Πριν από ένα χρόνο, όταν ο ρωσικός στρατός είχε ήδη εισβάλει στα σύνορα της Ουκρανίας, η επικεφαλής της Επιτροπής της ΕΕ Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν προειδοποιούσε τη Μόσχα με συνέντευξή της στη Handelsblatt, ότι οι Ευρωπαίοι, σε στενή συνεργασία με τις ΗΠΑ, θα επέβαλαν εμπορικές κυρώσεις που θα κυμαίνονταν από «περιορισμό της πρόσβασης σε ξένα κεφάλαια έως έλεγχο των εξαγωγών, ιδίως σε τεχνικά αγαθά». Όπως είχε δηλώσει αυτά τα τιμωρητικά μέτρα θα καταστήσουν «τη ρωσική οικονομία ακόμη πιο εύθραυστη».
Έκτοτε, η ΕΕ έχει θέσει σε ισχύ εννέα πακέτα κυρώσεων – και το δέκατο βρίσκεται στα σκαριά. Αλλά η ρωσική οικονομία αποδεικνύεται εκπληκτικά ανθεκτική, σχολιάζει η Handelsblatt. Μετά την πτώση κατά 2,2% πέρυσι, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αναμένει ότι η ρωσική οικονομία θα αναπτυχθεί ελαφρώς το 2023. Με προβλεπόμενο πλεόνασμα 0,3%, η Ρωσία βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση ακόμη και από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, η οικονομία της οποίας αναμένεται να αναπτυχθεί μόνο κατά 0,1%, σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ΔΝΤ.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Ένας λόγος είναι ότι η Ρωσία κατάφερε να δημιουργήσει νέες εμπορικές σχέσεις. «Η Ρωσία παρακάμπτει ενεργά τις κυρώσεις μας», παραδέχθηκε πρόσφατα ο αντιπρόεδρος της Επιτροπής της ΕΕ Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Και το πλαφόν στις τιμές του πετρελαίου που επέβαλαν οι χώρες της G7 στις αρχές του έτους μειώνει τα εμπορικά έσοδα της Ρωσίας.
Αλλά οι δυτικές ελπίδες ότι τα ρωσικά στρατεύματα θα ξεμείνουν από εφόδια δεν έχουν εκπληρωθεί. «Η Ρωσία προσαρμόζεται, μετατρέπει την οικονομία της σε πολεμική οικονομία, αυξάνει τη στρατιωτική παραγωγή και προσαρμόζεται στις κυρώσεις», συνεχίζει η μελέτη της DGAP.
Η βοήθεια από τους γείτονες στην παράκαμψη των κυρώσεων
Αρκετές γειτονικές χώρες βοηθούν τους Ρώσους να το κάνουν αυτό. Έχουν προφανώς ανακαλύψει μια επικερδή επιχείρηση: Οι εταιρείες τους αγοράζουν δυτικά αγαθά και τα πωλούν στη Ρωσία, η οποία είναι εκτός νόμου από τη Δύση.
Ένα τέτοιο ενδιάμεσο εμπόριο μπορεί να παρατηρηθεί στην Τουρκία ή την Αρμενία, λέει ο Toμπίας Γκέρκε της δεξαμενής σκέψης European Council on Foreign Relations (ECFR). «Ξαφνικά, οι χώρες αυτές εξάγουν πράγματα που δεν παράγουν καν οι ίδιες».
Το Καζακστάν έχει καταστεί σημαντικός κόμβος για την αποφυγή κυρώσεων. Η χώρα «πουλάει 18 φορές περισσότερα μικροτσίπ στη Ρωσία από ό,τι πριν από ένα χρόνο», δήλωσε ο Πέτερ Πιατέτσκι, επικεφαλής του αμερικανικού παρόχου δεδομένων Castellum.AI, σε πρόσφατη εκδήλωση του αμερικανικού οργανισμού Atlantic Council.
«Υπάρχει μόνο μία εξήγηση γι’ αυτό: οι αποστολές που πήγαιναν στη Ρωσία πηγαίνουν τώρα στο Καζακστάν, απ’ όπου μεταπωλούνται». Τα κοινά σύνορα βοηθούν σε αυτό. «Είναι πολύ πιο εύκολο να αποφύγεις τους ελέγχους αν δεν χρειάζεται να φορτώσεις τα εμπορεύματα ξανά σε αεροπλάνο».
