Στις 3 Μαρτίου, οι αντιπροσωπείες Ρωσίας και Ουκρανίας συναντήθηκαν για έναν ακόμα γύρο διαπραγματεύσεων ώστε να σταματήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Αν και συζητήθηκε, πιθανότατα δεν θα υπάρξει εκεχειρία στο κοντινό μέλλον. Η Μόσχα πιθανότατα πιστεύει πως η αντίσταση του ουκρανικού στρατού μπορεί να σπάσει μέσα σε εβδομάδες, και πως η αυξημένη κατάληψη και κατοχή ουκρανικών κωμοπόλεων και πόλεων θα διασφαλίσουν ότι θα έχει τον έλεγχο σε οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις.
Εν τω μεταξύ, το Κίεβο στοιχηματίζει πως η Ρωσία δεν θέλει να πραγματοποιήσει μια κοστοβόρα κατάληψη και κατοχή της Ουκρανίας, με δυνητικά μεγάλο αριθμό θυμάτων, και πως αν οι ουκρανικές δυνάμεις μπορέσουν να διατηρήσουν τον έλεγχο μεγάλων πόλεων, τότε η Μόσχα τελικά θα μαλακώσει τις απαιτήσεις της και θα κάνει μια συμφωνία για να σώσει τα προσχήματα προτού οι σκληρές κυρώσεις κάνουν τον πόλεμο πιο αντιδημοφιλή στη Ρωσία.
Όσο η Ρωσία και η Ουκρανία πιστεύουν πως οι περαιτέρω εξελίξεις στο πεδίο της μάχης θα λειτουργήσουν υπέρ τους, θα αποφύγουν να κάνουν διπλωματικές υποχωρήσεις που η άλλη πλευρά, καθώς και οι αντίστοιχοι λαοί, θα μπορούσαν να εκλάβουν λανθασμένα ως αδυναμία ή συνθηκολόγηση. Έτσι, η στρατιωτική πραγματικότητα επί του εδάφους θα υπαγορεύσει το μέλλον της σύγκρουσης τις επόμενες ημέρες και εβδομάδες.
Στις 2 Μαρτίου, το υπουργείο άμυνας της Ρωσίας παραδέχθηκε για πρώτη φορά την απώλεια Ρώσων στρατιωτών από τότε που εξαπολύθηκε η εισβολή στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, λέγοντας πως 498 Ρώσοι στρατιώτες έχουν σκοτωθεί μέχρι στιγμής κατά τη διάρκεια μαχών και 1.597 έχουν τραυματιστεί. Η παραδοχή σηματοδοτεί μια στροφή στα μηνύματα που στέλνει η Ρωσία, που θα μπορούσε να δείχνει πως η Μόσχα ψάχνει να δικαιολογήσει την επιβολή στρατιωτικού νόμου στη χώρα και περιοριστικών μέτρων στο εσωτερικό, καθώς και την κινητοποίηση περισσότερων δυνάμεων ώστε να συμμετέχουν σε μια κατοχή της Ουκρανίας.
Τα βασικά αιτήματα της Ρωσίας για μια συμφωνία εκεχειρίας – που περιλαμβάνουν την «αποστρατιωτικοποίηση» της Ουκρανίας και την ουδετερότητα, καθώς και την επίσημη αναγνώριση της Κριμαίας ως ρωσικού εδάφους και των αυτόνομων δημοκρατιών στην Ντονμπάς ως ανεξάρτητων κρατών- είναι όλα απαράδεκτα για το Κίεβο.
Πρωταρχικός στόχος της Ρωσίας είναι να αποτρέψει την περαιτέρω ενοποίηση και συνεργασία της Ουκρανίας με ευρωατλαντικές δομές, κυρίως το ΝΑΤΟ και, σε μικρότερο βαθμό, την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι φιλοδοξίες της Ουκρανίας να ενταχθεί σε αυτά τα δυτικά μπλοκ κωδικοποιείται σε άρθρα του συντάγματός της που η Μόσχα θέλει να αντικαταστήσει με νομικές προβλέψεις που θα διασφαλίζουν το ουδέτερο και μη πυρηνικό στάτους της Ουκρανίας. Η Ρωσία θέλει επίσης να κατοχυρώσει τον περιορισμό των αμυντικών δυνατοτήτων της Ουκρανίας, προσθέτοντας όρους που περιορίζουν την νατοϊκή εκπαίδευση, τις στρατιωτικές υποδομές και την πρόσβαση της χώρας σε προμήθειες σύγχρονων όπλων.
