Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οδήγησε στην αναβίωση της ιδέας για μετατροπή της ΕΕ σε ένα ισχυρό καρτέλ αγοραστών που θα προμηθεύεται από κοινού φυσικό αέριο.
Σε περίπτωση που το σχέδιο στεφθεί από επιτυχία, η ΕΕ θα είναι σε θέση να διαδραματίσει ισχυρό ρόλο στην παγκόσμια αγορά αερίου και να αναβαθμίσει το γεωπολιτικό της εκτόπισμα, ενώ ταυτόχρονα περιορίζει την εξάρτησή της από τους ρωσικούς ορυκτούς πόρους.
Θεωρητικά, αναφέρει το POLITICO, το σχέδιο μοιάζει απλό. Σε μια παράγραφο 52 λέξεων, οι ηγέτες της ΕΕ συμφώνησαν την περασμένη εβδομάδα να «συνεργαστούν για την εθελοντική κοινή προμήθεια» φυσικού αερίου και άλλων καυσίμων «αξιοποιώντας στο μέγιστο το συλλογικό πολιτικό και αγοραστικό βάρος της ΕΕ και των κρατών-μελών της για να διαπραγματευτούμε πιο συμφέρουσες τιμές».
Ως πρότυπο για αυτή την προσπάθεια θα λειτουργήσει η επιτυχημένη κοινή αγορά εμβολίων από το μπλοκ «όπου η δράση σε όλη την έκταση της ΕΕ ήταν κρίσιμη για να εξασφαλιστούν επαρκείς προμήθειες εμβολίων για όλους», όπως ανέφερε η Κομισιόν.
Όμως το φυσικό αέριο είναι πιο περίπλοκη υπόθεση από τα φάρμακα, τονίζει το POLITICO σε ανάλυσή του.
Υπάρχει λόγος που οι προηγούμενες απόπειρες κοινής προμήθειας ναυάγησαν. Ένα καρτέλ αγοραστών εγείρει πιθανά προβλήματα σε σχέση με την ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ανταγωνισμού, ενώ θα μπορούσε να οδηγήσει σε ανταγωνισμό μεταξύ των κρατών για τις προμήθειες, επομένως και σε δυνητικές συγκρούσεις μεταξύ εταιρειών ενέργειας και κυβερνήσεων – αλλά και να θέσει εκτός ελέγχου την ίδια την παγκόσμια αγορά φυσικού αερίου.
Ένα παράδειγμα προς αποφυγή, υποστηρίζει το POLITICO είναι εκείνο των πυρηνικών καυσίμων. Παλαιότερες προσπάθειες κοινής προμήθειας απέτυχαν, σύμφωνα με τη Λι Χάντσερ, σύμβουλο εφαρμογής της νομοθεσίας ανταγωνισμού στο Baker Botts στις Βρυξέλλες.
«Από τις πρώτες ημέρες της ΕΕ, τα κράτη μέλη και ειδικά η Γαλλία ήταν αντίθετα σε αυτό το σχέδιο, το καταπολεμούσαν και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μη λειτουργήσει», τόνισε. «Πραγματικά αναρωτιέμαι τι μας κάνει να πιστεύουμε ότι δεν θα έχουμε τα ίδια προβλήματα και με τις προμήθειες αερίου».
Το POLITICO απαριθμεί πέντε λόγους που η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού καρτέλ αγοραστών φυσικού αερίου δεν θα είναι εύκολη υπόθεση.
Λειτουργεί μόνο αν συμφωνήσουν όλοι
Η αγοραστική δύναμη βελτιώνεται όσο αυξάνεται ο όγκος της αγοράς. Αυτή τη στιγμή, όμως, δεν είναι ξεκάθαρο τι ποσοστό του αερίου της Ένωσης θα ενταχθεί στο προτεινόμενο πρόγραμμα κοινής προμήθειας.