Οι δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών ανησυχούν. Ήταν αξιοσημείωτο ότι το Καζακστάν είχε παραδώσει πέρυσι στη Ρωσία έναν αριθμό ψυγείων πάνω από τον μέσο όρο, δήλωσαν στη Handelsblatt αρκετοί αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών που γνωρίζουν το θέμα. Οι συσκευές είχαν παραδοθεί στο Καζακστάν από την ΕΕ. Η παρατήρηση των υπηρεσιών πληροφοριών συμπίπτει με στοιχεία της στατιστικής αρχής Eurostat.
Πολλές από τις συσκευές καταλήγουν προφανώς στη Ρωσία όπως είχε μεταδώσει το Bloomberg τον Οκτώβριο επικαλούμενο στοιχεία της κυβέρνησης του Καζακστάν. Σύμφωνα με αυτά, οι εξαγωγές ψυγείων, πλυντηρίων ρούχων και ηλεκτρικών αντλιών γάλακτος προς τη Ρωσία είχαν αυξηθεί “αλματωδώς”.
Η ΕΕ δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η Ρωσία χρησιμοποιεί τσιπ από τέτοιες απλές οικιακές συσκευές για στρατιωτικό εξοπλισμό. Η πρόεδρος της Επιτροπής φον ντερ Λάιεν είχε ήδη δηλώσει τον Σεπτέμβριο: «Ο ρωσικός στρατός παίρνει τσιπ από πλυντήρια πιάτων και ψυγεία για να επισκευάσει στρατιωτικό εξοπλισμό, επειδή έχουν ξεμείνει από ημιαγωγούς».
Η ΕΕ διορίζει Επίτροπο για τις κυρώσεις
Στα τέλη του 2022, η Επιτροπή της ΕΕ διόρισε ειδικά έναν επίτροπο κυρώσεων για να αντιμετωπίσει την καταστρατήγησή τους: Ο πρώην πρέσβης της ΕΕ, Ντέιβιντ Ο΄ Σάλιβαν πρόκειται να πείσει τις τρίτες χώρες να αυστηροποιήσουν τους ελέγχους τους. Μέχρι στιγμής, αυτό δεν έχει σημειώσει μεγάλη επιτυχία. Μόνο 34 χώρες έχουν επιβάλει ολοκληρωμένες κυρώσεις κατά της Ρωσίας από την έναρξη του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων των 27 κρατών της ΕΕ.
Το κύριο πρόβλημα με τον έλεγχο των κυρώσεων είναι ο χαρακτήρας διπλής χρήσης, δηλαδή η πολιτική και στρατιωτική χρηστικότητα πολλών εισαγωγών. Για παράδειγμα, ημιαγωγοί που είναι επειγόντως απαραίτητοι για τη σύγχρονη στρατιωτική τεχνολογία βρίσκονται επίσης σε οικιακές συσκευές. Μια ανάλυση του Ινστιτούτου Διεθνούς Χρηματοοικονομικής (IIF) καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η Ρωσία έχει καταφέρει να «ανακατευθύνει με επιτυχία το εμπόριό της μέσω της Κίνας και άλλων χωρών».
Παρά τις κυρώσεις, η Μόσχα κατάφερε να αυξήσει τις εισαγωγές της σε ημιαγωγούς και ηλεκτρονικά κυκλώματα. Για παράδειγμα, οι εισαγωγές τσιπ αυξήθηκαν σε 2,45 δισ. δολάρια μεταξύ Ιανουαρίου και Σεπτεμβρίου σε σύγκριση με 1,8 δισ. δολάρια την ίδια περίοδο πέρυσι, γράφουν οι αναλυτές του IIF.
Η αξία των εισαγωγών τσιπ από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ υπερδιπλασιάστηκε. Συνολικά, αυτά καλύπτουν το 40% της ρωσικής ζήτησης. Ωστόσο, οι συντάκτες προειδοποιούν ότι δεν είναι σαφές εάν όλα τα τσιπ υπόκεινται στις κυρώσεις.
