Στα μέσα της δεκαετίας του 2010 η μικρο-ζυθοποιϊα ήταν στο επίκεντρο για τους καταναλωτές, με την εικόνα ωστόσο, να αλλάζει δραματικά σε λιγότερο από μια δεκαετία.
«Ο αφρός έχει τελειώσει: Οι Αμερικανοί χάνουν την όρεξή τους για μπύρα», σύμφωνα με το Fortune.
Η Anheuser-Busch InBev, η μεγαλύτερη ζυθοποιία στον κόσμο ( Budweiser, Corona, Stella Artois κα ) , παλεύει να αυξήσει τις πωλήσεις της στις ΗΠΑ, ακόμη και καθώς ξεπερνά τα συντηρητικά μποϊκοτάζ μετά τη συνεργασία της με τον transgender influencer Dylan Mulvaney. Η Heineken δεν μπόρεσε να ανακάμψει από ένα δύσκολο 2023, όταν οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες επηρέασαν αρνητικά τα κέρδη.
«Ήταν μια δύσκολη χρονιά για την μπύρα», δήλωσε στο CNBC ο Ντέιβιντ Στάινμαν, αντιπρόεδρος και εκτελεστικός συντάκτης της BMI.
Το χτύπημα της πανδημίας του κορωνοϊού
Τα τελευταία χρόνια ήταν πραγματικά δύσκολα για την μπύρα. Η πανδημία δεν στραγγάλισε μόνον τις πωλήσεις των ζυθοποιείων που βασίζονται στις επισκέψεις των θαμώνων στα μπαρ και τις μπυραρίες. Αλλαξε ριζικά και τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι πίνουν μπύρα, δήλωσε στο Fortune ο Adam Romanow, διευθύνων σύμβουλος και ιδρυτής της Castle Island Brewing Co. στη Μασαχουσέτη.
Παλιά οι επισκέψεις άρχιζαν μετα τις 5 το απόγευμα. Αλλά με τους περισσότερους ανθρώπους να εξακολουθούν να εργάζονται από το σπίτι, το Castle Island δεν μπορεί πλέον να βασίζεται στο πλήθος αυτων των καταναλωτών για μεγάλες πωλήσεις.
Το κόστος που συνεχώς αυξάνεται
Το αυξανόμενο κόστος της μπύρας έχει επίσης …αλλοιώσει τη γεύση των πελατών. Η τιμή της μπύρας έχει αυξηθεί κατά 5,9% από τον Απρίλιο του 2022 έως τον Απρίλιο του 2023, σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Εργασίας των ΗΠΑ. Οι τιμές έχουν αυξηθεί κατά 72% από το 2000.
Οι καταναλωτές μπορούν να κατηγορήσουν την επιδημία του Covid-19, η οποία προκάλεσε χάος στις αλυσίδες εφοδιασμού μπύρας, προκαλώντας ελλείψεις στο διοξείδιο του άνθρακα που χρειάζεται παιτείται για να προσδώσει στο ποτό τον χαρακτηριστικό αφρό του. Μάλιστα, αναγκάζοντας ορισμένους ζυθοποιούς να πληρώνουν τρεις ή και τέσσερις φορές περισσότερο από το συνηθισμένο.
Και καθώς οι ζυθοποιίες στράφηκαν προς τη λιανική και τη χονδρική πώληση για να αντισταθμίσουν τις άδειες βρύσες τους, διαπίστωσαν ότι τα κουτιά αλουμινίου ήταν δυσεύρετα και άρχισαν να αγοράζουν ακριβές παλέτες όποτε αυτές γίνονταν …διαθέσιμες.
Ειδικά για τον κλάδο της βιοτεχνικής μπύρας, υπάρχει μια ειρωνεία που συνοδεύει την έλλειψη ζήτησης: Η δημογραφική ομάδα που εκτόξευσε τις μικρές ζυθοποιίες είναι τώρα αυτή που αποσύρει αυτους που γεμίζουν τα ποτήρια … Οι Millennials έχουν γεράσει και είναι πλέον ιδιοκτήτες σπιτιού και γονείς με μικρά παιδιά που αναλαμβάνουν περισσότερες ευθύνες.
Αλλά η επόμενη γενιά, η οποία έχει την ίδια ηλικία με τους millennials στο αποκορύφωμα των ημερών τους που επιναν ασυστολα , θέλει να έχει ελάχιστη σχέση με την μπύρα.
Ανεβαίνει η μπύρα χωρίς αλκοόλ
Η γενιά Z πίνει κατά μέσο όρο 20% λιγότερο απ’ ό,τι έπιναν οι Millennials ομόλογοί τους όταν ήταν νεότεροι, με τους περισσότερους να επικαλούνται λόγους υγείας ως λόγο για τη μείωση του αλκοόλ. Πρόκειται για ένα κίνημα που έφερε μάρκες όπως η μη αλκοολούχα μπύρα Athletic Brewing -η οποία πρόσφατα διπλασίασε την αποτίμησή της στα 800 εκατομμύρια δολάρια- στα καλάθια των αγορών των νέων καταναλωτών.
Ακόμη και οι αθλητικές εκδηλώσεις, που ήταν πάντα γιορτές μπυρας καθώς το αλκοόλ έρεε ελεύθερα, τώρα έχουν στερέψει : Κατά τη διάρκεια του ποδοσφαιρικού πρωταθλήματος Euro τον Ιούνιο και τον Ιούλιο, οι πωλήσεις μη αλκοολούχων και μπύρας, χαμηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ, εκτοξεύτηκαν κατά 38% στα βρετανικά παντοπωλεία τις ημέρες των αγώνων της Αγγλίας.
Οι μεγάλες μπύρες προσαρμόστηκαν επεκτείνοντας τις προσφορές τους στο νέο , «εκκολαπτόμενο κοινό» τους, δημιουργώντας εναλλακτικές λύσεις χωρίς αλκοόλ, όπως η μάρκα 0.0 της Heineken, και τελικά βοηθώντας την αγορά της μη αλκοολούχου μπύρας να φτάσει σε αξία τα 22 δισεκατομμύρια δολάρια.