Το 2024 θα είναι ένα έτος – δοκιμασία για τα οικονομικά της ΕΕ. Ήδη, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε την πρόθεσή της να αναζητήσει στις διεθνείς αγορές κεφάλαια ύψους 75 δισεκατομμύριων ευρώ, το πρώτο εξάμηνο του έτους. Όπως και το 2023, η Επιτροπή θα συγκεντρώσει αυτά τα κεφάλαια στο πλαίσιο της «ενοποιημένης χρηματοδότησης», χρησιμοποιώντας ομόλογα ΕΕ με ενιαία επωνυμία.
Τα κεφάλαια που θα συγκεντρωθούν, θα χρησιμοποιηθούν κυρίως για την κάλυψη πληρωμών που σχετίζονται με το NextGenerationEU (NGEU) και κυρίως με το Recovery and Resilience Facility (RRF).
Το 2024 αναμένεται να συνεχιστεί η φιλόδοξη πολιτική δανεισμού του 2023, όταν η Επιτροπή συγκέντρωσε συνολικά 115,9 δισεκατομμύρια ευρώ σε μακροπρόθεσμα κεφάλαια. Αυτό περιελάμβανε εκδόσεις πράσινων ομολόγων NGEU ύψους 12,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, που ανέβασαν το συνολικό ποσό των πράσινων ομολόγων NGEU σε 48,9 δισεκατομμύρια ευρώ.
Η ΕΕ εξελίσσεται σε έναν από τους μεγαλύτερους εκδότες χρέους παγκοσμίως. Πρόκειται για μία νέα κατάσταση, αφού – μέχρι πριν την πανδημία του κορωνοϊού – ο δανεισμός της ΕΕ περιοριζόταν σε στήριξη συγκεκριμένων κρατών – μελών ή τη χρηματοδότηση χωρών εκτός ΕΕ που αντιμετώπιζαν οικονομικές δυσκολίες.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση σκοπεύει να δανειστεί περίπου 421 δισεκατομμύρια ευρώ (σε τρέχουσες τιμές) πριν από το τέλος του 2026 για να χρηματοδοτήσει «μη επιστρεπτέα υποστήριξη» προς τις χώρες της ΕΕ.
Αυτό το χρέος και οι τόκοι του πρέπει να αποπληρωθούν πριν από το 2058 από τον προϋπολογισμό της ΕΕ. Εάν εφαρμοστεί πλήρως το σχέδιο NextGenerationEU θα αυξήσει κατά 15 φορές τις οικονομικές υποχρεώσεις της ΕΕ.
Η συγκυρία δεν είναι ευνοϊκή. Ενώ το πρόγραμμα μαζικού δανεισμού της ΕΕ ξεκίνησε σε ένα περιβάλλον πολύ χαμηλών – ακόμα και αρνητικών – επιτοκίων, η εικόνα σήμερα έχει πλήρως αναστραφεί.
«Θύμα» της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, η ΕΕ βλέπει το κόστος δανεισμού της να εκτοξεύεται τους τελευταίους μήνες. Στα 2ετή ομόλογά της το επιτόκιο βρίσκεται πάνω από το 2,5%, ενώ για τα 10ετή το επιτόκιο ξεπερνά το 3%.
Το γεγονός αυτό προκαλεί ήδη προβληματισμό στις Βρυξέλλες και γκρίνια στο Στρασβούργο.
«Το κόστος δανεισμού για το 2024 σχεδόν διπλασιάστηκε σε σύγκριση με το ποσό που είχε αρχικά προβλεφθεί» παραδέχθηκε σε συνεδρίαση του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τον Προϋπολογισμό Γιοχάνες Χαν.
Για να αντιμετωπιστεί το αυξανόμενο χρέος οι λύσεις είναι συγκεκριμένες: η Κομισόν θα αναγκαστεί, είτε να ζητήσει περισσότερα χρήματα από τα κράτη – μέλη είτε να «κόψει» δαπάνες. Υπάρχουν και αυτοί που προτείνουν να έχει απευθείας πρόσβαση σε έσοδα από φορολογία (για παράδειγμα σε έναν φόρο για τις εκπομπές άνθρακα).
Στην προσπάθεια να διασφαλίσει καλύτερους όρους δανεισμού, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε μία σχετική μελέτη από το Ινστιτούτο Bruegel.
Στη μελέτη αυτή, οι οικονομολόγοι του Bruegel διαπιστώνουν ότι «η ΕΕ δεν είναι ακόμη πλήρως αποδεκτή ως πάροχος ασφαλών περιουσιακών στοιχείων» (παρά το ΑΑΑ από τους Οίκους Αξιολόγησης) και τονίζει ότι «η ΕΕ πρέπει να πείσει τις αγορές ότι τα ομόλογα της πρέπει να διαπραγματεύονται με τον ίδιο τρόπο όπως αυτά που εκδίδουν τα κράτη-μέλη». Το Ινστιτούτο Bruegel προτείνει μία σειρά θεσμικών και τεχνικών μέτρων για την επίτευξη αυτού του στόχου.