Μπορεί να προκαλεί σοβαρές παθήσεις του αναπνευστικού, όμως, οι επιπτώσεις από την ατμοσφαιρική ρύπανση δεν περιορίζονται σε αυτό το επίπεδο, αλλά ενδέχεται να οδηγήσουν σε σειρά βλαβών του οργανισμού. Παλαιότερες έρευνες συνέδεσαν την έκθεση σε ρύπους με δυσκολία στη συγκέντρωση, σε επιδείνωση παθήσεων, ακόμα και σε κίνδυνο εμφάνισης αυτισμού.
Τώρα, νέα έρευνα από το Πανεπιστημιακό Κολέγιο Λονδίνου συσχετίζει τη μακροχρόνια έκθεση σε ατμοσφαιρικούς ρύπους με βλάβες στον εγκέφαλο ηλικιωμένων.
Όπως αναφέρει η έκθεση που δημοσιεύθηκε στο The Journals of Gerontology Series A σε ανθρώπους ηλικίας άνω των 65 ετών διαπιστώθηκαν προβλήματα σε μνήμη, ομιλία και γενικές γνωστικές λειτουργίες.
Ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 1.127 ενήλικες στη Μεγάλη Βρετανία μελετώντας τις συνέπειες της έκθεσής τους σε αιωρούμενα σωματίδια σε διάστημα 8-10 ετών, στο πλαίσιο της έρευνας για τη γήρανση ELSA.
Αξιολόγησαν τη μνήμη, την εκτελεστική λειτουργία και τη γλωσσική τους ικανότητα και διαπίστωσαν ότι οι ηλικιωμένοι που ζουν σε περιοχές με υψηλά επίπεδα ρύπανσης σημείωσαν σημαντικά χαμηλότερη βαθμολογία στα γνωστικά τεστ σε σύγκριση με εκείνους σε περιοχές με μέτρια ρύπανση.
Σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης, τα ευρήματα είναι σημαντικά καθώς η συρρίκνωση της γνωστικής λειτουργίας που σχετίζεται με τη γήρανση, εντείνει τη μείωση του προσδόκιμου και της ποιότητας ζωής, καθώς και της κοινωνικής συμμετοχής.
Επιπλέον, οι επιστήμονες κατέληξαν πως οι διαφορετικές πηγές ατμοσφαιρικής ρύπανσης έχουν ποικίλες επιπτώσεις στην υγεία. Για παράδειγμα, η ρύπανση από τις βιομηχανίες, η θέρμανση των σπιτιών και η καύση καυσίμων συνδέονται στενά με χαμηλότερη γλωσσική απόδοση.
Όπως είπε ο επικεφαλής της έκθεσης, Τζόρτζο Ντι Τζέσα, η μελέτη αποκαλύπτει ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση δεν είναι μόνο επιβλαβής για τους πνεύμονες και την καρδιά, αλλά και για την υγεία του εγκεφάλου, ιδίως όταν οι άνθρωποι εκτίθενται σε υψηλά επίπεδα για μεγάλες περιόδους.
Ο ειδικός πρόσθεσε ότι οι βλάβες στη γλωσσική ικανότητα μπορεί να υποδεικνύουν ότι ορισμένοι ρύποι έχουν συγκεκριμένη επίδραση σε συγκεκριμένες γνωστικές διαδικασίες.
Από την πλευρά της, η Πάολα Τζανινότο, αναπληρώτρια διευθύντρια της μελέτης ELSA, εξήγησε πως με την παρατήρηση των επιπέδων ρύπανσης και τη χρήση δεδομένων υψηλού επιπέδου, η έρευνα παρέχει ισχυρές ενδείξεις ότι η συνεχής έκθεση σε ρύπους βλάπτει τον εγκέφαλο των ανθρώπων.
Βέβαια, οι ερευνητές τονίζουν ότι τα στοιχεία που μελέτησαν αφορούσαν σε περίοδο μόνο 10 ετών, τα οποία είναι πιθανό να μην αντιπροσωπεύουν με ακρίβεια την έκθεση στη ρύπανση κατά τη διάρκεια της ζωής των συμμετεχόντων. Επιπλέον, χρησιμοποιήθηκαν ετήσιοι μέσοι όροι των επιπέδων ρύπανσης, με αποτέλεσμα να λείπουν οι βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις υψηλής έκθεσης.