Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επιταχύνει τις μειώσεις των επιτοκίων της τους επόμενους μήνες για να ενισχύσει την οικονομία της ευρωζώνης – οδηγώντας το κόστος δανεισμού σε επίπεδα που δεν θα περιορίζουν πλέον τη ζήτηση μέχρι το τέλος του 2025, σύμφωνα με έρευνα του Bloomberg.
Με τον πληθωρισμό να βρίσκεται πλέον λίγο κάτω από τον στόχο του 2%, οι αναλυτές αναμένουν πως η ΕΚΤ θα συνεχίσει να μειώνει το επιτόκιο κατά 25 μονάδες βάσης σε κάθε συνεδρίαση μέχρι τον Μάρτιο. Στη συνέχεια, οι ερωτηθέντες προβλέπουν άλλες δύο μειώσεις -τον Ιούνιο και τον Δεκέμβριο- φέρνοντας τον δείκτη αναφοράς στο 2%.
Σχεδόν οι μισοί εκτιμούν ότι τα επιτόκια θα παραμείνουν ουδέτερα μέχρι τότε, ενώ περίπου τα δύο πέμπτα των ερωτηθέντων αναμένουν ότι αυτά θα είναι αρκετά χαμηλά ώστε να ενθαρρύνουν την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Η προηγούμενη δημοσκόπηση προέβλεπε ότι ο κύκλος της ΕΚΤ θα κλείσει στο 2,5% τον Σεπτέμβριο του 2025.
«Η ΕΚΤ πέτυχε υψηλότερο επίπεδο εμπιστοσύνης για την επίτευξη του στόχου του 2% ταχύτερα από το αναμενόμενο, γεγονός που συνάδει με ταχύτερες μειώσεις επιτοκίων βραχυπρόθεσμα», δήλωσαν οι Χιούγκο Λε Νταμανί και Φρανσουά Καμπό της AXA Investment Managers. «Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θέλουν να οδηγηθούν κάτω από το 2%, οπότε θα πρέπει να διαχειριστούν τις μεσοπρόθεσμες προσδοκίες για να αποφύγουν τις πολλές μειώσεις», συμπλήρωσαν.
Σύμφωνα με τον αναλυτή του Bloomberg Economics, Ντέιβιντ Πάουελ, «η Λαγκάρντ θα δεχθεί αναμφίβολα πολλές ερωτήσεις στη συνέντευξη Τύπου σχετικά με τα επόμενα βήματα της κεντρικής τράπεζας. Είναι πιθανό να συνεχίσει να τονίζει ότι η ΕΚΤ εξαρτάται πλήρως από τα δεδομένα και ότι λαμβάνει αποφάσεις από συνεδρίαση σε συνεδρίαση. Ωστόσο, μια ακόμη μείωση τον Δεκέμβριο φαίνεται εξαιρετικά πιθανή».
Ενώ ο πληθωρισμός πρόσφατα υποχώρησε κάτω από το 2% για πρώτη φορά από το 2021, οι αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει ότι αναμένουν μεταβλητότητα και αύξηση τους επόμενους μήνες, ιδίως καθώς οι πιέσεις στον τομέα των υπηρεσιών συνεχίζουν να παραμένουν αυξημένες.
«Δεδομένων των συνεχιζόμενων υψηλών μισθών και της ακόμη συσφιγμένη αγοράς εργασίας, καθώς και της αβεβαιότητας σχετικά με τον τομέα των υπηρεσιών το επόμενο έτος, πιστεύουμε ότι η ΕΚΤ θα παραμείνει επιφυλακτική», δήλωσε ο Φάμπιο Μπαλμπόνι της HSBC. «Παρόλο που αναμένουμε ότι η ΕΚΤ θα επιταχύνει τον ρυθμό των περικοπών στις επόμενες συνεδριάσεις, η αβεβαιότητα παραμένει σχετικά με τα όποια επίπεδα φτάσει ο πληθωρισμός το επόμενο έτος».
Οι πρόσφατες προβλέψεις της ΕΚΤ έδειχναν ότι ο πληθωριστικός στόχος θα επιτευχθεί το τελευταίο τρίμηνο του 2025. Έκτοτε, όπως τονίζουν οι οικονομολόγοι, οι καθοδικοί κίνδυνοι έχουν αρχίσει να συσσωρεύονται. Μια μικρή πλειοψηφία του 55% πιστεύει ότι η υποεκπλήρωση του εν λόγω επιπέδου μεσοπρόθεσμα αποτελεί πλέον μεγαλύτερο κίνδυνο από την υπέρβασή του.
Πολλοί ερωτηθέντες, ωστόσο, προειδοποίησαν ότι η επιστροφή στο 2% δεν είναι ακόμη εξασφαλισμένη.
