Παρά το γεγονός ότι και το 2022 αποτελεί την κατηγορία asset με τις καλύτερες αποδόσεις, οι οποίες ξεπερνούν το 20%, το 2023 αναμένεται να καταγράψει ακόμη ισχυρότερες επιδόσεις, υπερδιπλασιάζοντας τα κέρδη για τους επενδυτές με ράλι άνω του 40%.
Ενώ το πρώτο τρίμηνο του νέου έτους μπορεί να είναι "ταραχώδες" και ασταθές για την αγορά λόγω της οικονομικής αδυναμίας στις ΗΠΑ και την Κίνα, οι ελλείψεις πρώτων υλών από το πετρέλαιο έως το φυσικό αέριο και τα μέταλλα, θα δώσουν σημαντική ώθηση στις τιμές των εμπορευμάτων στη συνέχεια.
Η Goldman προέβλεψε έναν πολυετή υπερκύκλο στα εμπορεύματα στα τέλη του 2020 και διατήρησε αυτήν την άποψη, ακόμη και όταν οι τιμές της ενέργειας μειώθηκαν τους τελευταίους μήνες λόγω των αυστηρών περιορισμών της Κίνας για την Covid και της παγκόσμιας οικονομικής επιβράδυνσης που κατέστειλε τη ζήτηση.
"Παρά τον σχεδόν διπλασιασμό των ετήσιων αποδόσεων πολλών εμπορευμάτων έως τον Μάιο του 2022, οι κεφαλαιακές δαπάνες απογοήτευσαν", σημειώνουν οι αναλυτές της Goldman. "Αυτή είναι ίσως η μοναδική και πιο σημαντική αποκάλυψη του 2022 – ακόμη και οι εξαιρετικά υψηλές τιμές που παρατηρήθηκαν νωρίτερα φέτος δεν μπορούν να δημιουργήσουν επαρκείς εισροές κεφαλαίων και, ως εκ τούτου, απάντηση από την πλευρά της προσφοράς, για την επίλυση των μακροπρόθεσμων ελλείψεων".
"Ακριβώς όπως οι αγορές εμπορευμάτων κυριαρχήθηκαν από το δολάριο το 2022, αναμένουμε ότι θα καθοριστούν από τις υπο-επενδύσεις το 2023", σημειώνει χαρακτηριστικά η αμερικάνικη τράπεζα. Από θεμελιώδη άποψη, όπως προσθέτει, το σκηνικό για τα περισσότερα εμπορεύματα το επόμενο έτος είναι το πιο bullish από τον Οκτώβριο του 2020.
Ωστόσο, οι τιμές spot έχουν επανέλθει σχεδόν στα επίπεδα του 2021, καθώς η χρηματοοικονομική απομόχλευση και η μείωση των αποθεμάτων – και οι δύο μορφές βραχυπρόθεσμης υπο-επένδυσης – άσκησαν πίεση στις τιμές της ενέργειας από τον Οκτώβριο.
Σε όλες τις αγορές εμπορευμάτων, η ταχεία άνοδος του κόστους κεφαλαίου μειώνει το κίνητρο διατήρησης φυσικών αποθεμάτων, στρεβλώνοντας την αξία τους καθώς οι χρηματοπιστωτικές αγορές αντιδρούν ταχύτερα από την πραγματική οικονομία. Ωστόσο, ακόμη και μετά το πρόσφατο sell-off, οι τιμές παραμένουν υψηλές. Πριν από δύο χρόνια φαινόταν απίθανο το πετρέλαιο να ήταν στα 80 δολ./βαρέλι, ο χαλκός στα 8500 δολ./τόνος και το καλαμπόκι στα 6,35δολ./μπουσέλ, με τον μεγαλύτερο καταναλωτή εμπορευμάτων και εισαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο να είναι σε shutdown λόγω Covid (Κίνα), την Ευρώπη σε ύφεση και τις ΗΠΑ να έχουν γνωρίσει την πιο ραγδαία αύξηση των επιτοκίων στην ιστορία τους. "Αυτό είναι απόδειξη της σοβαρότητας των ανισορροπιών σε αυτές τις αγορές, καθώς η σφιχτή προσφορά διατηρεί τις τιμές υψηλά παρά τις βραχυπρόθεσμες ανησυχίες για την ανάπτυξη", σημειώνει η Goldman.