Βάσει του σχεδίου, η Κομισιόν θα δημιουργήσει μια πλατφόρμα για τις ενδιαφερόμενες χώρες, «θα συγκεντρώσει παραγγελίες αερίου και κατάλληλες προμήθειες» μέσω «διμερών διαπραγματεύσεων με σημαντικούς παραγωγούς αερίου». Εκπρόσωποι των χωρών της ΕΕ θα δημιουργήσουν μια επιβλέπουσα επιτροπή για την ομάδα εργασίας που θα δρα υπό την ηγεσία των Βρυξελλών.
Όμως πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν υπογράψει μακροχρόνιες συμβάσεις προμήθειας αερίου. Αν η κοινή πλατφόρμα αγοράζει μια μικρή επιπλέον ποσότητα, δεν είναι ιδιαίτερα ελκυστική.
Η εξασφάλιση του αερίου θα απαιτήσει πολιτική θέληση
Η τρέχουσα ενεργειακή κρίση σημαίνει ότι οι παραγωγοί είναι σε θέση να ορίζουν τιμές-ρεκόρ για τα περιορισμένα αποθέματά τους – και θα χρειαστούν αρκετή πειθώ για να σκεφτούν το ενδεχόμενο να τα πουλήσουν σε χαμηλή τιμή στην ΕΕ, ιδίως αν αυτό σημαίνει ότι θα δυσαρεστήσουν τους σταθερούς αγοραστές τους.
«Δεν μπορώ να φανταστώ ποιος προμηθευτής θα απαρνηθεί το κέρδος αλλά και τις παραδοσιακές εμπορικές του σχέσεις, εάν δεν εκτιμήσει ότι θα έχει τεράστια πολιτικά οφέλη από αυτή την κίνηση – πράγμα που η ΕΕ πιθανότατα δεν είναι σε θέση να του προσφέρει. Είναι κάτι που μπορούν να κάνουν μόνοι οι ΗΠΑ», τονίζει η Μπρέντα Σάφερ, ερευνήτρια στο Κέντρο Παγκόσμιας Ενέργειας του Ατλαντικού Συμβουλίου και καθηγήτρια με ειδίκευση στην ενέργεια στο U.S. Naval Postgraduate School.
Ο Γκέοργκ Ζάχμαν, ερευνητής στη δεξαμενή σκέψης Bruegel στις Βρυξέλλες, συμφωνεί με αυτή την εκτίμηση.
«Τα χρήματα είναι πολλά και αν η Κομισιόν έχει σκοπό να υπογράψει συμφωνίες αξίας δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ με κρατικές εταιρείες, υπάρχουν πολιτικά ζητήματα που ίσως παίξουν ρόλο στην επιλογή του προμηθευτή, αλλά και στο αντίτιμο που θα του καταβληθεί», τονίζει μιλώντας στο POLITICO.
Όμως ταυτόχρονα προσθέτει: «Το έχουμε ανάγκη. Δεν βγάζει νόημα να πηγαίνουν όλοι αυτοί οι υπουργοί σε όλα αυτά τα μέρη, προσφέροντας ό,τι μπορούν από πλευράς παράπλευρων συμφωνιών, προκειμένου να είναι οι δικές τους εταιρείες που θα πάρουν το φυσικό αέριο».
Ίσως παραβιάζει τους κανόνες ανταγωνισμού της ΕΕ
Μια κοινή απόπειρα πίεσης των τιμών προς τα κάτω μπορεί να ερμηνευθεί ως παράνομο καρτέλ, βάσει του ποιος είναι εκείνος που αγοράζει και τι μέρος των απόρρητων πληροφοριών για τις τιμές κοινοποιείται.
Η Κομισιόν ήταν ασαφής ως προς το ποιος θα είναι ο επίσημος αγοραστής, ενώ ο γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν, δήλωσε: «Δεν είναι οι κυβερνήσεις αλλά οι εταιρείες που θα πρέπει να υπογράψουν αυτές τις συμβάσεις».