Αγορά εργασίας και ΗΠΑ
Ενώ η αγορά εργασίας δείχνει σημάδια χαλάρωσης, η ανεργία παραμένει σε ρεκόρ χαμηλό. Οι μισθοί εξακολουθούν επίσης να αυξάνονται με υγιή ρυθμό, ενώ οι εργαζόμενοι του γερμανικού δημόσιου τομέα επιδιώκουν αύξηση 8%, ακόμη και τη στιγμή που η οικονομία της χώρας συρρικνώνεται για δεύτερο συνεχόμενο έτος.
Οι ελπίδες για ανάκαμψη των δαπανών των νοικοκυριών και των επενδύσεων – καθώς και για ανάκαμψη του παγκόσμιου εμπορίου – εξανεμίζονται. Συν τοις άλλοις, οι ερωτηθέντες της έρευνας θεωρούν ότι οι μεγαλύτεροι οικονομικοί κίνδυνοι για την Ευρώπη προέρχονται από τις γεωπολιτικές εντάσεις και την πιθανή επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.
Υπό το πρίσμα των κινδύνων αυτών, το στέλεχος της AlphaTerra Capital, Ανδρέας Κούτρας, θεωρεί ότι η ΕΚΤ βρίσκεται «πίσω από την καμπύλη».
Ο ίδιος είναι μεταξύ του 49% των οικονομολόγων που προβλέπουν ότι τα επιτόκια δεν θα τονώσουν ούτε θα περιορίσουν την οικονομία μέχρι το τέλος του 2025. Η πλειοψηφία προβλέπει πως το ουδέτερο επιτόκιο – το οποίο μπορεί μόνο να εκτιμηθεί και δεν μπορεί να μετρηθεί – θα κινηθεί μεταξύ 2% και 2,25%.
Η ευθραυστότητα της οικονομίας της ευρωζώνης «υποστηρίζει επιχειρήματα για ταχύτερο ρυθμό χαλάρωσης», δήλωσε ο Ντένις Σεν, οικονομολόγος της Scope Ratings.
Αλλά υπάρχουν «σημαντικές αβεβαιότητες» πέραν της επόμενης εβδομάδας. Στις ΗΠΑ, υπάρχει η πορεία της οικονομίας, το πώς θα ενεργήσει η Fed και ποιος θα καταλάβει τον προεδρικό θώκο. Eπιπροσθέτως, η κλιμάκωση των εντάσεων στη Μέση Ανατολή θα μπορούσε να υποδαυλίσει τις τιμές της ενέργειας.
Η αντίδραση των αγορών
Το ευρώ σημειώνει τη μεγαλύτερη εβδομαδιαία υποχώρηση από τον Ιούλιο στις αγορές δικαιωμάτων προαίρεσης, καθώς οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα μειώσει τα επιτόκια την επόμενη εβδομάδα.
Οι εβδομαδιαίες αντιστροφές κινδύνου, ένας βασικός δείκτης των δικαιωμάτων προαίρεσης για το ευρώ που χρησιμοποιείται για τη σφυγμομέτρηση του κλίματος και της τοποθέτησης στην αγορά, διαμορφώθηκαν πρόσφατα σε χαμηλό τριμήνου.
Η έκθεση για την απασχόληση στις ΗΠΑ την περασμένη εβδομάδα προκάλεσε κλυδωνισμούς στο αφήγημα ότι η ΕΚΤ θα καθυστερήσει σε σχέση με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ στη μείωση των επιτοκίων – μειώνοντας την ελκυστικότητα του ευρωπαϊκού νομίσματος. Το ευρώ χαρακτηρίστηκε από μεταβλητότητα μετά τα στοιχεία που έδειξαν ότι ο πληθωρισμός στις ΗΠΑ ήταν υψηλότερος του αναμενόμενου και οι αιτήσεις ανεργίας αυξήθηκαν περισσότερο από ό,τι προέβλεπαν οι οικονομολόγοι.
Το ευρώ διαπραγματεύεται κοντά στα 1,0930 δολάρια, κοντά στο χαμηλότερο επίπεδο από τα μέσα Αυγούστου. Τα στοιχεία από την Depository Trust & Clearing Corporation δείχνουν ότι οι επενδυτές αναμένουν μια κίνηση προς τα $1,08/ευρώ.
Δεδομένων των σχετικών εκτιμήσεων για το ουδέτερο επιτόκιο, το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να μειωθεί στα 1,07 δολάρια σε περίπτωση που η διαφορά μεταξύ της τιμολόγησης των τελικών επιτοκίων της Fed και της ΕΚΤ κινηθεί πιο κοντά στις 170 μονάδες βάσης από τις τρέχουσες 130 μονάδες, σύμφωνα με τους αναλυτές της Deutsche Bank AG.
Στο δυσμενέστερο σενάριο ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου της Δύσης εναντίον της Κίνας, η ΕΚΤ θα αναγκαστεί να προχωρήσει σε μειώσεις υπό του ουδέτερου επιτοκίου, στέλνοντας το ευρώ στην απόλυτη ισοτιμία με το δολάριο.