Περισσότεροι από 25 εκατομμύρια άνθρωποι στη ζώνη του ευρώ και στις ΗΠΑ είναι επίσημα άνεργοι, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα.
Ωστόσο, ο πραγματικός αριθμός των ανθρώπων που έχουν χάσει τη δουλειά λόγω της πανδημίας είναι πολύ υψηλότερος, αν ληφθούν υπόψην κι εκείνοι των οποίων οι θέσεις εργασίας προστατεύονται προσωρινά από προγράμματα κρατικών επιδοτήσεων, όσοι έχουν εγκαταλείψει απογοητευμένοι το εργατικό δυναμικό και όσοι δεν μπορούν να βρουν εργασία πλήρους απασχόλησης ενώ θα ήθελαν, αναφέρουν οι Financial Times.
Οι εκτιμήσεις για τον ακριβή αριθμό των ατόμων που δεν έχουν πλέον εισόδημα από εργασία ποικίλλουν. Όμως οι κυβερνήσεις στον ανεπτυγμένο κόσμο αντιμετωπίζουν το ίδιο δίλημμα: το άμεσο οικονομικό σοκ των αρχικών lockdown έχει μειωθεί, αλλά η παρατεταμένη ανεργία μπορεί να έχει σοβαρές συνέπειες. Να πιέσει χαμηλότερα τους μισθούς και να επιβραδύνει την κατανάλωση από τον πληθυσμό, άρα και την ανάκαμψη – η οποία επηρρεάζεται από την ιδιωτική κατανάλωση.
«Η κατανόηση της δυναμικής της αγοράς εργασίας αποτελεί κλειδί για την πλήρη κατανόηση των οικονομικών επιπτώσεων της πανηδμίας. Υπάρχουν αναλογίες με το ρόλο που διαδραμάτισαν οι τράπεζες κατά τη διάρκεια της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης ή τα κράτη κατά τη διάρκεια της κρίσης του ευρώ», δήλωσε ο Μαρκ ντε Μουϊζόν, οικονομολόγος της Deutsche Bank.
Η Καταρίνα Ούτερμελ, οικονομολόγος στην Allianz, λέει στους Financial Times δήλωσε ότι τα επίσημα ποσοστά ανεργίας ήταν «η κορυφή του παγόβουνου» και ότι υπήρχαν ενδείξεις ότι περίπου 30 εκατομμύρια απογοητευμένοι εργαζόμενοι «εξαφανίστηκαν» από τις επίσημες στατιστικές σε 25 χώρες του ΟΟΣΑ και τις αναδυόμενες οικονομίες.
Μέρος αυτού του «κρυφού» ποσοστού ανεργίας ανεργίας – πολύ μεγαλύτερο από ό, τι παρατηρήθηκαν σε προηγούμενες κρίσεις – είναι πιθανό να εμφανιστεί στα επίσημα στατιστικά στοιχεία του Σεπτεμβρίου όταν δημοσιευτούν αργότερα στον Οκτώβριο: θα εμφανιστούν για παράδειγμα οι γονείς που άρχισαν να αναζητούν εργασίας όταν άνοιξαν ξανά τα σχολεία, πρόσθεσε.
Στην Ευρωζώνη, το επίσημο ποσοστό ανεργίας, το οποίο διαμορφώθηκε στο 6,5% τον Φεβρουάριο, σκαρφάλωσε στο 8,1% τον Αύγουστο, σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα – δηλαδή 13,2 εκατομμύρια άτομα είναι χωρίς δουλειά.
Ωστόσο, η Αλίν Σούλινγκ, οικονομολόγος της ABN Amro, δήλωσε ότι το πραγματικό επίπεδο ανεργίας στην ευρωζώνη είναι τουλάχιστον 4 έως 4,5 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από το επίσημο ποσοστό ανεργίας. Η ανάλυση υποθέτει ότι έως και ένας στους πέντε εργαζομένους που είναι σε προγράμματα βραχυπρόθεσμης εργασίας δε θα γυρίσει ποτέ στη δουλειά του.
Αυτό σημαίνει ότι στους 13,2 θα προστεθούν άλλοι 10,6 εκατομμύρια άνεργοι.
Η εκτίμησή της συμπεριλαμβάνει επίσης άτομα που έχουν εγκαταλείψει την αγορά εργασίας αλλά δεν πληρούν τα κριτήρια για να χαρακτηριστούν επίσημα ως άνεργοι, είτε επειδή δεν είναι διαθέσιμοι για εργασία είτε επειδή δεν αναζητούν ενεργά εργασία τώρα.
Ο κ. Ντε Μουιζόν είπε ότι η ανεργία της ευρωζώνης θα είχε αυξηθεί πάνω από το 10% στα μέσα του καλοκαιριού, αλλά πολλοί άνθρωποι είχαν υπολογιστεί ως ανενεργοί στην αγορά εργασίας επειδή το κλείσιμο σχολείου, τα λοκντάουν αλλά και ο φόβος για την υγεία τους τους εμπόδισαν να αναζητούν εργασία.
