Η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα παραμένει ανθεκτική, επισημαίνει η Goldman Sachs σε νέα έκθεσή της. Η παραγωγικότητα της εργασίας άρχισε να αυξάνεται ξανά στον απόηχο της πανδημίας μετά από πτώση για σχεδόν μια δεκαετία. Η απασχόληση και η βιομηχανική παραγωγή συνέχισαν να αυξάνονται, με το ποσοστό απασχόλησης να βρίσκεται στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 25 ετών. Ωστόσο, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι πάνω από 15% χαμηλότερο από το επίπεδο πριν από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση και οι επενδύσεις παραμένουν 30% χαμηλότερες ως ποσοστό του ΑΕΠ. Πάντως, όπως εκτιμά η Goldman Sachs, η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε ισχυρή θέση φέτος για να εδραιώσει την αναπτυξιακή δυναμική και να επιταχύνει τις κεφαλαιουχικές δαπάνες πάνω από την υπόλοιπη ζώνη του ευρώ, σύμφωνα με το capital.
Οι μακροοικονομικές προοπτικές θέτουν το έδαφος για άλλη μια αναβάθμιση
Η δημογραφική ευπάθεια μειώνεται, το δημόσιο χρέος υποχωρεί
Η αποκατάσταση ενός επιπέδου ετήσιων επενδύσεων στα επίπεδα της υπόλοιπης Ευρωζώνης παραμένει κατά την άποψη της Goldman το κεντρικό στοιχείο για τη διασφάλιση των μεσοπρόθεσμων προοπτικών της ελληνικής οικονομίας. Ο ελληνικός πληθυσμός έχει μειωθεί κατά σχεδόν 5% την τελευταία δεκαετία και η δημογραφική ευπάθεια παραμένει βασική πρόκληση όπως και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Ωστόσο, χάρη σε μια ανθεκτική αγορά εργασίας, ο λόγος εξάρτησης ηλικίας (age-dependency ratio) έχει βελτιωθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία. "Αναμένουμε ότι οι δημόσιες συνταξιοδοτικές δαπάνες θα μειωθούν, ως ποσοστό του ΑΕΠ, μέχρι το τέλος της δεκαετίας προτού επιδεινωθούν πέρα από αυτήν την περίοδο και θα παραμείνουν σχετικά κοντά στον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ μακροπρόθεσμα", εκτιμά η αμερικάνικη τράπεζα.
Κατά την Goldman, οι εποικοδομητικές μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας θα μειώσουν τον αρνητικό αντίκτυπο της δημογραφικής επιδείνωσης. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς της, αυτές οι συνθήκες υποστηρίζουν μια σημαντική μείωση του ελληνικού χρέους προς το ΑΕΠ. Στην πραγματικότητα, δεδομένου ότι η υποστήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης πρόκειται να επιταχυνθεί το 2024, εκτιμά ότι ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ θα παραμείνει σε πτωτική πορεία και αναμένει ότι το ελληνικό δημόσιο χρέος θα μειωθεί κατά περισσότερο από 30% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, ένα επίπεδο που είναι αρκετά χαμηλότερο από ό,τι προέβλεπε πριν η ίδια.
Επιπλέον, όπως προσθέτει, δεδομένου ότι περίπου το 70% του ελληνικού δημόσιου χρέους αφορά ευρωπαϊκά προγράμματα βοήθειας πολύ μεγάλης διάρκειας, το περιορισμένο μερίδιο του δημόσιου χρέους στην αγορά προστατεύει το επιτόκιο δανεισμού του ελληνικού δημοσίου από την αστάθεια των επιτοκίων και αναμένεται να συμβάλει στη διατήρηση του κόστους δανεισμού σε επίμονα χαμηλά επίπεδα.