Προμηθεύει η Κίνα εξαρτήματα ζωτικής σημασίας για την πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας;
Η Κίνα προμηθεύει επίσης τη Ρωσία με άλλα αγαθά διπλής χρήσης, όπως ανέφερε πρόσφατα η Wall Street Journal, επικαλούμενη ανάλυση της αμερικανικής δεξαμενής σκέψης C4ADS. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, κινεζικές κρατικές αμυντικές εταιρείες φέρονται να έχουν προμηθεύσει εξοπλισμό πλοήγησης, παρεμβολείς και εξαρτήματα για μαχητικά αεροσκάφη σε ρωσικές αμυντικές εταιρείες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, εν μέρει μέσω θυγατρικών ή μεσαζόντων στο Ουζμπεκιστάν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Σύμφωνα με την έκθεση, η ρωσική αμυντική εταιρεία JSC Rosoboronexport παρέλαβε εξοπλισμό πλοήγησης και τηλεσκοπικές κεραίες για στρατιωτικά ελικόπτερα και οχήματα από τις κινεζικές εταιρείες Poly Technologies και Fujian Nanan Baofeng Electronic. Η κατασκευάστρια εταιρεία αεροσκαφών Avic International φέρεται επίσης να έχει προμηθεύσει εξαρτήματα για το ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος SU-35 σε θυγατρική της κρατικής εταιρείας Rostec, στην οποία έχουν επιβληθεί κυρώσεις.
Η ηγεσία της Κίνας απορρίπτει τις κατηγορίες για παροχή στρατιωτικής υποστήριξης στη Ρωσία. Αλλά αυτό είναι δύσκολο να ελεγχθεί. Οι εμπορικοί εταίροι δεν εξαρτώνται από παγκόσμια κέντρα logistics και ναυτιλιακές εταιρείες και μπορούν να διεκπεραιώνουν πληρωμές σε κινεζικό νόμισμα, εξηγεί ο Ρώσος ειδικός σε θέματα Κίνας Αλεξάντερ Γκαμπούεφ.
Υπήρχε ήδη στρατιωτικο-τεχνική συνεργασία μεταξύ Κίνας και Ρωσίας πριν από τον πόλεμο και ήταν απίθανο η Δύση να μπορέσει να τη σταματήσει. Το Πεκίνο, ωστόσο, προσέχει «να μην προμηθεύει τους Ρώσους με έτοιμα όπλα».
Επομένως, η Ρωσία καταφεύγει σε άλλους προμηθευτές: σύμφωνα με τις δυτικές μυστικές υπηρεσίες, προμηθεύεται μη επανδρωμένα αεροσκάφη καμικάζι από το Ιράν και πυρομαχικά πυροβολικού από τη Βόρεια Κορέα.
Η Τουρκία, μέλος του ΝΑΤΟ, φέρεται επίσης να έχει προμηθεύσει ρωσικές εταιρείες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις
Η Τουρκία φέρεται επίσης να έχει προμηθεύσει ρωσικές εταιρείες στις οποίες έχουν επιβληθεί κυρώσεις, όχι με όπλα, αλλά πιθανότατα και με αγαθά διπλής χρήσης. Στις αρχές του μήνα, η εισαγγελία της Κολωνίας διενήργησε έρευνα σε επαγγελματικές εγκαταστάσεις στην περιοχή Ρήνος-Ερφτ. Η Smart Impex GmbH θεωρείται ύποπτη ότι πούλησε ηλεκτρονικά εξαρτήματα στη Ρωσία μέσω εταιρείας στην Τουρκία, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για στρατιωτικούς σκοπούς. Η Smart Impex δήλωσε στο “Monitor” ότι διερευνά τους ισχυρισμούς και δεν έχει διαπιστώσει μέχρι στιγμής καμία παραβίαση.
Η ΕΕ θέλει τώρα να αυστηροποιήσει περαιτέρω τους ελέγχους των εξαγωγών. Το δέκατο πακέτο κυρώσεων στοχεύει κυρίως σε αγαθά διπλής χρήσης. Συγκεκριμένα: ηλεκτρονικά εξαρτήματα για μη επανδρωμένα αεροσκάφη, ελικόπτερα και κατευθυνόμενα όπλα, καθώς και πλακέτες κυκλωμάτων και κάμερες.
Αλλά το θεμελιώδες πρόβλημα ότι η Ρωσία μπορεί να κατευθύνει τις εμπορικές ροές μέσω άλλων χωρών παραμένει.
Ο εμπειρογνώμονας του ECFR, Γκέρκε αναφέρει ότι για να εντοπιστεί το λαθρεμπόριο αγαθών διπλής χρήσης, απαιτούνται ικανότητες πληροφοριών στις ενδιαφερόμενες χώρες. Η ΕΕ εξαρτάται από τους Αμερικανούς στο θέμα αυτό. Επιπλέον, απαιτείται πολιτική βούληση για να σταματήσει το ενδιάμεσο εμπόριο – και εδώ τόσο οι ΗΠΑ όσο και η ΕΕ διστάζουν για να μην οδηγήσουν χώρες όπως η Ινδία και η Τουρκία στην αγκαλιά της Ρωσίας.