Η Ουκρανία είναι εξαιρετικά απίθανο να αποδεχθεί τέτοια αιτήματα, επειδή είναι πολιτικά απαράδεκτα και απλώς υπονομεύουν τη μελλοντική της ασφάλεια. Από τους προτεινόμενους όρους της Μόσχας, η Ουκρανία θεωρητικά είναι πιθανότερο να συμφωνήσει σε ένα στάτους ουδετερότητας με αντάλλαγμα την απόσυρση των ρωσικών στρατευμάτων. Αλλά ο Ουκρανός πρόεδρος Volodymyr Zelensky αντιμετωπίζει έντονες πολιτικές πιέσεις να μην υποχωρήσει στις απαιτήσεις αναφορικά με την αναγνώριση οποιασδήποτε ρωσικής κατοχής ή προσάρτησης ουκρανικού εδάφους.
Το Κίεβο είναι επίσης απίθανο να αποδεχθεί την αναγνώριση των αυτονομιστικών δημοκρατιών της Ντονμπάς στα σύνορα που διεκδικούν, επειδή αυτό θα σήμαινε πως τα οκτώ χρόνια πολέμου των ουκρανικών δυνάμεων κατά των στηριζόμενων από τη Ρωσία αυτονομιστών στην περιοχή, ουσιαστικά θα ήταν για το τίποτα –κάτι που υπογραμμίζεται και από το γεγονός πως δεκάδες χιλιάδες Ουκρανοί στρατιώτες προτιμούν να αντιμετωπίσουν την περικύκλωση και τον πιθανό θάνατο στην Ντονμπάς τις επόμενες ημέρες παρά να αποσυρθούν από την περιοχή.
Τον Φεβρουάριο του 2019, η Ουκρανία τροποποίησε το Σύνταγμα της για να περιλαμβάνει φρασεολογία στο άρθρο αναφορικά με την «Ευρωπαϊκή ταυτότητα του Ουκρανικού λαού και το μη αναστρέψιμο της ευρωπαϊκής και ευρωατλαντικής πορείας της Ουκρανίας». Στο άρθρο 102, ο πρόεδρος της χώρας χαρακτηρίζεται ως «ο εγγυητής της εφαρμογής της στρατηγικής πορείας της χώρας προς την πλήρη ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ΝΑΤΟ».
Οι ισχυροί πολιτικοί περιορισμοί της ουκρανικής κυβέρνησης αναφορικά με τις υποχωρήσεις, θα ωθήσουν τη Ρωσία να αυξήσει τη χρήση βίας και μελλοντικά να επιδιώξει μια κοστοβόρα κατοχή της Ουκρανίας. Την 1η Μαρτίου, ο Ρώσος υπουργός Άμυνας Sergei Shoigu δήλωσε πως η προστασία της Ρωσίας από «τη στρατιωτική απειλή που συνιστούν χώρες της Δύσης που προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν τον Ουκρανικό λαό στη μάχη κατά της χώρας μας» είναι ο βασικός στόχος της «ειδικής στρατιωτικής επιχείρησης» της Μόσχας και πως η Ρωσία θα συνεχίσει την επίθεσή της μέχρις ότου επιτύχει τους στόχους της στην Ουκρανία.
Τα σχόλια του Shoigu τονίζουν την επιτακτική ανάγκη για εθνική ασφάλεια που στηρίζει τη ρωσική εισβολή –που κατά την άποψη της Μόσχας δεν αφήνει κανένα περιθώριο συμβιβασμού ως προς την ικανοποίηση των απαιτήσεών της, και έτσι δικαιολογεί ακόμα και μια ακριβή κατοχή της Ουκρανίας για να διασφαλιστεί πως οι απαιτήσεις αυτές θα ικανοποιηθούν. Αλλά ακόμα και αν η Ουκρανία δέχονταν τις απαιτήσεις της, η Ρωσία δεν θα είχε κάποιους ξεκάθαρους μοχλούς πίεσης για να εγγυηθεί πως το Κίεβο θα το τηρήσει αυτό, πέραν του να συνεχίσει να κατέχει ουκρανικό έδαφος ή να απειλεί με μια ακόμα εισβολή.
