Στη μείωση των τιμών – στόχων για τις μετοχές των Alpha Bank, Eurobank και Τράπεζας Πειραιώς προχώρησε η HSBC, λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Η HSBC αναβαθμίζει την τιμή στόχο μόνο για την Εθνική Τράπεζα.
«Περικόπτουμε τις εκτιμήσεις μας για να περιλάβουμε τις αντιξοότητες στα καθαρά έσοδα, αλλά η κερδοφορία εξακολουθεί να φαίνεται αξιοπρεπής», εξηγεί η HSBC. Τα αποτελέσματα του 4ου τριμήνου και τα επικαιροποιημένα μεσοπρόθεσμα σχέδια των τραπεζών αποκάλυψαν κάπως ισχυρότερα καθαρά έσοδα (NII) από τις δικές της εκτιμήσεις, επισημαίνει η βρετανική τράπεζα.
Η HSBC επαναλαμβάνει τη σύσταση «αγορά» και για τις τέσσερις τράπεζες. Η Eurobank παραμένει η κορυφαία επιλογή της.
Οι νέες τιμές - στόχοι
Η νέα τιμή – στόχος για την Alpha Bank διαμορφώνεται στα 1,45 ευρώ (από 1,60 ευρώ προηγουμένως, για τη Eurobank στα 1,40 ευρώ (από 1,45 ευρώ) και για την Τράπεζα Πειραιώς στα 1,90 ευρώ (από 2,10 πριν).
Όσον αφορά την Εθνική Τράπεζα, η HSBC αναβαθμίζει την τιμή – στόχο στα 4,30 ευρώ (από 3,90 ευρώ προηγουμένως).
Τα περιθώρια ανόδου διαμορφώνονται πό 25% έως 39%.
Οι ελληνικές τράπεζες φαίνονται ελκυστικά αποτιμημένες με διαπραγμάτευση στις 0,50x την ενσώματη λογιστική αξία του 2022 (P/TBV), δηλαδή με 40% έκπτωση σε σχέση με τις πλησιέστερες τράπεζες της περιοχής EEMEA, παρά το καλύτερο ROTE, όταν προσαρμόζεται για υψηλότερες ασφάλιστρο κινδύνου και τα ασθενέστερα νομίσματα στην EEMEA. «Επιπλέον, αναμένουμε ότι και οι τέσσερις τράπεζες θα έχουν θετικά δημοσιευμένα κέρδη το 2022, για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια, και οι δείκτες κερδοφορίας είναι στις 6,6 φορές το 2023 και είναι μια έκπτωση 35% σε σχέση με τον μέσο όρο των αναδυόμενων αγορών.
Οι καθυστερήσεις στις επενδύσεις λόγω γεωπολιτικών κινδύνων, η πίεση στα διαθέσιμα εισοδήματα των νοικοκυριών από τον πληθωρισμό και η πρόωρη αποπληρωμή εταιρικών δανείων λόγω της άφθονης ρευστότητας του συστήματος προκάλεσαν σε ορισμένες τράπεζες μείωση των φιλόδοξων στόχων για ανάπτυξη, σημειώνει η HSBC.
Ωστόσο, οι εκτιμήσεις της τράπεζας υπόκεινται σε περιορισμένες αλλαγές, καθώς ήταν ήδη συντηρητικές.
Τούτου λεχθέντος, η μείωση στις αποδόσεις των επιχειρηματικών δανείων το δ' τρίμηνο του 2021 εξέπληξε αρνητικά και λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση ρευστότητας και ότι ένα μεγαλύτερο μέρος της ανάπτυξης θα προέρχεται από βραχυπρόθεσμα δάνεια κεφαλαίου κίνησης με βραχυπρόθεσμες αποδόσεις, μείωσε τις προβλέψεις της για τα καθαρά έσοδα από τόκους (NII) το 2022/23 κατά 4% και 3%, αντίστοιχα.