Γράφει ο Παναγιώτης Δουδώνης
Το δυσάρεστο της υπόθεσης είναι ότι η χώρα άργησε ακόμα και να διδαχθεί από την αρχική ολιγωρία του νομικού της συστήματος. Η κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας παρακολουθούσε επί μια τριετία τις πολιτικές μεταμορφώσεις ενός εγκληματικού μορφώματος χωρίς να παρεμβαίνει ουσιαστικά, νομοθετικά. Έτσι, λίγες εβδομάδες πριν τις εκλογές, μια νέα επικίνδυνη «υποπαραλλαγή» του φονικού ιού της ίδιας εγκληματικής δράσης έχει αφεθεί να οπλίζεται οργανωτικά, απειλώντας την ίδια τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου.
Τι πρέπει να έχει μια διάταξη που κατατείνει σε έναν τέτοιο στόχο; Πρέπει να είναι συνταγματικά και νομοτεχνικά άρτια, εντός των περιορισμών που μας θέτουν δύο διατάξεις του Συντάγματος (29 Παρ.1 και 51 παρ. 3). Στην κατεύθυνση αυτή πρέπει να ζητηθεί και η γνώμη της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής. Ειδικότερα, πρέπει να αντιμετωπίζει το ζήτημα της πραγματικής ηγεσίας, το ενδεχόμενο δηλαδή ένα πολιτικό κόμμα που υποκρύπτει εγκληματική οργάνωση να δομείται με τον ίδιο τρόπο με εκείνη, με άλλους να είναι αχυράνθρωποι και άλλους οι πραγματικοί διευθύνοντες. Επιπλέον, πρέπει να προβλέπει τις απαραίτητες δικονομικές εγγυήσεις, με κορυφαία την expressisverbis διασφάλιση του δικαιώματος της ακρόασης.
Τέλος, πρέπει να αποφεύγει γενικολογίες και αοριστίες που θα επέτρεπαν παρερμηνείες μιας τέτοιας διάταξης ή υπερβολικά πολλές αξιολογικές κρίσεις από το αρμόδιο δικαστήριο (Άρειος Πάγος). Γιατί η άμυνα της δημοκρατίας μας πρέπει να λαμβάνει χώρα όχι γενικώς και διακηρυκτικώς αλλά συγκεκριμένα έναντι του φαινομένου εγκληματική οργάνωση να έχει ενδυθεί τον μανδύα του πολιτικού κόμματος και υπό τον μανδύα αυτό να επιχειρεί να συμμετάσχει στις εκλογές.
Πηγή: "τα ΝΕΑ"