Ο Γερμανός Καγκελάριος ήλθε, είδε και απήλθε. Επισκέφτηκε την Ακρόπολη και απήλαυσε χαλαρή έξοδο στη Μαρίνα του Φλοίσβου. Και καλά έκανε. Η Αθήνα εξάλλου είναι στοχευμένη επιλογή για τη διευθέτηση εκκρεμοτήτων της χώρας του, στο νέο ταραχώδες διεθνές σκηνικό. Είχε προηγηθεί η επίσκεψή του στη Γαλλία.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση ρίχνουν βαριά τη σκιά τους και στη Γερμανική κοινωνία.
Η Γερμανία του Σολτς έχει βασικές διαφορές σε σχέση με τη Γερμανία της Μέρκελ, που τέτοιες ημέρες πριν από χρόνια είχε επισκεφτεί την Ελλάδα.
Εξακολουθεί να είναι η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, αν και δε διεκδικεί τον ρόλο και τις ευθύνες της Ευρωπαϊκής ατμομηχανής. Το δείχνει ο πραγματιστής στις ενέργειες και τη συμπεριφορά του Καγκελάριος Σολτς. Χωρίς πολύ περίσκεψη και οιαδήποτε προηγούμενη συνεννόηση με τα Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους Ευρωπαϊκούς θεσμούς, προχώρησε στην εκπόνηση προγράμματος ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για τη στήριξη των Γερμανικών νοικοκυριών και επιχειρήσεων, εν όψει του χειμώνα και των συνεπειών του πολέμου στην Ουκρανία.
Όπως με αφοπλιστική ειλικρίνεια, φέρεται ότι διαμηνύθηκε, η Γερμανία το έπραξε γιατί μπορεί. Σε μια ελεύθερη απόδοση, είναι μια απλή επανάληψη του εθνικού της ύμνου, ‘η Γερμανία πάνω από όλα’.
Δεν μπορεί βέβαια να παραγνωριστεί το γεγονός ότι ευρύτατα στρώματα της Γερμανικής κοινωνίας, δοκιμάζονται από την ενεργειακή και οικονομική κρίση, αλλά και το διάχυτο πρόβλημα της έλλειψης στέγης. Οι Γερμανικές αρχές σπεύδουν να προλάβουν τα χειρότερα.
Στο ίδιο πλαίσιο, προτάγματος των εθνικών συμφερόντων, δεν μπορεί παρά να αντιμετωπιστεί και η διαφοροποιημένη θέση της Γερμανίας, έναντι της Κίνας. Έτσι κι ενώ είναι κοινός τόπος για τον Δυτικό κόσμο η ανάγκη απεξάρτησης από κρίσιμες προμήθειες από τον Ασιατικό γίγαντα και επαναπατρισμού των γραμμών παραγωγής, η Γερμανία εγκρίνει την απόκτηση του 25% λιμένος του Αμβούργου από τον Κινέζικο κολοσσό της COSCO.
Αυτόματα οι κοινές προσπάθειες σε Ευρωπαϊκό επίπεδο για ανάσχεση της Κινεζικής διείσδυσης σε κρίσιμους τομείς και υποδομές της Ευρωπαϊκής οικονομίας, χαρακτηρίζεται το πρώτον από έλλειμμα αξιοπιστίας, αν δεν καθίσταται άμεσα γράμμα κενό.
Εν προκειμένω υπάρχει και συνέχεια. Που δεν είναι άλλη από τη μετάβαση Γερμανικής κυβερνητικής αποστολής με επικεφαλής τον Καγκελάριο Σολτς τις επόμενες ημέρες στο Πεκίνο. Και η χρονική συγκυρία είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη καθώς συμπίπτει με την ανανέωση της θητείας, που είναι η Τρίτη, του Κινέζου Προέδρου.
Του πολιτικού ηγέτη δηλαδή, που διακηρυγμένα θέλει να μετατρέψει την οικονομική ισχύ της χώρας του σε μοχλό πολιτικής επιρροής και επαναδιαμόρφωσης των γεωπολιτικών συσχετισμών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Γαλλία φέρεται δυσαρεστημένη και δε θεωρείται τυχαίο σχετικά ότι δεν υπήρξε κοινή συνέντευξη τύπου μεταξύ Μακρόν και Σολτς, όταν ο τελευταίος επισκέφθηκε το Παρίσι πριν το ταξίδι του στην Αθήνα.
Ο Καγκελάριος Σολτς κατά την επίσκεψή του στη χώρα μας, επισήμανε και ορθώς ότι μεταξύ της χώρας μας και της Τουρκίας, πρέπει να υπάρξει διάλογος επί τη βάσει του Διεθνούς Δικαίου.
Τόνισε μάλιστα ότι δε νοείται αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας ως κράτους μέλους του ΝΑΤΟ, από άλλη χώρα του ΝΑΤΟ. Η τοποθέτηση όμως αυτή κατ΄ ελάχιστο δεν είναι επαρκής. Γιατί αν μη τι άλλο οι σχέσεις μας και οι δεσμοί μας με τη Γερμανία, δεν περιορίζονται στο ΝΑΤΟ.
Ανήκουμε στην ίδια Ένωση, την Ευρωπαϊκή, στην οποία η Τουρκία δεν είναι μέλος και της οποίας τις αρχές σε διάρκεια χρόνου και περιφρονεί και δεν ενστερνίζεται. Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας είναι επίσης πράξη τρομοκράτησής μας, απέναντι στην οποία ρητά προβλέπεται η στήριξή μας από όλα τα άλλα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η αμφισβήτηση της κυριαρχίας μας, είναι αμφισβήτηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και αυτό έπρεπε να τονιστεί. Είναι στοιχεία, που δεν αναδείχθηκαν κατά την επίσκεψη του Γερμανού Καγκελαρίου. Αποτελούν παρακαταθήκη για την επόμενη φορά. Όπου προφανώς θα τεθεί και το ζήτημα των οφειλόμενων Γερμανικών αποζημιώσεων.
Η Πολωνία μόλις πρόσφατα, την 1η Σεπτεμβρίου του 2022, υποστήριξε ότι στην περίπτωσή της ανέρχονται στα 1,3 τρισεκατομμύρια ευρώ. Εμείς με βάση τα διακηρυχθέντα έχουμε προχωρήσει ή θα έπρεπε να προχωρήσουμε στη στοιχειοθέτηση των δικών μας. Το εθνικό εξάλλου δεν αντιστρατεύεται το Ευρωπαϊκό. Πρώτος ο Καγκελάριος Σολτς, το υποστηρίζει.
*Ο Πολύκαρπος Αδαμίδης είναι δικηγόρος, αναπληρωτής Καθηγητής Κοινοτικού Δικαίου, Διεθνών Σχέσεων και Προμηθειών στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων