Ένα από τα μεγάλα και διαχρονικά προβλήματα της χώρας είναι η φοροδιαφυγή αλλά και το ότι δεν υπάρχει ένα δίκαιο σύστημα φορολόγησης. Αυτό διαχρονικό πρόβλημα εξακολουθεί να υφίσταται και σήμερα, χωρίς να φαίνεται στον ορίζοντα ένα αποτελεσματικό σχέδιο αντιμετώπισης του.
Προφανώς δεν πρέπει να κρυβόμαστε από την πραγματικότητα. Υπάρχει πρόβλημα και πρέπει να αντιμετωπιστεί, αλλά πρέπει να βρούμε έναν τρόπο σύγχρονο, δίκαιο, αντικειμενικό και όχι η φορολογική μεταρρύθμιση να αποτελεί απλά και μόνο ένα προεκλογικό «εργαλείο».
Πυξίδα για τη φορολογική μεταρρύθμιση της χώρας είναι εργαλεία που έχουν φέρει αποτέλεσμα σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και όχι η εξυπηρέτηση των ημετέρων. Το 8% των εταιρικών κερδών στην Ελλάδα χάνονται γιατί είναι σε φορολογικούς παραδείσους. Το 60% των φορολογικών εσόδων προκύπτει από άδικους έμμεσους φόρους. Πότε επιτέλους θα αντιμετωπιστεί αυτό το φαινόμενο;
Παράλληλα, είναι απαραίτητη να αυξηθεί κλιμακωτά η φορολογία στα μερίσματα άνω των 50.000 ευρώ και όχι να απολάβουν ασυλίας τα μεγάλα συμφέροντα με τη χρήση του οριζόντιου φόρου 5% σε όλα τα μερίσματα, ακολουθώντας το μοτίβο της Λιθουανίας.
Η Κυβέρνηση πριν από λίγους μήνες έλεγε ότι δεν θα γίνει καμία αύξηση φόρου και υποσχόταν την κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και τη μείωση τεκμηρίων χωρίς αστερίσκους.
Σήμερα επιβάλλει οριζόντια φορολόγηση σε πεντακόσιες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους, στους οποίους μείωσε τη φορολογία για τα έσοδα έως 10.000 ευρώ στο 9% το 2019. Τι συνέβη ξαφνικά και δεν τους θεωρεί αδικημένους, αλλά συλλήβδην φοροφυγάδες;
Η απόφαση να ληφθεί αυτό το μέτρο προκαλεί απορία σε μια εποχή όταν τα ψηφιακά εργαλεία είναι ο κανόνας στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εμείς, ως χώρα, γιατί δεν μπορούμε ακόμη να τα αξιοποιήσουμε για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και επιλέγουμε ένα άδικο και οριζόντιο τρόπο, που δεν αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τους μεγάλους φοροφυγάδες και βάλλει τους αδύναμους ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι από την εποχή της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα αποτελούν τα εύκολα θύματα;
Παράλληλα και ο Διοικητής της Τράπεζα της Ελλάδος έχει εισηγηθεί την περαιτέρω διεύρυνση των ηλεκτρονικών συναλλαγών με την επέκταση της χρήσης των POS, παροχή κινήτρων για ηλεκτρονικές συναλλαγές και τη συνέχιση της αναβάθμισης των ηλεκτρονικών εργαλείων της ΑΑΔΕ.
Αυτές είναι και οι παρεμβάσεις που συστηματικά ζητούν και οι κοινωνικοί εταίροι για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, που δημιουργεί μεταξύ άλλων και συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού. Η κυβέρνηση όμως αποφασίζει και χαράσσει την οικονομική πολιτική χωρίς να ακούει κανέναν και για αυτό είναι αποκλειστικά υπόλογη για τις όποιες αστοχίες θα εξακολουθήσουμε να παρατηρούμε στο μέλλον.
Ταυτόχρονα, ανησυχητικό καμπανάκι για την οικονομική πολιτική και απόδειξη της ασυδοσίας που επικρατεί στην αγορά αποτέλεσε και η ανακοίνωση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών Οκτωβρίου από τη Eurostat σύμφωνα με τον οποίο ο πληθωρισμός στην Ελλάδα αυξήθηκε αισθητά στο 3,9% έναντι 2,4% τον Σεπτέμβριο, ενώ στην ευρωζώνη ο δείκτη τιμών έπεσε κάτω του 3%, κατατάσσοντας τη χώρα ξανά μετά από μήνες ανάμεσα στις χώρες της Ευρωζώνης με τον μεγαλύτερο γενικό πληθωρισμό - πέραν του πληθωρισμού των τροφίμων που καλπάζει.
Αν αυτή η εξέλιξη δεν αποδειχτεί πρόσκαιρη, είναι μια πολύ κακή αφετηρία για ένα δύσκολο χειμώνα λόγω της ενεργειακής ανασφάλειας και γεωπολιτικής αβεβαιότητας. Η εθνική οικονομία χρειάζεται σοβαρό και δημοκρατικό σχεδιασμό και όχι τακτικές «βλέποντας και κάνοντας».
Είμαστε σε μια κομβική στιγμή που πρέπει πολλά πράγματα να αλλάξουν στο μείγμα της πολιτικής της κυβέρνησης, αν θέλουμε να υπάρχει και κοινωνική δικαιοσύνη αλλά κι ένα πλέγμα ασφάλειας για τους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας, και όχι ένα εύκολο, πρόσκαιρο φορολογικό έσοδο για να ευαγγελιζόμαστε νούμερα στον προϋπολογισμό.
*Η Σοφία Κατσίγιαννη είναι διδάκτωρ Νομικής Αθηνών και αν. Γραμματέας Τομέα Τουρισμού του ΠΑΣΟΚ - ΚΙΝΑΛ