Όμως αν η ΕΕ αρχίσει να διαπραγματεύεται ευνοϊκές συμφωνίες για ιδιωτικές ή μερικώς κρατικές εταιρείες ενέργεια μέσω μιας ειδικής πλατφόρμας, παραπέμπει σε τραστ.
«Όλες αυτές οι εταιρείες που θα συμμετέχουν στο αγοραστικό καρτέλ – ή, αν το θέσουμε ευγενικά, το ενιαίο κλαμπ αγοραστών – θα είναι οι μεγαλύτερες στα κράτη-μέλη από τα οποία προέρχονται και το πιθανότερο είναι να είναι κρατικές, επομένως ένα ερώτημα είναι ποιος θα αποφασίσει ποιες θα συμμετέχουν και ποιοι θα είναι οι όροι της συμμετοχής τους», παρατηρεί ο Κιμ Τάλους, καθηγητής ενεργειακής νομοθεσίας στο Πανεπιστήμιο Tulane της Λουιζιάνα και στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Ανατολικής Φινλανδίας.
Η Χάντσερ συμφωνεί. «Αν είσαι η γαλλική εταιρεία φυσικού αερίου Engie, ας πούμε, και είσαι στην πλατφόρμα, θα είσαι αρκετά ικανοποιημένη, αν όμως είσαι η BP και δεν συμμετέχεις σε αυτή, τότε μάλλον δεν θα είσαι εξίσου χαρούμενη», παρατηρεί.
Άλλο ένα πρόβλημα είναι ότι για να είσαι σίγουρος ότι πέτυχες μια καλύτερη συμφωνία, «θα πρέπει να μοιραστείς σχετικά ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες, οι οποίες δεν αποκλείεται να οδηγήσουν σε σιωπηρή αθέμιτη σύμπραξη, επειδή όλοι θα γνωρίζουν τις τιμές στις οποίες αγοράζουν όλοι οι υπόλοιποι, μια πληροφορία που υπό φυσιολογικές συνθήκες αποκρύπτεται από τον ανταγωνισμό», τονίζει ο Τάλους.
Υπάρχουν τρόποι να καμφθούν αυτά τα εμπόδια: οι εταιρείες θα μπορούσαν να μοιραστούν τις πληροφορίες εμπιστευτικά με την Κομισιόν. Η ευρωπαϊκή νομοθεσία ανταγωνισμού επιτρέπει επίσης εξαιρέσεις, όπως για παράδειγμα σε περίπτωση που αποδεικνύεται ότι η συμφωνία οδήγησε σε καλύτερη κατανομή αγαθών και πιο δίκαιο καταμερισμό των πλεονεκτημάτων στους καταναλωτές.
Η ενιαία αγορά θα μπορούσε να κάνει εταιρείες που υπό φυσιολογικές συνθήκες δρουν ως ανταγωνιστές να αποκαλύψουν πληροφορίες για τα επίπεδα κατανάλωσης, τις τιμές και το μερίδιο αγοράς τους. «Υποτίθεται ότι δεν κάνεις εταιρικές συμφωνίες που εμπλέκουν την τιμολόγηση», αναφέρει στο POLITICO η Λένα Ζάντμπεργκ της Gibson, Dunn & Crutcher στις Βρυξέλλες.
Η κατανομή του αερίου θα είναι εξαιρετικά περίπλοκη υπόθεση
Οι χώρες της ΕΕ χαρακτηρίζονται από διαφορετικά επίπεδα εξάρτησης από τη Ρωσία σε ό,τι αφορά τις προμήθειες αερίου, ενώ δεν διαθέτουν όλα τα κράτη-μέλη εγκαταστάσεις αποθήκευσης ή άμεση πρόσβαση σε τερματικό εισαγωγών για φορτία LNG που φτάνουν μέσω πλοίων.
Η δημιουργία μιας ομάδας που θα είναι σε θέση να αγοράζει, να υγροποιεί και να μεταφέρει αέριο θα μπορούσε να προκαλέσει ακόμη περισσότερες αντιμονοπωλιακές ανησυχίες, εξηγεί ο Τάλους.
