Ναι, η Ελλάδα έχει μια ισχυρή κυβέρνηση, η οποία, για την ώρα δεν έχει απέναντί της και μια απειλητική αξιωματική αντιπολίτευση. Την τελευταία, πιθανότατα, θα την αποκτήσει μετά τις ευρωεκλογές του 2024, ήτοι σε 11 μήνες περίπου. Είναι γεγονός επίσης ότι η χώρα χαίρει και υψηλού διεθνούς κύρους, παρά τις προσπάθειες υπονόμευσής του από τους εχθρούς της. Και ένας από αυτούς, ίσως ο πιο σοβαρός, είναι ο εαυτός της.
Είναι μοναδικό από την άποψη τα όσα έγραφε πρόσφατα ο εκλεκτός φίλος και συνάδελφος Δημ. Στεργίου, πρώην αρχισυντάκτης του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» και αρθρογράφος σήμερα στην εφημερίδα «Τα Νέα». Με δόσεις ειρωνείας, αλλά και απόλυτη γνώση της πραγματικότητας, επεσήμανε:
«....Δεν μπόρεσα να συγκρατήσω (έχασα τον αριθμό!) πόσοι (πρωθυπουργός υπουργοί, αγορητές αντιπολίτευσης) και πόσες φορές αναφέρθηκαν σε δύο οικονομικούς όρους, οι οποίοι, μαζί με εκείνο του ανύπαρκτου (γλωσσολογικά και οικονομικά!) «δημοσιονομικού χώρου», κυριαρχούν τα δύο τελευταία, κυρίως, χρόνια σε ανακοινώσεις και δηλώσεις, σε ομιλίες στη Βουλή, στους κρατικούς προϋπολογισμούς. Πρόκειται, καταρχάς, για το περιβόητο Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, το οποίο θυμίζει τη γνωστή θυμόσοφη ρήση «κουτσοί στραβοί στον άγιο Παντελεήμονα», και, ύστερα, για την περιβόητη «επενδυτική βαθμίδα», η οποία παρουσιάζεται από τους σύγχρονους «Ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης» ως θαυματουργό «Άγιο Δισκοπότηρο», με το οποίο θα αντιμετωπιστούν όλα τα μόνιμα διαρθρωτικά προβλήματα, επενδυτικό κενό, παθογένειες, στρεβλώσεις κλπ!
Χώρα υπερβολής, της επίδειξης, της «φιγούρας» και του «θεαθήναι τοις ανθρώποις» η Ελλάς! Τα τελευταία πενήντα χρόνια παρουσιάζονται συνεχώς οι, πράγματι, μεγάλες ευκαιρίες βαρύγδουπα και μεγαλόστομα τρόπο, αλλά στο τέλος καταδεικνύεται ότι έγινε, μάλλον, «άνθραξ ο θησαυρός» ή επιβεβαιώνεται αυτό που είπε η αλεπού στον μύθο του Αισώπου με τίτλο «Αλώπηξ και βότρυς», όταν δεν μπόρεσε να φτάσει τα ωραία τσαμπιά που κρέμονταν από μια κληματαριά: «Ομφακές είσι», δηλαδή... «αγουρίδες»! Έτσι, οι εκάστοτε διαχειριστές των εθνικών πόρων και δανειακών κεφαλαίων χρησιμοποιούν την «τακτική του... στρίβειν» μεγαλοπρεπώς, όταν βρίσκονται μπροστά στις... «αγουρίδες» ανεπιθύμητων κομματικά μεταρρυθμίσεων και για τον λόγο αυτό συνεχώς τείνουν επαίτιδα χείρα για δάνεια!
Υπενθυμίζω εν τάχει την Κοινή Αγροτική Πολιτική (Κ.Α.Π.), τα Ολοκληρωμένα Μεσογειακά Προγράμματα (Μ.Ο.Π.), τα πολυώνυμα Διαρθρωτικά Ταμεία, το Ταμείο Συνοχής (από το 1994) για σύγκλιση (τάχα), για μεγέθυνση (τάχα), για ανταγωνιστικότητα (τάχα), για απασχόληση (τάχα) κλπ, κλπ. Αλλά, ο συνολικός προϋπολογισμός του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (59,81 δισ. ευρώ) είναι σταγόνα στον ωκεανό μπροστά στους πόρους που εισέρρευσαν στη χώρα με τα παραπάνω, ενδεικτικά, κοινοτικά πακέτα. Άλλωστε, για να εκταμιευθεί και το ποσό αυτό χρειάζεται να εξασφαλιστούν δεκάδες «ενοχλητικά» και «αποτρόπαια» προαπαιτούμενα!....».
