Αμετάβλητη άφησε τη βαθμολογία της ελληνικής οικονομίας η Fitch Ratings, κρατώντας το ελληνικό αξιόχρεο σταθερό στο «ΒΒΒ-», με «σταθερό» outlook. Θυμίζουμε πως ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης μας είχε δώσει την… πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα τον περασμένο Δεκέμβριο.
Έτσι, περίπου έξι μήνες μετά θα ήταν δύσκολο για τον οίκο να προχωρήσει σε νέα θετική αναθεώρηση, δεδομένου πως είναι συνήθης πρακτική των διεθνών οίκων να μεσολαβεί ένα διάστημα τουλάχιστον ενός έτους πριν την επόμενη αναβάθμιση. Αν και η Fitch, στην νέα αξιολόγηση της, αναγνωρίζει εκ νέου στην πρόοδο που έχει κάνει η οικονομία.
Σε κάθε περίπτωση η διατήρηση της βαθμολογίας στα ίδια επίπεδα δεν είναι αρνητική εξέλιξη, αλλά απλά ουδέτερη. Ειδικά σε ένα διάστημα που η ευρωπαϊκή οικονομία πιέζεται συνολικά από τις συνεχιζόμενες γεωπολιτικές αναταράξεις, τον επίμονο πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια της ΕΚΤ.
Η έκθεση αναφέρεται στα ισχυρά στοιχεία αλλά και τις αδυναμίες της αμερικανικής οικονομίας. Στα πρώτα εντάσσονται τα επίπεδα του κατά κεφαλήν εισοδήματος και οι δείκτες διακυβέρνησης και αξιοπιστίας στη χάραξη των πολιτικών με τη στήριξη της ΕΕ και στις δεύτερες το υψηλό δημόσιο χρέος, η υψηλή ανεργία (αν και έχει μειωθεί), η χαμηλή μεσοπρόθεσμη προοπτική ανάπτυξης αλλά και κάποια επίμονα ευάλωτα σημεία στον τραπεζικό κλάδο.
Η Fitch εκτιμά πως το ονομαστικό έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης θα συνεχίσει να υποχωρεί στο 0,8% του ΑΕΠ το 2025, με πρωτογενή πλεονάσματα κατά μέσο όρο ύψους 2,3% το 2024-25. Μάλιστα, ο οίκος κάνει μνεία στην ισχυρή δέσμευση της κυβέρνησης για τη διατήρηση της δημοσιονομικής ορθότητας.
Ο συνδυασμός των ισχυρών δημοσιονομικών αποτελεσμάτων θα συνεχίσει να οδηγεί πτωτικά τον λόγο του δημοσίου χρέους στο 147,3% του ΑΕΠ το 2025 και κάτω από το 140% το 2028. Η αναπροσαρμογή αυτή θα είναι αξιοσημείωτη, αλλά και πάλι θα αφήσει τα επίπεδα του χρέους πολύ πάνω από τον μέσο όρο της βαθμίδα του “ΒΒΒ” των κρατών της Ευρωζώνης. Πάντως, τα μεγάλα ταμειακά διαθέσιμα (35 δισ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο του έτους) χρησιμεύουν σαν μαξιλάρι ασφαλείας και θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για περαιτέρω μείωση του χρέους.
Όσον αφορά την ανάπτυξη, το ανοδικό momentum θα συνεχιστεί με το πραγματικό ρυθμό ανάπτυξης του ΑΕΠ να φτάνει το 2,3% το 2024 και το 2,4% το 2025, από 2% το 2023, ήτοι πολύ πάνω από τον μέσο όρο του 1,1% της Ευρωζώνης. Μοχλός ανάπτυξης θα σταθούν οι αυξήσεις των μισθών, η συνεχής αύξηση της απασχόλησης και οι σταθερές επενδύσεις.
Για την αγορά εργασίας, εξάλλου, η έκθεση αναμένει σταδιακή αποκλιμάκωση της ανεργίας, που ήδη βρίσκεται σε χαμηλό 15 ετών (στο 10,2% το Μάρτιο) μέσα στην επόμενη διετία. Αν και εντοπίζεται κίνδυνος από την αύξηση του ελλείμματος σε θέσεις εργασίας κυρίως σε ευαίσθητους κλάδους όπως ο τουρισμός και ο κατασκευαστικός τομέας.
Οι τράπεζες
Για τις ελληνικές τράπεζες υπογραμμίζεται πως έχουν διατηρήσει υψηλή ρευστότητα και ισχυρή κερδοφορία, υποστηριζόμενες από τα αυξημένα επιτόκια, την ολοκλήρωση της αναδιάρθρωσης και την εκκαθάριση των ισολογισμών. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου (CET1) αυξήθηκε στο 18,8% στο τέλος του 2023, ελαφρώς μόνο κάτω από τον μέσο όρο της Eυρωζώνης, στο 19,7%. Ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε περαιτέρω στο 6,2% στα τέλη του 2023 (από 8,7% στα τέλη του 2022) και ο οίκος εκτιμά ότι ο δείκτης θα μειωθεί περαιτέρω το 2024-2025, χάρη σε έναν συνδυασμό οργανικών ενεργειών και μικρών πωλήσεων χαρτοφυλακίου.