Για τον κίνδυνο κατάρρευσης οκτώ ιταλικών τραπεζών, σε περίπτωση επικράτησης του «όχι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής, προειδοποιεί η εφημερίδα «Financial Times», επικαλούμενη ανώτερες τραπεζικές πηγές.
Έως και οκτώ προβληματικές ιταλικές τράπεζες κινδυνεύουν με κατάρρευση αν ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι χάσει την Κυριακή το δημοψήφισμα για τη συνταγματική αναθεώρηση, κάτι που θα δημιουργήσει αναταραχή στην αγορά επισημαίνει η εφημερίδα.
Ο Ρέντσι, που έχει ξεκαθαρίσει ότι θα παραιτηθεί αν χάσει το δημοψήφισμα, υπεραμύνθηκε μιας λύσης από την αγορά, ύψους 4 τρισ. ευρώ, ώστε να αποφύγει το ενδεχόμενο «εκκαθάρισης» των ιταλικών τραπεζών με βάση τους νέους κανόνες της ΕΕ, κάτι που θα είχε πολιτικό κόστος.
Ο νέος μηχανισμός, που αναδιαρθρώνει και αν χρειάζεται, εκκαθαρίζει τις τράπεζες επιβάλλοντας ζημιές τόσο στους μετόχους, όσο και στους κατόχους χρέους, είναι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενος στην Ιταλία όπου εκατομμύρια επενδυτές έχουν αγοράσει τραπεζικά ομόλογα.
Η κατάσταση παρακολουθείται στενά από ειδικούς στην Ευρωζώνη και όχι μόνο, καθώς υπάρχει διάχυτη η ανησυχία ότι το ενδεχόμενο κατάρρευσης ιταλικών τραπεζών θα προκαλέσει πανικό στο σύνολο του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Οι ιταλικές τράπεζες έχουν χάσει πάνω από το ήμισυ της αξίας τους αυτή τη χρονιά λόγω των «κόκκινων» δανείων.
Η Ιταλία έχει οκτώ τράπεζες σε διάφορα στάδια «distress»: την τρίτη μεγαλύτερη βάση ενεργητικού Monte dei Paschi di Siena, τις μεσαίες τράπεζες Popolare di Vicenza, Veneto Banca and Carige και τέσσερις μικρές τράπεζες που διασώθηκαν πέρυσι: Banca Etruria, CariChieti, Banca delle Marche και CariFerrara.
Οι ιταλικές τράπεζες έχουν 360 δισ. ευρώ προβληματικών δανείων, έναντι 225 δισ. ευρώ κεφαλαίου στα βιβλία τους μετά τις διαδοχικές αποτυχίες ρυθμιστών και κυβερνήσεων να αντιμετωπίσουν το υπερμεγέθες χρηματοπιστωτικό σύστημα του οποίου η κερδοφορία αδυνάτησε από την στάσιμη οικονομία και παροξύνθηκε από απατηλές χρηματοδοτήσεις σε διάφορους οργανισμούς. Εδώ και αρκετά χρόνια η ιταλική οικονομία αντιμετωπίζει προβλήματα λόγω χαμηλής παραγωγικότητας, νεποτισμού και διαφθοράς. Η ανάπτυξη βρίσκεται σε υπερβολικά χαμηλά επίπεδα.
Το 2017 αναμένεται να φθάσει μόλις το 0,9%. Το σημαντικότερο πρόβλημα είναι ωστόσο το δημόσιο χρέος της χώρας, το οποίο είναι με 133% του ΑΕΠ, το δεύτερο σε ύψος μετά το ελληνικό. Την ίδια στιγμή τα κόκκινα δάνεια στην κατοχή των ιταλικών τραπεζών φθάνουν τα 300 δισεκατομμύρια.
Οπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της Deutsche Welle στόχος της συνταγματικής μεταρρύθμισης είναι να διευκολυνθεί η διακυβέρνηση της χώρας. Επί της ουσίας καταργείται η Γερουσία και έτσι τα νομοσχέδια δεν θα πρέπει να εγκρίνονται και από τα δύο σώματα (βουλή και Γερουσία) γεγονός που προκαλεί σε πολλές περιπτώσεις σημαντικές καθυστερήσεις. Οι επικριτές της μεταρρύθμισης ωστόσο προειδοποιούν για υπερβολική ενίσχυση των εξουσιών της ιταλικής κυβέρνησης.
Γιατί όμως το δημοψήφισμα ενδέχεται να έχει επιπτώσεις στην ιταλική οικονομία και τις αγορές;
Ως γνωστόν ο πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι απειλεί με παραίτηση εάν επικρατήσει το «όχι» στο δημοψήφισμα την ερχόμενη Κυριακή. Δεν αποκλείεται συνεπώς η Ιταλία να βρεθεί αντιμέτωπη πολύ σύντομα με κυβερνητική κρίση, στην οποία αναμένεται άμεση αντίδραση των χρηματαγορών.
Την ίδια στιγμή εκφράζονται φόβοι ακόμα και για νέες εκλογές στις οποίες ενδέχεται να ενισχυθεί το ευρωσκεπτικιστικό κίνημα των «Πέντε Αστέρων» του ηθοποιού Μπέπε Γκρίλο. Και αυτό το ενδεχόμενο προκαλεί νευρικότητα στους επενδυτές.
Ποια είναι τα χειρότερα σενάρια;
Η ιταλική οικονομία είναι η τρίτη σε ισχύ οικονομία στην ευρωζώνη. Τυχόν κλυδωνισμοί δεν αποκλείεται να έχουν επιπτώσεις και σε άλλες χώρες της ευρωζώνης.
Δυστυχώς στην περίπτωση της Ιταλίας, λόγω μεγέθους της οικονομίας, δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει ούτε ένα πακέτο στήριξης, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, της Ιρλανδίας ή της Πορτογαλίας.
Υπάρχουν μάλιστα ειδικοί που μιλούν ακόμα και για πιθανή έξοδο της Ιταλίας από την ευρωζώνη. Ο αμερικανός νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς έλεγε σε συνέντευξή του ότι «οι Ιταλοί συνειδητοποιούν ότι η Ιταλία δεν μπορεί να λειτουργήσει εντός του ευρώ».