Οι Προεδρικές Εκλογές στην γείτονα έλαβαν τέλος και ο Ταγίπ Ερντογάν κατέγραψε μια ακόμα μεγάλη νίκη, διανύοντας ουσιαστικά την τρίτη δεκαετία της παντοκρατορίας του στην τουρκική πολιτική σκηνή.
Το κλίμα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και λίγο νωρίτερα στη σκιά των μεγάλων σεισμών υπήρξε σε γενικές γραμμές καλό, χωρίς εντάσεις.
Ωστόσο, έχουμε περάσει ήδη στην επόμενη μέρα, ενώ διπλωματικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι δεν αναμένουν εντυπωσιακές μεταβολές στην τουρκική εξωτερική πολιτική το επόμενο διάστημα.
Η Αθήνα είναι σε ετοιμότητα και παρακολουθεί διαρκώς τις εξελίξεις, ενώ η επόμενη Κυβέρνηση (της Νέας Δημοκρατίας) θα κληθεί να αντιμετωπίσει τη στρατηγική Ερντογάν, ελπίζοντας σε ένα ηπιότερο κλίμα σε σχέση με την περασμένη δύσκολη ομολογουμένως τετραετία.
Σε κάθε περίπτωση η ελληνική πλευρά ακολουθεί μια συγκεκριμένη εθνική «γραμμή» απέναντι στην Άγκυρα, ξεκαθαρίζοντας αφενός ότι η μόνη διαφορά που αναγνωρίζει είναι το θέμα της χάραξης των θαλασσίων ζωνών και της ΑΟΖ, ενώ κορυφαία κυβερνητικά στελέχη έχουν διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση και προς τους εταίρους στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε ότι δεν πρόκειται να κάνουν βήμα πίσω από τις πάγιες ελληνικές θέσεις και δεν συζητούν θέματα που άπτονται της εθνικής κυριαρχίας τη χώρας.
Εξάλλου, η Ελλάδα έχει πετύχει τα τελευταία χρόνια να αναβαθμίσει το ρόλο της στην ευρύτερη περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, συνάπτοντας κορυφαίες συμφωνίες με χώρες- κλειδιά όπως το Ισραήλ και η Αίγυπτος. Την ίδια ώρα κατάφερε με ένα πρωτόγνωρο εξοπλιστικό πρόγραμμα να αλλάξει τους συσχετισμούς στο Αιγαίο.
Σε κάθε περίπτωση η ελληνική πλευρά επιθυμεί να αποτελέσει έναν σταθεροποιητικό παράγοντα στην ευρύτερη περιοχή, που θα εγγυάται την ασφάλεια και την ειρήνη.
Στο μεταξύ, Κυριάκος Μητσοτάκης και Ταγίπ Ερντογάν αναμένεται να βρεθούν αμφότεροι στην επερχόμενη Σύνοδο του ΝΑΤΟ στην Λιθουανία που έχει προγραμματιστεί για τα μέσα Ιουλίου.
Εν κατακλείδι, πολιτικοί αξιωματούχοι αναφέρουν ότι η Ελλάδα επιδιώκει παγίως σχέσεις καλής γειτονίας με την Τουρκία, τάσσεται υπέρ της συνέχισης του διαλόγου, αλλά απαραίτητη προϋπόθεση για όλα αυτά είναι ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο.