Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη είναι σημαντικές και σίγουρα, θα σηματοδοτήσουν την εικόνα της για την επόμενη δεκαετία. Εικόνα, που θα συμπεριλαμβάνει την οικονομική της πορεία, την ενεργειακή της πορεία και την στρατιωτική της ταυτοχρόνως τόσο μεμονωμένα όσο και αυτοτελώς η κάθε μία.
Κάνοντας λόγο για Ευρώπη, αναφερόμαστε πρώτα απ’ όλα στη Γερμανία. Μετά από πολλά χρόνια αποχωρεί η Α. Μέρκελ και ο νέος συνασπισμός κομμάτων που επιθυμεί να κυβερνήσει, κρύβει πολλές αντιθέσεις μεταξύ τους, με κυριότερη την προτεραιότητα εκάστου στους βασικούς τομείς. Η οικονομία δεν αναμένεται να επηρεαστεί άμεσα αλλά η εξωτερική πολιτική σίγουρα θα έχει διαφοροποιήσεις απ’ όσα μέχρι σήμερα ισχύουν. Διαφοροποιήσεις που εστιάζονται στις αντιλήψεις των κομμάτων του συνασπισμού, οι οποίες πιθανό να οδηγήσουν σε αλλαγή πολλών δογμάτων περί «εχθρών» και «φίλων».
Η Γαλλία, μετά την αναπάντεχη συμπεριφορά του νέου συνασπισμού με πρωτεργάτη τις ΗΠΑ, ήδη έχει προχωρήσει σε μονομερής ενέργειες ενίσχυσης της αμυντικής βιομηχανίας της – της Χώρας μας συμπεριλαμβανομένης – και έχει δώσει βαρύτητα στη διατήρηση του ηγετικού της προφίλ, σαν κάτοχος πυρηνικών. Στον οικονομικό τομέα δεν μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από την παραμονή της στην όποια σταθερότητα κατέχει και αυτός είναι άλλος ένας λόγος, όπου αναγκαστικά θα δώσει έμφαση στην εξωτερική της πολιτική, αναμένοντας τη Γερμανία και βλέποντας με άλλο μάτι τη Μ. Βρετανία.
Μια Μ. Βρετανία, όπου μετά το Brexit έχουν αρχίσει να εμφανίζονται τα πρώτα προβλήματα αυτής της πολιτικής επιλογής, με αυτό της μή υπάρξεως ικανού αριθμού επαγγελματιών οδηγών βυτιοφόρων να δημιουργεί τεράστιο πρόβλημα στον ανεφοδιασμό.
Η οικονομία της δέχεται σκληρές πιέσεις και, ίσως υποστεί τα αποτελέσματα των φαντασιώσεων περί αναβίωσης του παρελθόντος της, αφού επισήμως πλέον αποτελεί το «μακρύ χέρι» των ΗΠΑ στην Ευρώπη και αυτό, μάλλον, δεν θα είναι πολύ καλό. Σε κάθε περίπτωση, η εξωτερική πολιτική της είναι επίσης ταυτόσημη με τον ΗΠΑ, με πιθανή εξαίρεση την στάση της έναντι της Τουρκίας, όπου τίποτα δεν μοιάζει ικανό να την διαβρώσει.
Η Ιταλία και η Ισπανία αναλώνονται με εσωτερικά τους θέματα, στην προσπάθειά τους να επανέλθουν κοινωνικά και οικονομικά στην μετά-κορωνοϊού εποχή, απέχοντας πλήρως από το γίγνεσθαι παγκοσμίως και τις μεταβολές που έχουν ήδη έρθει αλλά και αυτές που έπονται.
Όλα αυτά, με τον Χειμώνα προ των πυλών και την ενεργειακή κρίση εδραιωμένη πάνω από την Ευρωπαϊκή Ήπειρο. Ποια είναι η λύση και ίσως, η μόνη λύση; Η Ρωσία. Αυτό που πολλοί απευχόντουσαν και ακόμη περισσότεροι φοβόντουσαν είναι πλέον η μόνη πραγματικότητα. Αποτελεί μονόδρομο για την Ευρώπη η στροφή προς τον Πρόεδρο Πούτιν και η προσπάθεια συνεργασίας στον ενεργειακό τομέα τόσο ως προς την τιμή του φυσικού αερίου όσο και ως προς την συνεχή παροχή του.
Δεν μπορεί να υπάρξει Κυβέρνηση, η οποία δεν θα είναι σε θέση να προσφέρει θέρμανση στους πολίτες της και γνωρίζοντάς το καλύτερα όλων η Ρωσική Κυβέρνηση θεωρείται βέβαιον, ότι θα επιδιώξει λύσεις και στον πολιτικό τομέα. Λύσεις, που θα φέρουν σε δύσκολη θέση αποφάσεις συλλογικών οργάνων αλλά θα μοιάζουν με μονόδρομο. Υπάρχει πχ περίπτωση λήψης μέτρων κατά της Ρωσίας, την ίδια στιγμή που αυτή θα τροφοδοτεί με φυσικό αέριο τους «τιμωρούς» της; Και επειδή έχει αποδειχθεί, ότι η άσκηση της εξωτερικής πολιτικής είναι μακριά και επίπονη εργασία, η Ρωσία αδράζοντας την ευκαιρία θα φροντίσει να διασφαλίσει τα συμφέροντά της για βάθος χρόνου.
Σε αυτό το θολό ακόμη τοπίο η Ευρώπη προσπαθεί να βρει τον βηματισμό της, όντας στα όχι καλύτερα πολιτικό και οικονομικό σημεία της. Ιστορικά, ανά δεκαετία είχαμε πολιτικές εξελίξεις και εμφανή σημάδια οριοθετήσεως του τότε μέλλοντος. Σήμερα, είμαστε στο ίδιο χρονικό στάδιο, με τις δικές του δυσκολίες και τις δικές του ιδιαιτερότητες, αφού έχουν υπάρξει μεταβολές. Ας ελπίσουμε, ότι σαν Χώρα και σαν μέλος της Ευρώπης θα επηρεαστούμε κατά το πλείστον από τα θετικά σημεία των εξελίξεων, δεδομένων και των μέχρι σήμερα επιλογών μας.