«Μέσα από τις αναταραχές στην αγορά, υπάρχει η αίσθηση ότι ο κόσμος μπορεί να επιστρέψει στις μεγάλες οικονομικές αναταραχές του 2008, οι οποίες άφησαν την παγκόσμια οικονομία σχεδόν σε απόγνωση. Δεν είναι έτσι», σημειώνει ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος και πρόεδρος της Allianz Μοχάμεντ ελ Εριάν στους Financial Times.
Ταυτόχρονα υποστηρίζει ότι σε αντίθεση με την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, αυτό δεν αποτελεί τρομακτική κρίση στο τραπεζικό σύστημα. Αντ ‘αυτού, η παγκόσμια οικονομία και οι αγορές περνούν μία δύσκολη περίοδο η οποία ωστόσο «χτιζόταν» για χρόνια. Παράλληλα οι δύσκολοι περίοδοι ενισχύονται μπροστά στην αδυναμία των κυβερνήσεων να έχουν γρήγορα αντανακλαστικά καθώς έχουν λιγότερους τρόπους να αντιδράσουν, αναφέρει το newmoney.
Οι τρεις λόγοι της κρίσης των αγορών
Πρώτον, ο φόβος από την επίδραση του κορωνοϊού έχει επηρεάσει ταυτόχρονα και την προσφορά και τη ζήτηση, κάτι το οποίο υπονόμευσε τη δυναμική της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης.
Δεύτερον, παρά το γεγονός ότι οι κεντρικές τράπεζες είναι πρόθυμες να δράσουν, δεν θεωρούνται πλέον ικανές να αναχαιτίσουν την οικονομική αστάθεια μέσω των μαζικών εισροών ρευστότητα των χαμηλότερων επιτοκίων. Ήδη στην Ευρώπη τα επιτόκια είναι σε αρνητικό έδαφος.
Τρίτον, η απόφαση της Σαουδικής Αραβίας να ξεκινήσει έναν πόλεμο τιμών πετρελαίου, ρίχνοντας την τιμή του αργού κατά 20%, «ανατίναξε» την οικονομική βιωσιμότητα των μικρών πετρελαϊκών εταιρειών, ενώ έχει υπονομεύσει μεγάλη μερίδα της αγοράς εταιρικών ομολόγων.
Αποτέλεσμα των παραπάνω οι υπερεκτιμημένες μετοχές έχουν αρχίσει να υποχωρούν εκεί όπου οι βασικές χρηματιστηριακές αρχές υποδεικνύουν ότι θα πρέπει να διαπραγματεύονται. Ωστόσο, επειδή αυτή η διόρθωση γίνεται με άτακτο τρόπο, ενέχει ο κίνδυνος παράπλευρων ζημιών στον χρηματοπιστωτικό κόσμο και στην πραγματική οικονομία.
Οι σημερινές ταραγμένες αγορές, επαναφέρουν πώς είχαν αντιδράσει κατά τη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, πριν από 12 χρόνια, σημειώνει ο επικεφαλής της Allianz.
Παρόλα αυτά, η σημερινή κατάσταση και ο κλονισμός των αγορών, διαφέρει σημαντικά από το 2008 και αυτό διότι δεν προέρχεται από τις τράπεζες ως εκ τούτου δεν θέτει σε κίνδυνο το κεντρικό σύστημα λειτουργιών της βασικής οικονομίας όπως είναι τα συστήματα πληρωμών και διακανονισμών.
Σε αντίθεση με το 2008, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής σήμερα έχουν λίγο περισσότερο χρόνο για να διατυπώσουν μέτρα για τον περιορισμό των οικονομικών ζημιών.
Ωστόσο σήμερα η μάχη κατά των οικονομικών επιπτώσεων ξεκινά από μειονεκτική θέση, καθώς εδώ και πολύ καιρό εφαρμόζουν ένα ασύμμετρο μείγμα οικονομικών πολιτικών που βασίζεται κυρίως στη νομισματική πολιτική για τη στήριξη της ανάπτυξης. Επίσης πολλά «πυρομαχικά» έχουν ξοδευτεί με τρόπο αναποτελεσματικό (όπως η έκτακτη μείωση των επιτοκίων, την περασμένη εβδομάδα, από την Fed κατά 50 μονάδες βάσης, η οποία δεν είχε, στις αγορές, τα προσδοκώμενα αποτελέσματα).
Πώς θα έρθει η ανάκαμψη
Για να σταματήσει ένα ενδεχόμενο ντόμινο εξελίξεων σε έναν φαύλο κύκλο, όπου η πραγματική οικονομία θα ωθούσε προς τα κάτω τις χρηματιστηριακές αγορές και οι χρηματιστηριακές αγορές με τη σειρά τους την πραγματική οικονομία, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να κάνουν πολλά πράγματα.
Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν μέτρα τα οποία θα έχουν ως γνώμονα τη συμβολή τους στη δημιουργία ενός βιώσιμου οικονομικού εδάφους. Τέτοια θα μπορούσαν να είναι μέτρα υγειονομικού χαρακτήρα για τον περιορισμό του κορωνοϊού, όπως δωρεάν δοκιμές. Μέτρα το οποία προστατεύουν τις ευάλωτες ομάδες, συμπεριλαμβανομένης της ανεργίας (και στις ΗΠΑ την κάλυψη των ασφαλιστικών εισφορών), καθώς και μέτρα για την αντιμετώπιση της δυσλειτουργίας της χρηματιστηριακής αγοράς.
Επιπλέον, τα μέτρα αυτά πρέπει να γίνουν με μία συντονισμένη ενέργεια. Η κυβερνήσεις θα πρέπει να αναγνωρίσουν την εξάρτησή τους από τις κεντρικές τράπεζες και να επιδιώξουν πραγματικές μεταρρυθμίσεις που ενισχύουν την παραγωγικότητα. Τέλος, οι ενέργειες αυτές θα πρέπει να έχουν διεθνές χαρακτήρα, παρόμοιο με την επιτυχημένη διάσκεψη κορυφής του G20 που πραγματοποιήθηκε στο Λονδίνο τον Απρίλιο του 2009.
Κλείνοντας ο ελ Εριάν σημειώνει ότι όσο πιο γρήγορα γίνουν αυτές οι ενέργειες τόσο πιο σύντομα θα γίνει η αντιστροφή της κρίσης. Όσο ταχύτερα δουν οι αγορές αυτή τη δυναμική, τόσο πιο γρήγορα θα ανακάμψουν. Και αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το 2008, η οικονομική αποκατάσταση και η οικονομική ανάκαμψη θα στηρίζονται σε στέρεες βάσεις.