Ενώ οι επενδυτές δικαίως εξακολουθούν να ανησυχούν για τις προοπτικές ανάπτυξης το επόμενο έτος – ένας σημαντικός λόγος για το τελευταίο sell off στα εμπορεύματα – ο παγκόσμιος επιχειρηματικός κύκλος απέχει πολύ από το να έχει τελειώσει, τονίζει η αμερικάνικη τράπεζα. "Είναι σαφές σήμερα ότι ο κίνδυνος ύφεσης τιμολογείται ολοένα και περισσότερο στις αγορές. Ωστόσο, οι οικονομολόγοι μας υποστηρίζουν ότι η παγκόσμια οικονομική ανάπτυξη θα ανακάμψει σημαντικά με την Κίνα να προχωρά στο reopening ήδη, την Ευρώπη να βελτιώνει την ενεργειακή της απόδοση και τις ΗΠΑ να βιώνουν την επιβράδυνση των επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων της Fed", όπως προσθέτει.
"Αυτά ενισχύουν την προσδοκία μας ότι τα εμπορεύματα θα έχουν απόδοση 43% το 2023", εκτιμά η Goldman, στο μεγαλύτερο ράλι που θα σημειώσει οποιοδήποτε asset το επόμενο έτος έπειτα από το +20% που έκαναν φέτος – το οποίο ήταν παρά το sell-off επίσης η καλύτερη επίδοση μεταξύ όλων των assets για το 2022.
Καταλήγοντας η Goldman σημειώνει πως είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι υπερκύκλοι εμπορευμάτων δεν κινούνται ποτέ σε ευθεία γραμμή. Οι τιμές των εμπορευμάτων, σε αντίθεση με τις χρηματοπιστωτικές αγορές, εκτελούν μια "λειτουργία" εξισορρόπησης της προσφοράς και της ζήτησης, επομένως από τη στιγμή που οι υψηλές τιμές εξισορροπήσουν εκ νέου την αγορά βραχυπρόθεσμα, οι υψηλές τιμές δεν χρειάζονται πλέον και οι τιμές υποχωρούν όπως είδαμε στα τέλη του φετινού έτους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι ο υπερκύκλος έχει τελειώσει καθώς τα μακροπρόθεσμα ζητήματα εφοδιασμού χρειάζονται χρόνια για να επιλυθούν.
"Μας αρέσει να λέμε ότι τα εμπορεύματα είναι μακροπρόθεσμα προβλέψιμα αλλά βραχυπρόθεσμα απρόβλεπτα. Είναι δύσκολο να προβλεφθεί ο ακριβής χρόνος των βραχυπρόθεσμων αυξήσεων των τιμών τους", σημειώνει η τράπεζα. Το 2022, όπως επισημαίνει, ήταν η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία που έπληξε μια ήδη εξαιρετικά σφιχτή αγορά.
Αντίθετα, η μακροπρόθεσμη κατάσταση της αγοράς είναι προβλέψιμη καθώς τάσεις στην προσφορά και οι τεχνολογικές τάσεις είναι πολύ πιο επίμονες και προβλέψιμες μέσω των ροών κεφαλαίου. Έτσι, αν και οι συνθήκες για μια βραχύβια χειμερινή διόρθωση των τιμών παραμένουν – για παράδειγμα όταν εμφανίστηκε η Omicron το 2022, οι τιμές μειώθηκαν κατά 35% πριν ανακάμψουν μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου - μετά το ασταθές ωστόσο ξεκίνημα του νέου έτους, από το β’ τρίμηνό και μετά, τα εμπορεύματα θα σημειώσουν ισχυρό ριμπάουντ, όπως επισημαίνει η Goldman Sachs.