Πράγματι, η άρνηση της Ουκρανίας να επιβάλλει πλήρως τις συμφωνίες του Μινσκ τα τελευταία χρόνια πιθανότατα έχει πείσει τη Μόσχα πως η επιβολή οποιασδήποτε πολιτικής συμφωνίας με το Κίεβο δεν μπορεί να είναι εγγυημένη χωρίς τη χρήση ή την απειλή βίας. Έτσι, η Ρωσία είναι πολύ πιθανό να συνεχίσει την κατάληψη ορισμένων τουλάχιστον ουκρανικών εδαφών ανατολικά του Δνείπερου ποταμού που κατέλαβε τις τελευταίες ημέρες –χρησιμοποιώντας την αποτυχία της Ουκρανίας να ικανοποιήσει τις φιλόδοξες απαιτήσεις της για ουδετερότητα και αποστρατιωτικοποίηση ως δικαιολογία για έναν όλο και σκληρότερο πόλεμο και κατοχή.
Ο Ρώσος πρόεδρος Vladimir Putin έχει επανειλημμένως επιμείνει στην «αποναζιστοποίηση» της Ουκρανίας, που δείχνει την επιδίωξη από την πλευρά της Μόσχας μιας αλλαγής καθεστώτος στην περίπτωση που αποτύχουν οι διαπραγματεύσεις με την ουκρανική κυβέρνηση, εξυπηρετώντας παράλληλα έναν εγχώριο προπαγανδιστικό ρόλο της Ρωσίας. Η Ρωσία θα μπορούσε να πλαισιώσει μια οπισθοχώρηση στην απειλή για αλλαγή καθεστώτος ως «υποχώρηση», επιτρέποντάς της να διατηρήσει όλες τις άλλες απαιτήσεις της.
Ενώ ο αριθμός των απωλειών έμψυχου δυναμικού και εξοπλισμού από την πλευρά της Ουκρανίας είναι ασαφής, η στρατιωτική κατάσταση της Ουκρανίας πιθανότατα θα επιδεινωθεί τις επόμενες ημέρες, καθώς η Ρωσία επιδιώκει τους στόχους της δια της βίας.
Πολλοί από τους πιο έμπειρους και καλά εξοπλισμένους στρατιώτες της Ουκρανίας παραμένουν στην ανατολική περιοχή Ντονμπάς. Οι ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις πιθανότατα έχουν αποφασίσει πως οι δυνάμεις αυτές θα μπορούσαν να είναι ευάλωτες σε μια αεροπορική επίθεση εάν επιχειρήσουν να υποχωρήσουν στον ποταμό Δνείπερο, ενώ ταυτόχρονα θα πρέπει να εγκαταλείψουν μεγάλο αριθμό εξοπλισμού.
Έτσι, μια ριψοκίνδυνη απόπειρα να αποσυρθούν οι στρατιώτες από αυτή την εκτεθειμένη περιοχή θα μπορούσε να θέσει σοβαρά σε κίνδυνο τη στρατηγική της Ουκρανίας. Η Ρωσία, ωστόσο, πιθανότατα υπολογίζει πως η διαπραγματευτική της θέση θα είναι ισχυρότερη όταν εξαλείψει τις ουκρανικές δυνάμεις από τα ανατολικά της χώρας. Έτσι, είναι θέμα χρόνου οι στρατιώτες αυτοί, που έχουν κολλήσει στην Ντονμπάς και σε άλλα τμήματα της ανατολικής Ουκρανίας, να βρεθούν περικυκλωμένοι από ρωσικές δυνάμεις, κάτι που προμηνύει περισσότερη αιματοχυσία και επώδυνες απώλειες στο πεδίο της μάχης της Ουκρανίας.