Η πίεση στις πετρελαϊκές τιμές έχει προκαλέσει εσωτερικές έριδες στους κόλπους του ΟΠΕΚ+, καθώς αρκετά μέλη υποστηρίζουν ότι δεν εφαρμόζουν όλες οι χώρες τις περικοπές που έχουν αποφασιστεί. Μια από τις χώρες που στοχοποιούνται για ισχυρή παραγωγή και εξαγωγές είναι το Ιράν, με τα στοιχεία να δείχνουν πως, παρά το γεγονός ότι η απόπειρα βελτίωσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ και τη δυτική κοινότητα, έχουν παγώσει στην ουσία η Τεχεράνη κάνει δυναμικό comeback σε γεωπολιτικό και κυρίως ενεργειακό επίπεδο.
Στοιχεία εκθέσεων από διαφορετικές πηγές, από τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας έως εταιρικούς φορείς όπως η Kpler και η SVB Energy, καταλήξουν στο ίδιο ακριβώς συμπέρασμα: οι ιρανικές εξαγωγές αργού έχουν εκτοξευτεί στα υψηλότερα επίπεδα εδώ και τουλάχιστον μια πενταετία, ήτοι δηλαδή από την εποχή που οι ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ επανέφεραν τις κυρώσεις εναντίον της χώρας.
Ειδικά σύμφωνα με τον ΙΕΑ, οι μεταφορές ιρανικού πετρελαίου έχουν υπερδιπλασιαστεί από το περασμένο φθινόπωρο φτάνοντας τα 1,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως το Μάιο. Αντιστοίχως τα επίπεδα παραγωγής ανέβηκαν στα 2,9 εκατ. βαρέλια την ημέρα, που αποτελεί το υψηλότερο επίπεδο τους από τα τέλη του 2018.
Κορυφαίος αγοραστής του ιρανικού πετρελαίου, όπως ακριβώς και του ρωσικού, είναι η νούμερο ένα χώρα κατανάλωσης, η Κίνα. Έτσι, με την κινεζική οικονομία και την παραγωγική της μηχανή να βελτιώνεται το ίδιο συμβαίνει και με τις ενεργειακές εισαγωγές της.
Σύμφωνα με τους αναλυτές κομβικός παράγοντας για την ανάκαμψη του ιρανικού πετρελαϊκού κλάδου στάθηκε και η βελτίωση των σχέσεων της χώρας με τον περιφερειακό ανταγωνιστή της, την Σαουδική Αραβία.
Τον Απρίλιο, μετά από τρία χρόνια σιωπηρής διπλωματικής προσέγγισης, οι δύο χώρες έδωσαν και πάλι τα χέρια, συμφωνώντας να εργαστούν για την αποκατάσταση των διπλωματικών τους σχέσεων, που είχαν διακοπεί από το 2016. Μάλιστα, άνοιξαν και πάλι τις πρεσβείες τους, ενώ φαίνεται πως εργάζονται από κοινού και για την επιστροφή της Συρίας του Μπασάρ αλ-Άσαντ στην «αγκαλιά» της διεθνούς κοινότητας.
Μάλιστα, μόλις χθες, Σάββατο, έφτασε στην Τεχεράνη για συνομιλίες ο υπουργός Εξωτερικών της Σαουδικής Αραβίας, ο πρίγκιπας Φαϊζάλ μπιν Φαρχάν, για νέο γύρο επαφών με στόχο την περαιτέρω βελτίωση των διμερών σχέσεων.
Αν και διπλωματικά, για το στόχο της ειρήνης και σταθερότητας στη Μέση Ανατολή, η επαναπροσέγγιση Τεχεράνης και Ριάντ (με την ένθερμη στήριξη του Πεκίνου, κάτι που επίσης μαρτυρά πολλά!) είναι σπουδαία εξέλιξη, για την πετρελαϊκή αγορά και δη, τις τιμές δεν ισχύει το ίδιο.
Οι αυξημένες ροές από το Ιράν, σε συνδυασμό με τις αυξημένες ροές από τη Ρωσία και τη Βενεζουέλα, τρεις χώρες που για διαφορετικούς λόγους υπόκεινται σε διεθνείς κυρώσεις επηρεάζουν προφανώς τα επίπεδα προσφοράς και άρα τις τιμές. Πρόκειται δε, για ποσότητες-φάντασμα που πολλές φορές δεν καταγράφονται επισήμως στα δεδομένα που τηρεί ο ΟΠΕΚ+.
Έτσι, αν και το Brent έκλεισε με κέρδη αυτή την εβδομάδα και μάλιστα κατά 2,4%, όπως και το αμερικανικό WTI, οι τιμές του μαύρου χρυσού είναι κατά 12% χαμηλότερα από τις αρχές της χρονιάς.
Δεν είναι τυχαίο ότι διεθνείς αναλυτές και οίκοι, όπως η Goldman Sachs και η JPMorgan Chase έχουν πρόσφατα προχωρήσει σε δραστική επί τα χείρω αναθεώρηση των εκτιμήσεων τους για την πορεία των τιμών μέσα στη χρονιά.