Η εξασφάλιση των αναγκαίων ενεργειακών πόρων για να πορευθούμε ως χώρες και ως Ένωση ειδικά τον επερχόμενο χειμώνα, είναι μια μάχη με τον χρόνο, με κατεστημένες νοοτροπίες, με αδιέξοδες πομφόλυγες και με προβληματικές εμμονές.
Γράφει ο Πολύκαρπος Αδαμίδης
Όπως, όμως, κάθε μάχη, για να κερδηθεί πρέπει να έχει την εμπιστοσύνη, όσων θα κληθούν να αντιμετωπίσουν τις συνέπειές της. Των Ευρωπαίων δηλαδή πολιτών και καταναλωτών. Στην προσπάθεια αυτή είναι κάτι παραπάνω από προφανές ότι δεν υπάρχουν περιθώρια για ελιτισμό στην ενημέρωση, ή αποκλεισμούς ως προς τις επιλογές για λύση.
Ακόμα και η επίκληση του εξωτερικού εχθρού, μικρή ή και μηδαμινή αξία έχει, έναντι της δυσθυμίας και ενδεχόμενης οργής του κοινωνικού συνόλου, όταν δε θα μπορεί να εξυπηρετήσει τις βασικές βιοτικές ανάγκες του, ή δε θα έχει πρόσβαση σε θεωρούμενα ως αυτονόητα μέχρι σήμερα αγαθά και υπηρεσίες.
Τα αρμόδια Ευρωπαϊκά Όργανα, με πρώτη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή που και θεσμικά καλείται να εκπληρώσει τον ρόλο της ατμομηχανής στην ανάληψη πρωτοβουλιών και την υλοποίηση πολιτικών, με άμεσα μετρήσιμα αποτελέσματα στις ζωές των κατοίκων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, φαίνεται να προσανατολίζονται σε πραγματιστικές λύσεις. Ο ρόλος και η εκβιαστική πρακτική της Ρωσίας, είναι κοινός τόπος, χωρίς όμως να αποτελεί και λύση στο πρόβλημα.
Δε θα περίμενε εξάλλου κανείς τίποτα άλλο από μια χώρα που βρίσκεται σε πόλεμο και έχει δείξει ότι δε διστάζει να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα πίεσης. Τα ερωτήματα ανακύπτουν για τον βαθμό προετοιμασίας των κέντρων λήψης αποφάσεων και την ανάλυση πεδίου στην οποία είχαν προβεί. Γιατί σίγουρα αναρωτιέται κανείς, πώς και με τι μέσα κάποιοι ζητούσαν την άμεση διακοπή των ενεργειακών ροών από τη Ρωσία, όταν δεν είχαν εξασφαλιστεί οι εναλλακτικές ισοδύναμες πηγές για την αναπλήρωσή τους, πολλώ δε μάλλον με όρους ρεαλισμού, ως προς το κόστος για την προμήθειά τους.
Παρά τη βραδύτητα στην απάντηση και την ανεπάρκεια ως προς την πρόγνωση και τον προγραμματισμό, οι Ευρωπαϊκές Αρχές, φαίνεται να εστιάζουν στο βασικό δίπτυχο για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του κορυφαίου αυτού ζητήματος. Αφενός μεν εισηγούνται μέτρα για τη θέσπιση ορίων ως προς τις χρεώσεις του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και την εξασφάλιση πόρων, που θα διατεθούν για την ανακούφιση των Ευρωπαίων καταναλωτών, που καλούνται να πληρώσουν υπέρογκες τιμές για τις ενεργειακές τους ανάγκες.
Οι πόροι που θα εξασφαλιστούν εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στο ποσό των 140 δισεκατομμυρίων ευρώ και θα προέρχονται κατά βάση από τη φορολόγηση των υπερκερδών των παρόχων ορυκτών καυσίμων.
Η προτεινόμενη φόρμουλα αναφέρεται σε φόρο της τάξεως του 33% στα κέρδη των εν λόγω παρόχων που υπερβαίνουν κατά 20% την κερδοφορία τους, όπως αυτή διαμορφώθηκε την τελευταία τριετία. Είναι μια στοχευμένη και ποσοτικά αποτιμητή κίνηση, που θα δώσει ανάσες. Αφετέρου δε ξεκινάει πλέον η συζήτηση για την αλλαγή τιμολόγησης του ρεύματος και την αποδέσμευσή της από την τιμή του ακριβότερου ενεργειακού πόρου, που κατά τις εξελίξεις είναι το φυσικό αέριο. Οι όποιες όμως αναγκαίες αλλαγές, δε θα μπορέσουν να δώσουν αποτελέσματα, πριν το Χειμώνα και τις συνθήκες ασφυκτικής πίεσης που θα δημιουργηθούν.
Είναι μια διαπίστωση, που λειτουργεί ως επιμύθιο για τις οδυνηρές συνέπειες, από την έλλειψη αντανακλαστικών. Τηρουμένων των αναλογιών μπορεί να αποτελέσει και το έναυσμα μεταξύ άλλων για τις θεσμικές αλλαγές που θα συζητηθούν στη Διάσκεψη για το Μέλλον της Ευρώπης.
Εν τω μεταξύ υπάρχουν και οι κερδισμένοι, από την ανατροπή της σταθερότητας στην ενεργειακή αγορά. Μεταξύ αυτών η Νορβηγία, που δίνει πολύτιμες ανάσες και έχει καταστεί ο σημαντικότερος ενεργειακός εταίρος της Ενωμένης Ευρώπης. Διατυπώνονται σχετικά προτάσεις, να διαθέσει μέρος από τα υπερκέρδη της για την αντιμετώπιση των συνεπειών από την ενεργειακή κρίση. Θα ήταν σκόπιμο να δοθεί έμφαση στην αντιμετώπιση των συνεπειών αυτών στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Χωρίς Ευρώπη και την ασφάλεια που παρέχει σε γείτονες και εταίρους, τα κέρδη έχουν σχετική σημασία. Ιδίως όταν είναι σίγουρο ότι στις κρίσεις δεν μπορείς να είσαι πάντα ο κερδισμένος.