«Η μεγαλύτερη πρόκληση αφορά την κατανομή», υποστηρίζει ο Ζάχμαν. «Η εύρεση ενός τρόπου διασφάλισης της κατανομής του ρίσκου με ένα τρόπο που είναι αποδεκτός από όλους… υπάρχουν αρκετές χώρες που ευθύνονται περισσότερο από άλλες για την τρέχουσα κατάσταση και δεν θα είναι εύκολο για εκείνες να βρουν διέξοδο αφήνοντας τους άλλους να πληρώσουν».
Επιπλέον, κανείς δεν εγγυάται ότι οι χώρες που κρατούν αποθέματα αερίου θα τα αποστείλουν στους γείτονές τους όπως έχουν υποσχεθεί σε περίπτωση που έρθουν αντιμέτωπες με σκληρή κακοκαιρία ή κάποια άλλη έκτακτη ανάγκη.
Τα κράτη της ΕΕ, σημειώνει το POLITICO, είναι διαβόητα για τις μεταξύ τους διαμάχες και όταν η στιγμή της διεθνούς ενότητας που προκάλεσε ο πόλεμος στην Ουκρανία γίνει παρελθόν, είναι βέβαιο πως αυτές οι τάσεις θα επιστρέψουν.
Η Σάντμπεργκ περιγράφει μελλοντικούς καβγάδες για τη μοιρασιά του αερίου. «Ναι, εγώ θα πάρω περισσότερο. Όχι, δεν ήταν αυτή η συμφωνία μας. Γιατί να έχει προτεραιότητα η Γερμανία; Γιατί η Ισπανία να μπορεί να θέτει πλαφόν στις τιμές και την ίδια στιγμή να έχει πρόσβαση στο αέριο προτεραιότητας; Ποιος αποφάσισε αυτή τη μοιρασιά; Βάσει νέων ή παλιών στοιχείων; Μπορώ να συνεχίσω», λέει.
Η απόφαση ήδη πίεσε τις τιμές – προς τα επάνω
Η Κομισιόν θέλει το αγοραστικό καρτέλ να έχει δημιουργηθεί μέχρι το καλοκαίρι, προκειμένου η ΕΕ να μπορέσει να γεμίσει τις αποθήκες της πριν τον επόμενο χειμώνα.
Όμως η ΕΕ είναι ένας γίγαντας στην αγορά αερίου, με αποτέλεσμα να αρκεί μια λέξη των Βρυξελλών για να επηρεάσει τις τιμές. Τον Μάρτιο, η Κομισιόν πρότεινε όλες οι χώρες να υποχρεωθούν να γεμίσουν τους αποθηκευτικούς τους χώρους στο 90% μέχρι την 1η Οκτωβρίου. Η πρόταση εκτίναξε τις τιμές από τα €70 ανά μεγαβατώρα τον Ιανουάριο στο ρεκόρ των €210 ανά μεγαβατώρα στις αρχές Μαρτίου. Η Κομισιόν υποχώρησε άμεσα και δήλωσε ότι επιθυμεί οι αποθήκες να είναι γεμάτες στο 80% μέχρι την 1η Νοεμβρίου. Οι τιμές έπεσαν ξανά στα €108.
«Λέγοντας απλώς τι ήθελαν να κάνουν, έκαναν δυσκολότερη την υλοποίησή του», αβναφέρει ο Τομ Μάρζεκ-Μάσερ, επικεφαλής αναλυτής αερίου στο ICIS.
Είναι απλώς ένα παράδειγμα των επιπτώσεων μιας παρέμβασης στην αγορά, σημειώνει το POLITICO, και αντίστοιχα αποτελέσματα θα μπορούσε να έχει και η δημιουργία ενός μπλοκ αγοραστών.
«Οι παρεμβάσεις στην αγορά εξακολουθούν να στρεβλώνουν τις τιμές του αερίου», υποστήριξε ο Τζέιμς Χάκστεπ, αναλυτής αερίου στην S&P Global Patts.