Ο ιδιωτικός τομέας της Ευρωζώνης ανέκαμψε τον Ιανουάριο μετά από δύο μήνες συρρίκνωσης, εκπλήσσοντας ευχάριστα τους αναλυτές, με τον πολύπαθο μεταποιητικό τομέα να εμφανίζει μικρά σημάδια βελτίωσης.
Ο σύνθετος δείκτης υπευθύνων προμηθειών της S&P Global αυξήθηκε σε υψηλό πέντε μηνών στο 50,2 από 49,6 τον προηγούμενο μήνα, ανεβαίνοντας ξανά πάνω από το επίπεδο του 50 που διαχωρίζει την ανάπτυξη από την ύφεση. Οι αναλυτές είχαν εκτιμήσει ότι η μέτρηση θα διαμορφωνόταν στο 49,7.
Το αποτέλεσμα αντανακλά μια ελαφρώς ισχυρότερη επίδοση του κατασκευαστικού κλάδου, παρότι η μέτρηση 46,1 δείχνει ότι βαθιά σε έδαφος συρρίκνωσης. Ο κλάδος των υπηρεσιών εξακολουθεί να αποτελεί το φωτεινό σημείο της οικονομίας της Ευρωζώνης με τον δείκτη του να παραμένει σε γενικές γραμμές σταθερός στο 51,4.
«Το εναρκτήριο λάκτισμα του νέου έτους είναι ελαφρώς ενθαρρυντικό – ο ιδιωτικός τομέας έχει επιστρέψει σε κατάσταση προσεκτικής ανάπτυξης», δήλωσε την Παρασκευή σε δήλωσή του ο Cyrus de la Rubia, επικεφαλής οικονομολόγος της Hamburg Commercial Bank. «Η Γερμανία έπαιξε σημαντικό ρόλο στη βελτίωση της οικονομίας της ευρωζώνης, με τον σύνθετο δείκτη να κάνει άλμα και να επανέρχεται σε επίπεδα επέκτασης».
Μετά την ανακοίνωση των στοιχείων, το ευρώ διατήρησε τα κέρδη του έναντι του δολαρίου, διαπραγματευόμενο περίπου 0,8% υψηλότερα στα 1,0493 δολάρια, ενώ οι traders μείωσαν τα στοιχήματα για μειώσεις των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τιμολογώντας μειώσεις 90 μονάδων βάσης έως το τέλος του έτους – από πάνω από 100 μονάδες βάσης νωρίτερα αυτή την εβδομάδα.
Οι προβλέψεις, η πολιτική συγκυρία και η ΕΚΤ
Παρά την άνοδο του δείκτη PMI, ωστόσο, μια ουσιαστική αναζωογόνηση της οικονομίας των 20 χωρών της Ευρωζώνης δεν διαφαίνεται άμεσα στον ορίζοντα. Οι προοπτικές για τη Γερμανία, τη μεγαλύτερη οικονομία της, παραμένουν υποτονικές μετά από ένα δεύτερο συνεχόμενο έτος πτώσης της παραγωγής. Η Γαλλία, εν τω μεταξύ, κλυδωνίζεται επίσης με αιχμή τα δημόσια οικονομικά εν μέσω ασταθούς πολιτικού σκηνικού.
Ωστόσο, υπάρχει η ελπίδα ότι οι πρόωρες εκλογές τον επόμενο μήνα μπορεί να βελτιώσουν την τύχη της Γερμανίας, ανοίγοντας τον δρόμο επί παραδείγματι για περισσότερες επενδύσεις σε υποδομές. Βραχυπρόθεσμα, η Bundesbank βλέπει να διατηρείται η πρόσφατη τάση στασιμότητας. Η μέτρηση του δείκτη PMI της χώρας μόλις που ξεπέρασε το 50.
Η ΕΚΤ αναμένεται να φέρει κάποια αισιοδοξία την επόμενη εβδομάδα με την αναμενόμενη πέμπτη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης σε αυτόν τον κύκλο νομισματικής χαλάρωσης. Παράλληλα, θα πρέπει να ακολουθήσουν και άλλες υπό την προϋπόθεση ότι οι εμπορικές πρωτοβουλίες του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ δεν θα τις εκτροχιάσουν. Παρότι ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ δεν επέβαλε δασμούς από τις πρώτες ημέρες της νέας του θητείας, εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για τον τρόπο με τον οποίο η ΕΕ πραγματοποιεί το εμπόριο, λέγοντας ότι αντιμετωπίζει τις ΗΠΑ «πολύ πολύ άσχημα».
Οι αξιωματούχοι της ΕΚΤ αυτή την εβδομάδα στο Νταβός υποβάθμισαν την πληθωριστική απειλή από τυχόν δασμολογικές επιβαρύνσεις που θα επιβάλει ο Trump, εκφράζοντας την πεποίθηση ότι ο στόχος του 2% θα επιτευχθεί με βιώσιμο τρόπο φέτος.
Ωστόσο, οι πιέσεις στις τιμές δεν έχουν υποχωρήσει πλήρως. Η έρευνα της S&P Global για τον Ιανουάριο αποκάλυψε την «εντονότερη» αύξηση του κόστους των εισροών εδώ και εννέα μήνες στον τομέα των υπηρεσιών. Το συνολικό κόστος παραγωγής αυξήθηκε επίσης ταχύτερα στις αρχές του 2025. «Τα νέα στο μέτωπο των τιμών δεν είναι ενθαρρυντικά», δήλωσε ο de la Rubia. «Στον τομέα των υπηρεσιών, αυτό οφείλεται πιθανότατα στις αυξήσεις των μισθών, οι οποίες αυξήθηκαν στη ζώνη του ευρώ με τον υψηλότερο ρυθμό από την καθιέρωση του ευρώ κατά το τρίτο τρίμηνο του 2024».
Η S&P Global ανακοίνωσε ότι η επιχειρηματική εμπιστοσύνη ήταν σε γενικές γραμμές σταθερή στις αρχές του 2025, με τους κατασκευαστές να γίνονται πιο αισιόδοξοι και τις εταιρείες να παραμένουν αισιόδοξες ότι η παραγωγή θα αυξηθεί κατά το επόμενο έτος.
Αλλά ενώ το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξήθηκε κατά 0,4% το τρίτο τρίμηνο του περασμένου έτους, τα πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι η οικονομική δραστηριότητα επιβραδύνθηκε προς το τέλος του έτους. Πράγματι, οι αριθμοί για τους επόμενους τρεις μήνες, που αναμένεται να ανακοινωθούν την επόμενη εβδομάδα, είναι πιθανό να δείξουν μόνο ισχνή ανάπτυξη.