Ας πούμε όμως λίγα λόγια και για την περιβόητη επενδυτική βαθμίδα. Πράγματι, για μιαν ορθολογικώς λειτουργούσα οικονομία η σημασία της είναι ευεργετικά τεράστια.
Υπό την προϋπόθεση ότι το δανεικό χρήμα που προσφέρεται στη χώρα χρησιμοποιείται παραγωγικά και όχι κερδοσκοπικά σε φούσκες και δαπάνες νεοπλουτισμού. Οι παραγωγικές επενδύσεις είναι η μεγάλη πρόκληση για τη χώρα και το μέλλον της.
Κι αυτό ενδιαφέρει τον συνετό διαχειριστή εθνικών πόρων και δανειακών κεφαλαίων, τον εύφρονα, δηλαδή, κατά τον «Οικονομικό» του Ξενοφώντα νοικοκύρη ή «οικονόμο», διότι διευκολύνει την πραγματοποίηση επενδύσεων, ενώ τον άφρονα διότι τον διευκολύνει να δανείζεται για σπατάλες! Δηλαδή, τον συνετό αρχηγό οικογένειας, κοινωνίας, κράτους δεν τον ενδιαφέρει το χαμηλό ή το ακριβό κόστος των δανείων, διότι δεν έχει ελλείμματα για να καλύπτει. Τον ενδιαφέρει όμως να βρει χαμηλότοκα δάνεια μόνο για επενδύσεις που έχουν έναν ικανοποιητικό συντελεστή απόδοση για να γίνεται ομαλή απόσβεσή τους και όχι αέναο «φέσωμα» του οικογενειακού, του κρατικού προϋπολογισμού, όπως μετά το 1981, όταν χρέος 25 δισ. ευρώ ξεπέρασε σήμερα τα 400 δισ. ευρώ (αυτό είναι το πραγματικό!).
Έτσι, αυτή η «ευλογία» της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα είχε εξελιχθεί σε... «κεραμίδα», σε κατάρα, όσο την είχε έως το 2009 (για παράδειγμα). Δεν ήταν ευκαιρία για επενδύσεις, αλλά για κατανάλωση. Δηλαδή, όταν βλέπαμε χαμηλά επιτόκια, «βγάζαμε τον περίδρομο» σε δανεισμό και μάλιστα με χαζοχαρούμενες ανακοινώσεις! Αυτό φοβάται ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας και συνεχώς προειδοποιεί, όπως και σε πρόσφατη συνέντευξη στο «Βήμα»: «....Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να συμφωνήσουν στην υλοποίηση των βασικών δεσμεύσεων της οικονομικής πολιτικής, ώστε να διαφυλαχθούν όσα έχει επιτύχει η ελληνική οικονομία την τελευταία δεκαετία και οι θυσίες της προηγούμενης περιόδου προς όφελος των επόμενων γενεών....».
Παραθέτω από το αρχείο μου μερικές μελαγχολικές διαπιστώσεις:
Πρώτον, την περίοδο 2000-2008, όταν η χώρα είχε επενδυτική βαθμίδα (investment grade), οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους απορροφούσαν κατά μέσον όρο το 70,7% των φορολογικών εσόδων, ενώ την περίοδο χωρίς επενδυτική (από το 2009 έως σήμερα) μόνο το 57,9% (είναι αλήθεια ότι κατασπαράχθηκαν τα δάνεια των Μνημονίων χωρίς σχεδόν κανένα αποτέλεσμα!).
Δεύτερον, αντίθετα, την τελευταία περίοδο 2018-2022, χωρίς επενδυτική βαθμίδα, οι δαπάνες εξυπηρέτησης (τοκοχρεολύσια) του χρέους είχαν διαμορφωθεί στο χαμηλότερο επίπεδο (18,3 δισ. ευρώ) και απορροφούσαν το χαμηλότερο σχεδόν ποσό από τα φορολογικά έσοδα (44,2%!).
Δηλαδή, πάμε καλύτερα χωρίς... επενδυτική βαθμίδα...
Αυτά είναι όμως ψιλά γράμματα για συντεχνίες και διαπλεκόμενα συμφέροντα, τα οποία το δημόσιο χρέος από 25% του ΑΕΠ το 1980 σήμερα αισίως το έχουν φθάσει στο 200% παρά και μια διαγραφή χρέους 100 δισ. ευρώ.
Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα παλαμάκια, γιατί χωρίς ριζικές αλλαγές οι καιροί θα γίνουν πολύ πιο δύσκολοι...