. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ, η έλλειψη χρηματοδότησης είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τον κλάδο και επηρεάζει την ικανότητά μας να επενδύσουμε σε καινοτομία και βιωσιμότητα για τη διασφάλιση της επιχειρηματικής μας συνέχειας.
Παράλληλα, οι καθυστερήσεις στην αποπληρωμή επενδυτικών προγραμμάτων συνεχίζουν να μας προβληματίζουν, καθώς αφορούν επενδύσεις που έχουν ολοκληρωθεί και ελεγχθεί από τους αρμόδιους φορείς. Αυτές οι καθυστερήσεις, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια δανεισμού, τις εργοδοτικές εισφορές, τη χαμηλή παραγωγικότητα, το υψηλό κόστος ενέργειας αλλά και τα αυξημένα κόστη διάθεσης των προϊόντων μας -για την αποθήκευση, τη διανομή, την προώθηση, την τοποθέτηση στην αγορά- αυξάνουν εκθετικά το κόστος παραγωγής, οδηγώντας σε δυσανάλογες συγκρίσεις της Ελλάδας με άλλες χώρες της Ευρώπης.
Ο δεύτερος κρίσιμος άξονας που εντοπίζουμε είναι το ανθρώπινο δυναμικό. Είναι πραγματικότητα ότι ο κλάδος μας συγκεντρώνει υψηλό επίπεδο επαγγελματιών, με 4 στους 10 εργαζόμενους να είναι απόφοιτοι πανεπιστημίου, ενώ πολλοί διαθέτουν μεταπτυχιακές σπουδές. Ωστόσο, με τη χώρα μας στην 3η χειρότερη θέση στον δείκτη European Skills Index του CEDEFOP, το μέλλον των δεξιοτήτων φαίνεται αβέβαιο.
Και ο τρίτος καθοριστικός άξονας: οι καταναλωτές μας, που δε θα κουραστώ ποτέ να λέω ότι για εμάς είναι η περιουσία μας.
Γι’ αυτό, καθημερινή μας προτεραιότητα είναι η διασφάλιση της πρόσβασής τους σε βιώσιμα, ασφαλή, ποιοτικά και προσιτά προϊόντα.
Σε μια περίοδο που το ζήτημα του πληθωρισμού εξακολουθεί να είναι επίκαιρο, η Βιομηχανία μας απορροφά σταθερά σημαντικό μέρος του κόστους. Με τη συντονισμένη προσπάθεια όλων μας μάλιστα, είδαμε τη σταθεροποίηση των τιμών στα ράφια τον Οκτώβριο, με τον δείκτη τροφίμων να βρίσκεται μόλις στο 0,5%, αφαιρώντας πάντα το ελαιόλαδο.
Παρά τις προσπάθειές μας ωστόσο, βιώνουμε ένα κλίμα δυσπιστίας που δημιουργούν μεταξύ άλλων οι συνεχείς έλεγχοι - έλεγχοι που βαραίνουν έναν κλάδο που έχει αποδείξει την αξιοπιστία και τη συνέπειά του, και του οποίου η φήμη πλήττεται.
Κι ενώ το ποσοστό της δαπάνης για τρόφιμα δεν αποτελεί το κύριο βάρος για τα νοικοκυριά-όλοι βλέπουμε τα κόστη για ενοίκια, ρεύμα και καύσιμα, η μείωση της κατανάλωσης είναι πραγματικά καταστροφική. Αυτή είναι η αλήθεια μας.
Η διατήρηση της ζήτησης και η ενίσχυσή της είναι ζωτικής σημασίας για να συνεχίσουμε να λειτουργούμε και για να μπορούμε με συνέπεια να στηρίζουμε χιλιάδες οικογένειες που εξαρτώνται από εμάς.
Όσο όμως κι αν δοκιμαζόμαστε από συνεχείς δυσκολίες και προκλήσεις, η ελληνική Βιομηχανία Τροφίμων και Ποτών παραμένει ανθεκτική, χάρη στις υγιείς της βάσεις.
Παραμένει σταθερά ο μεγαλύτερος εργοδότης στη μεταποίηση, με 360.000 άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, στηρίζοντας την απασχόληση και τις τοπικές κοινωνίες. Συμβάλλει καθοριστικά στην οικονομική δραστηριότητα της χώρας, με κύκλο εργασιών 17 δισ. ευρώ. και εξαγωγές που αγγίζουν τα 7 δισ. ευρώ.
Χτίζοντας σε αυτές τις βάσεις, εξασφαλίσαμε σταθερότητα στην εφοδιαστική αλυσίδα σε κρίσιμες στιγμές, όπως κατά την πανδημία και την Ουκρανική κρίση, ενώ ανταποκριθήκαμε άμεσα στις ανάγκες των συμπολιτών μας στις πλημμύρες στη Θεσσαλία.
Κοιτάζοντας μπροστά, ξέρουμε ότι οι προκλήσεις δεν θα πάψουν να υπάρχουν, απαιτώντας προσαρμογή, ευελιξία και καινοτομία. Παρακολουθούμε τις καταναλωτικές τάσεις και προσφέρουμε πιο υγιεινές επιλογές με καλές πρακτικές όπως η Ανασύνθεση και υιοθετούμε νέες τεχνολογίες, όπως η αυτοματοποίηση, η ψηφιοποίηση της παραγωγής, η τεχνητή νοημοσύνη.
Τώρα όσον αφορά στο αναπτυξιακό και το ρυθμιστικό πλαίσιο, το Νέο παραγωγικό μοντέλο σίγουρα δίνει στίγμα αισιοδοξίας για το μέλλον. Ωστόσο, για να συνεχίσουμε να πρωτοστατούμε στις εξελίξεις, χρειαζόμαστε τη στήριξη που δικαιωματικά μας αξίζει.
Το αίτημα του ΣΕΒΤ είναι ένα- Απλό αλλά θεμελιώδες: η αναγνώριση της αξίας και ο σεβασμός σε έναν κλάδο που έχει συμβάλλει και συνεχίζει να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάπτυξη της χώρας και την πραγματική ευημερία της κοινωνίας μας.
Ο σεβασμός σε έναν κλάδο με σημαντικό οικονομικό και κοινωνικό αποτύπωμα. Ο σεβασμός σε έναν κλάδο θεματοφύλακα της ποιότητας ζωής κάθε πολίτη.
Η συνεργασία με την Πολιτεία και τους υπόλοιπους φορείς είναι πιο κρίσιμη από ποτέ. Μέσα από ανοιχτό διάλογο, και κοινή προσπάθεια, βρίσκουμε λύσεις. Ο κλάδος Τροφίμων και Ποτών είναι κινητήρια δύναμη ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Για να συνεχίσουμε όμως να διαδραματίζουμε αυτόν τον ρόλο και για να μπορέσουμε να μιλάμε για μια νέα εποχή ανάπτυξης και προοπτικής, χρειαζόμαστε την εμπιστοσύνη και την στήριξη που δικαιωματικά έχουμε κερδίσει.
* O Ιωάννης Γιώτης είναι πρόεδρος Ελληνικών Βιομηχανιών Τροφίμων-Ποτών.
** Ομιλία του στο 15ο Συνέδριο του ΙΕΛΚΑ