Η ζήτηση για πολυτελή κατοικία στην Ελλάδα είναι απτή και είναι εκεί …έξω, ωστόσο ανάχωμα σε αυτή τη συγκυρία για την αγορά αποτελεί η γεωπολιτική αβεβαιότητα που έχει γίνει πιο έντονη στη Νοτιοανατολική Ευρώπη λόγω και της τουρκικής προκλητικότητας.
Αυτό επισημαίνει στην τελευταία της έκθεση η Berkshire Hathaway HomeServices για τις νέες, παγκόσμιες τάσεις στην αγορά των πολυτελών ακινήτων που παρουσιάζονται στην έκθεση «2022 Global Luxury Landscape», κατατάσσοντας την Ελλάδα στις αναδυόμενες αγορές, με ελκυστικές τιμές, δεδομένου ότι αυτές παραμένουν σαφώς χαμηλότερες σε σύγκριση με άλλες χώρες της Μεσογείου.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση από τον κ. Κυριάκο Ξύδη, managing partner της Berkshire Hathaway HomeServices Athens Properties, «οι έμπειροι ξένοι επενδυτές και τα άτομα υψηλής καθαρής θέσης (σ.σ. Ηigh Νet Worth Individuals με βάση τη διεθνή ορολογία) που θέλουν να ελαχιστοποιήσουν το ρίσκο και να μεγιστοποιήσουν το κέρδος τροφοδοτούν την αγορά στην Ελλάδα, όπου μετά από μία δεκαετία πτώσης, οι τιμές έχουν αυξηθεί, ωθώντας ειδικά την αγορά πολυτελών ακινήτων στο 1 εκατ. ευρώ και πάνω.
Στο ελληνικό real estate, όπως αναφέρεται στην έκθεση, κυριαρχούν οι αγοραστές εξοχικών κατοικιών, κυρίως για καινούριες, πολυτελείς κατοικίες σε παραθαλάσσιες περιοχές, στις Κυκλάδες, την Κρήτη και την Κέρκυρα καθώς και για πολυτελή διαμερίσματα στην Αθήνα, τα βόρεια και τα νότια προάστια, στη λεγόμενη Αθηναϊκή Ριβιέρα.
Ωστόσο, δυστυχώς, η γεωγραφική μας θέση και ιδιαίτερα οι γείτονές μας αποτελούν σημεία ανησυχίας για τους ξένους αγοραστές και η εκτίμηση του σχετικού κινδύνου θέτει σε μειονεκτική θέση τα ελληνικά ακίνητα. Από την
στιγμή που θα επιλυθούν αυτά τα προβλήματα, οι τιμές αναμένεται να ανέβουν γιατί η ζήτηση είναι εκεί έξω».
Σημειωτέον ότι η Berkshire Hathaway HomeServices συγκαταλέγεται στα αναπτυσσόμενα διεθνώς δίκτυα franchise μεσιτικών γραφείων, με περισσότερους από 50.000 επαγγελματίες μεσίτες, περίπου 1.500 γραφεία στις ΗΠΑ, στον Καναδά, στο Μεξικό, στην Ευρώπη και στη Μέση Ανατολή, με τον κύκλο εργασιών να υπερβαίνει τα 138 δισεκατομμύρια δολάρια σε όγκο πωλήσεων ακινήτων.
Η νέα καθημερινότητα επιβάλλεται στον τρόπο επένδυσης, παράλληλα με εκείνον της διαβίωσης. Το «νέο μοντέλο» ακινήτων συνδυάζει τη μόνιμη και την εξοχική κατοικία με την υβριδική εργασία, αξιοποιώντας έναν χώρο για τρεις ανάγκες ταυτόχρονα. Έτσι λοιπόν, η αγορά μιας πολυτελούς κατοικίας είναι μονόδρομος για όσους επιθυμούν να δημιουργήσουν τον δικό τους «επίγειο παράδεισο» όπου εκείνοι επιθυμούν.
Παρά τις σωρευτικές αυξήσεις τιμών στα ακίνητα που αγγίζουν το 30% – 40%, η ζήτηση πολυτελών κατοικιών εξακολουθεί να διατηρείται και βασικός παράγοντας αποτέλεσε η άρση των μέτρων κατά του Covid, με την επανέναρξη των ταξιδιών και της προσέλκυσης τουρισμού.