Πέθανε σε ηλικία 83 ετών ο Φετουλάχ Γκιουλέν, υπ’ αριθμόν ένα εχθρός του Τούρκου προέδρου Ερντογάν.
Σύμφωνα με τουρκικά ΜΜΕ, ο Γκιουλέν απεβίωσε σε νοσοκομείο στην Πενσιλβάνια των ΗΠΑ, όπου ζούσε από το 1999.
Είχε κατηγορηθεί από τον Ερντογάν ως «εγκέφαλος» της απόπειρας πραξικοπήματος το 2016.
Ποιος ήταν ο Φετουλάχ Γκιουλέν
Ξεκίνησε το 1959 ως ιμάμης, αλλά στην πορεία δημιούργησε ένα κίνημα που απέκτησε έναν εντυπωσιακό μηχανισμό και δίκτυο επιρροής. Η καινοτομία του ήταν πως συνδύαζε τον ισλαμισμό με δυτικές αντιλήψεις και πρακτικές. Υποστήριζε την ενσωμάτωση των μουσουλμάνων στον σύγχρονο κόσμο δίνοντας έμφαση στην επιτυχία τους, αλλά με τρόπο που να διατηρείται έντονα ο συντηρητικός τρόπος ζωής στην ιδιωτική σφαίρα. To 1999 διέρρευσε μια ομιλία του σε στενό κύκλο και έφερε στην επιφάνεια μια άγνωστη πλευρά του κινήματος: «Πρέπει να κινηθείτε στις αρτηρίες του συστήματος, χωρίς κανείς να καταλάβει την παρουσία σας μέχρις ότου φθάσετε σε όλα τα κέντρα εξουσίας… Μέχρι τότε, οποιοδήποτε βήμα θα είναι πρόωρο, σαν να σπάσεις ένα αυγό αντί να περιμένεις να εκκολαφθεί», είχε πει. Ο ίδιος επέμεινε αργότερα πως όσα είχε πει είχαν αποκοπεί και παρερμηνευθεί. Ομως τα λόγια του εκείνα, αλλά κυρίως η δύναμη που είχε αποκτήσει, είχαν ως αποτέλεσμα να βρεθεί κατηγορούμενος από τους κεμαλιστές πως αναμειγνύεται στην πολιτική και υπονομεύει το κοσμικό καθεστώς. Αυτός ήταν και ο λόγος που την ίδια χρονιά, και έπειτα από παρότρυνση του τότε πρωθυπουργού Ετσεβίτ –με τον οποίο διατηρούσε καλές σχέσεις–, αποφάσισε, ύστερα από ένα ταξίδι στην Αμερική για ιατρικούς λόγους, να παραμείνει εκεί. Παρότι στο δικαστήριο εκείνο τελικά αθωώθηκε, αποφάσισε να μην επιστρέψει στην πατρίδα του.
Από την Αμερική πλέον, παρακολουθούσε τις εξελίξεις και, παρότι συχνά ισχυριζόταν το αντίθετο, είναι σαφές πως η στήριξή του ήταν αυτή που δυνάμωσε τον Ερντογάν μετά την εκλογική του νίκη το 2002. Χιλιάδες άνθρωποι του κινήματος διείσδυσαν στον στρατό, στα σώματα ασφαλείας και σε θέσεις εξουσίας. Σύμφωνα με τους επικριτές τους, εκμεταλλεύθηκαν την εξουσία αυτή πολλές φορές εις βάρος άλλων μειονοτήτων –κυρίως Κούρδων– αλλά και κεμαλιστών. Οι ίδιοι το αρνούνται κατηγορηματικά. Επιμένουν πως η ρήξη με τον Ερντογάν ήρθε το 2013, όταν αποκάλυψαν την εμπλοκή του σε μια σειρά από οικονομικά σκάνδαλα. Τότε ξεκίνησαν οι πρώτες διώξεις γκιουλενιστών, οι οποίες πήραν ανεξέλεγκτες διαστάσεις μετά το πραξικόπημα. Μετά το 2016 πάνω από ένα εκατομμύριο άνθρωποι κατηγορήθηκαν ως τρομοκράτες και διαλύθηκαν οι ζωές τους.
Εκτοτε υπήρχε συνεχής πίεση προς την Αμερική για να εκδοθεί ο ιμάμης στην Τουρκία. Ο Τούρκος πρόεδρος είχε προσπαθήσει τα πάντα. Από «διπλωματία της ομηρίας» (όπου για δύο χρόνια κρατούσε φυλακισμένο στην Τουρκία τον Αμερικανό πάστορα Μπράνσον και διαπραγματευόταν την αποφυλάκισή του με αντάλλαγμα τον Γκιουλέν) μέχρι σκοτεινές επαφές με υψηλόβαθμα στελέχη της προηγούμενης κυβέρνησης.
(Σύμφωνα με καταθέσεις στη Δικαιοσύνη, ο Μάικλ Φλιν, πρώην σύμβουλος του Τραμπ σε θέματα εθνικής ασφάλειας, θα λάμβανε 15 εκατ. δολάρια για να βοηθήσει στην απαγωγή του.) Οι άνθρωποί του δεν ανησύχησαν ποτέ πως θα μπορούσε η Αμερική να τον εκδώσει, αλλά όταν ένα ελικόπτερο έκανε επίμονους κύκλους πάνω από την έκταση, κάλεσαν το FBI. Σύμφωνα με τις διηγήσεις τους, εκείνοι αποφάνθηκαν πως έπρεπε να μετακομίσει από το μικρό ξύλινο κτίριο κοντά στην είσοδο στο κτίριο που είχε μόλις χτιστεί με αυστηρές προδιαγραφές. Για να μπει κανείς μέσα, περνάει από μια πύλη σαν αεροδρομίου, ενώ υπάρχουν κάμερες σε κάθε γωνιά.
Ο χοτζαεφέντης (όπως αποκαλούσαν τον Γκιουλέν) σπάνια έβγαινε από αυτό το κτίριο. Μόνο για επισκέψεις στο νοσοκομείο, ενώ κατόπιν πίεσης των γιατρών έκανε πότε πότε μια μικρή βόλτα στον κήπο.