Επιπλέον, 5 έως 10 τοις εκατό των εργαζομένων της ευρωζώνης ήταν ακόμη εγγεγραμμένοι σε προγράμματα επιδότησης εργαζομένων μέχρι τον Αύγουστο, σε θέσεις εργασίας που μπορεί να αποδειχθούν μη βιώσιμες και θα καταργηθούν, είπε.
Πραγματικά ποσοστά ανεργίας που προκαλούν σοκ
Η κ. Ούτερμελ εκτιμά ότι η μόνο η συμπερίληψη οικονομικά ανενεργών ατόμων θα αυξήσει το επίσημο ποσοστό ανεργίας σε πάνω από 20 τοις εκατό στην Ισπανία, πάνω από 10 τοις εκατό στις ΗΠΑ και την Ιταλία, και σχεδόν 9 τοις εκατό σε ολόκληρη τη ζώνη του ευρώ.
Ηνωμένες Πολιτείες -μια άλλη πονεμένη ιστορία
Στις ΗΠΑ, η καταγραφή των στατιστικών απασχόλησης και η δυναμική είναι διαφορετική.
Οι επιδοτούμενοι εργαζόμενοι σε υποχρεωτική αργία υπολογίζονται ως άνεργοι σε επίσημες στατιστικές, οπότε το πρώτο κύμα απώλειας θέσεων εργασίας εμφανίστηκε πιο έντονα. Η ανεργία κορυφώθηκε στο 14,7 τοις εκατό τον Απρίλιο – περίπου 23 εκατομμύρια άτομα.
Από τότε η οικονομία έχει ανακτήσει περίπου τις μισές θέσεις εργασίας που χάθηκαν. Η ανεργία μειώθηκε στα 12,6 εκατομμύρια, 7,9% του εργατικού δυναμικού, τον Αύγουστο.
Ωστόσο, μεγάλο μέρος της φαινομενικής βελτίωσης οφείλεται στο ότι οι αποθαρρυμένοι εργαζόμενοι εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας. Το επίσημο ποσοστό υποτιμά την πραγματική έκταση της ανεργίας και ο ρυθμός βελτίωσης έχει επιβραδυνθεί. Ορισμένοι υπάλληλοι έχουν επιστρέψει, αλλά υπάρχουν λίγες νέες προσλήψεις και ένας αυξανόμενος αριθμός εταιρειών, από αεροπορικές εταιρείες έως θεματικά πάρκα, κάνουν μόνιμες περικοπές θέσεων εργασίας.
Ο Τζέισον Φέρμαν, καθηγητής στο Χάρβαρντ και πρώην σύμβουλος του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα, υπολογίζει το «ρεαλιστικό ποσοστό ανεργίας» στο 9,6 τοις εκατό – με περίπου 2,3 εκατομμύρια άτομα περισσότερα από την επίσημη καταμέτρηση ενώ εντοπίζει μια πολύ πιο απότομη μείωση της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό από ό,τι στις προηγούμενες υφέσεις.
Ο Χάιντι Σίρχολτζ, ανώτερη οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής, υπολόγισε ότι τουλάχιστον 33 εκατομμύρια εργαζόμενοι έχουν υποστεί άμεση οικονομική βλάβη, αν συνυπολογιστούν οι λάθος ταξινομήσεις, οι υποεκτιμήσεις, όσοι έχουν εγκαταλείψει το εργατικό δυναμικό και όσοι των οποίων τα ωράρια και οι μισθοί μειώθηκαν λόγω λοκντάουν.
Μια παρατεταμένη περίοδος υψηλής ανεργίας και υποαπασχόλησης, συνδυασμένη με έναν στρατό απογοητευμένων πρώην εργαζομένων που περιμένουν στο περιθώριο χωρίς καν να ψάχνουν για δουλεια, απειλεί την οικονομική ανάκαμψη, καθώς θα πιέσει τους μισθούς, τα εισοδήματα των νοικοκυριών και τις δαπάνες τους, σύμφωνα με τον Ντέιβιντ Πέιτζ, οικονομολόγο της Axa Investment Managers.
Για κάθε μήνα που οι κρυφοί άνεργοι παραμένουν εκτός εργατικού δυναμικού, η παγκόσμια ιδιωτική κατανάλωση χάνει 15,3 δισεκατομμυρια ευρώ δαπάνης, εκτιμά η κ.Ούτερμελ, σε μεγάλο βαθμό σε τομείς διακριτικής κοινωνικής δαπάνης που έχουν ήδη πληγεί περισσότερο από τους περιορισμούς που σχετίζονται με το Covid.
«Όταν οι νεές θέσειες εργασίας που ανακοινώνονται είναι λίγες, όπως τώρα, η διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων ισοπεδώνεται», προειδοποίησε η κ. Σιρχολτζ. «Οι εργοδότες απλά δεν είναι υποχρεωμένοι να πληρώνουν το ίδιο καλά, όταν γνωρίζουν ότι οι εργαζόμενοι δεν έχουν άλλες επιλογές.»