Το 4άρι, δηλαδή το 4%, που σχεδόν γράφει η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου της Ιταλίας έχει θέσει την Ευρώπη σε κατάσταση συναγερμού και τις κυβερνήσεις σε επιφυλακή για το κατά πόσο ο ιταλικός «βήχας» μπορεί να ξεκινήσει μία επιδημία κρίσης χρέους. Τα «κρούσματα» κερδοσκοπικών επιθέσεων στην ευρωπαϊκή αγορά ομολόγων πάντως αυξάνονται και τα επίπεδα των spreads χτυπάνε καμπανάκια για τον Νότο.
Ιταλία και Ελλάδα έχουν μία «δίδυμη πορεία» από την είσοδό τους στο ευρώ, αφού κατά το παρελθόν έχουν τραβήξει την προσοχή για ίδιους περίπου λόγους: το υψηλό χρέος, η ανεργία και η αδύναμη ανάπτυξη. Εν μέσω όμως αυτής της κρίσης, η περίπτωση της Ελλάδας είναι διαφορετική και αυτό διότι όπως αναφέρουν αναλυτές μπορεί το ελληνικό χρέος να είναι υψηλό σε σχέση με το ΑΕΠ, παρά ταύτα σε απόλυτα νούμερα δεν τρομάζει όσο εκείνο της Ιταλίας, η οποία έχει σωρεύσει χρέος 2,7 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 150% του ΑΕΠ.
Είναι ο δεύτερος υψηλότερος λόγος χρέους προς ΑΕΠ στην ευρωζώνη έπειτα από αυτόν της Ελλάδας. Και μολονότι η Ιταλία κατέγραψε αύξηση του ΑΕΠ κατά 6,6% το 2021, ποσοστό χωρίς προηγούμενο από το 1976, εκφράζονται οι οι αμφιβολίες για το κατά πόσον η ανάπτυξη θα είναι διαρκής λόγω και της πολιτικής αβεβαιότητας.
Οι προειδοποιήσεις των διεθνών οίκων δεν αφορούν – μέχρι στιγμής τουλάχιστον – τόσο την Ελλάδα. Σύμφωνα με διεθνείς και εγχώριους οργανισμούς και την Κομισιόν, το χρέος θεωρείται βιώσιμο, λόγω της σύνθεσής του και της διάρκειας αποπληρωμής ενώ το ελληνικό ΑΕΠ το 2022 αναμένεται αρκετά υψηλότερο σε σχέση με τις προβλέψεις πάνω από 4%-6% (από την αρχική πρόβλεψη του 3%).
Τα ποσά που πληρώνει η χώρα σε τόκους ετησίως είναι υψηλά (4,6 δισ. ευρώ), αλλά μικρότερα σε σχέση με πριν από το 2019 (5,6 δισ. ευρώ). Tα τρέχοντα ταμειακά διαθέσιμα (περί τα 39 δισ. ευρώ) ισοδυναμούν με το τριπλάσιο των αναγκών δανεισμού για τα επόμενα δύο χρόνια. Το γεγονός αυτό, μαζί με τις χαμηλές απαιτήσεις αναχρηματοδότησης, στέλνει σήμα υγείας των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας παρά τις αυξήσεις των διεθνών επιτοκίων.
Οι τιμές ενέργειας
Ομως η αναταραχή στο διεθνές μέτωπο λόγω της εκτόξευσης των τιμών ενέργειας έχει σημάνει συναγερμό σε όλη την Ευρώπη καθώς τα κράτη καλούνται να βάλουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να σβησουν τις φωτιές που έχει ανάψει η ακρίβεια. Το μονοπάτι της δημοσιονομικής ισορροπίας και η συγκράτηση των κρατικών ελλειμμάτων είναι μία δύσκολη εξίσωση, την ώρα που πληθαίνουν οι προβλέψεις για ύφεση στην Ευρώπη. Εκθεση του οίκου Fitch αναφέρει ότι η ύφεση στην ευρωζώνη είναι πιθανό να ξεκινήσει από το 2ο εξάμηνο του 2022, ενώ η Γερμανία και η Ιταλία θα δουν ετήσια μείωση του ΑΕΠ τους το 2023.
Ο συνολικός λογαριασμός για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις πλησιάζει τα 379 δισ. ευρώ, με βάση τις νέες ανακοινώσεις και στοιχεία του think tank Bruegel και είναι πιθανό να αυξηθεί. Μέρος των χρημάτων δεν είναι από τους κρατικούς προϋπολογισμούς αλλά μεταξύ άλλων από τα υπερκέρδη των εταιρειών ενέργειας και ευρωπαϊκά ταμεία. Στο διάστημα Σεπτεμβρίου 2021 – Ιουλίου 2022, η Ελλάδα παρείχε τη μεγαλύτερη κρατική στήριξη ως ποσοστό του ΑΕΠ 3,7%, δηλαδή 6,8 δισ. ευρώ.
Οι συνήθεις ύποπτοι
Οι αγορές στοχοποιούν όμως τις συνήθεις ύποπτες χώρες και έτσι τα επιτόκια δανεισμού είναι απαγορευτικά. Οι αποδόσεις του ιταλικού 10ετούς ομολόγου είναι μία ανάσα πριν από το 4%, και τα spreads βρίσκονται στις 230 μονάδες. H απόδοση του 10ετούς ομολόγου της Ελλάδας ξεπέρασε το φράγμα του 4,2% το υψηλότερο επίπεδο από τα μέσα Ιουνίου. Στις αρχές Αυγούστου, η απόδοση ήταν στο 2,92% και την προηγούμενη εβδομάδα στο 3,16%.
Οι αναλυτές πλέον του υψηλού χρέους και της πολιτικής αστάθειας επισημαίνουν ότι η οικονομία της Ιταλίας βρίσκεται σε μια παγίδα στασιμότητας για δύο δεκαετίες. Από το τέλος του 1995 έως το τέλος του 2021, ο μέσος ετήσιος πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης ήταν 0,5%, ο χαμηλότερος ανάμεσα στα κράτη μέλη της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurobank, ο δεύτερος χαμηλότερος ήταν στην Ελλάδα με 0,8%, λόγω της μεγάλης ύφεσης της περιόδου 2007-2013, η οποία αντιστάθμισε την ισχυρή επέκταση της περιόδου 1995-2007.
Στην ευρωζώνη, ο αντίστοιχος μέσος ετήσιος πραγματικός ρυθμός μεγέθυνσης ήταν 1,6%. Αυτές οι επιδόσεις είχαν ως αποτέλεσμα το πραγματικό ΑΕΠ στην Ιταλία το 2021 να είναι αυξημένο μόλις κατά 11,9% σε σύγκριση με το 1995 (περίοδος 26 ετών), στην Ελλάδα κατά 19,2% και στην ευρωζώνη κατά 48,3%.