Η διαβόητη «προοδευτική διακυβέρνηση» των Αλέξη Τσίπρα, Νίκου Ανδρουλάκη, Γιάνη (μην ξεχνιόμαστε) Βαρουφάκη ( ο Κουτσούμπας φρονίμως ποιών αρνείται να συγχρωτιστεί με «ζαγάρια και πεθαμένες υποθέσεις») κατέληξε, παρά τις προσδοκίες του υπέργηρου πολιτικά Σκανδαλίδη, να θυμίζει «τα συμμαχικά στρατεύματα του Πούτιν που αποσύρονται οργανωμένα από το Λυμάν για να οργανωθούν σε καλύτερες θέσεις» ( έτσι περιγράφεται στα ρώσικα η κωλοπιλάλα με τους Ουκρανούς στο κατόπι τους και το σκατό να έχει φτάσει στην κάλτσα): κανείς δεν ξέρει ποιοι την συγκροτούν, στην ουσία κυκλοφορεί μόνο στο μυαλό όσων την εφηύραν, οι υπόλοιποι την αγνοούν παντελώς.
Η «κορυφαία» πολιτική εφεύρεση της ηγετικής ομάδας της Κουμουνδούρου συνιστά μια μπαρούφα ολκής, αφορά μόνο στις ομάδες των πραιτωριανών του Τσίπρα, διακινείται σε στιγμές πολιτικής έντασης και όταν οι αριθμοί (των δημοσκοπήσεων) είναι αποκαλυπτικοί της ιδεολογικής και πολιτικής ένδειας «του χώρου», δεν στέργουν στην υλοποίηση της ούτε «οι αριστεροί ποντικοί» των γραφείων, αυτοί δημοσιοποιούν φετφάδες για το ΝΑΤΟ και τη διεύρυνση με λόγο παραληρηματικό και έντονη την τριτοδιεθνιστική προσήλωση σε μια «ειρήνη», τα χαρακτηριστικά της οποίας είναι σαν «τα παραμύθια της Χαλιμάς».
Ο ΣΥΡΙΖΑ διατελεί σε πολιτική αιχμαλωσία από τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο κ. Τσίπρας, το μεγάλο asset της Κουμουνδούρου κάθε φορά που επιχειρεί να μιλήσει πολιτικά αποδεικνύεται καταστροφικός, οι περιοχές της αποδοτικής πολιτικής αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση στην ανοιχτή κοινωνία μειώνονται δραματικά, ο Μητσοτάκης έχει καταλάβει πλήρως το «κέντρο» και διεκδικεί και τις «παραφυάδες του». Η καθαρή διαφοροποίηση της ομάδας Τσακαλώτου στην υπόθεση της διεύρυνσης του ΝΑΤΟ επαναφέρει την εικόνα των «δύο κομμάτων σε κοινά γραφεία», αναζητείται επιμόνως χώρος και πρόσωπα για να σταματήσουν την κατηφόρα και να αναχαιτίσουν «την ιδεολογική και πολιτική επιδρομή του φιλελευθερισμού στις παραδοσιακές αριστερές νησίδες», πλέον «όλοι οι δρόμοι οδηγούν, αναγκαστικά, στα ΑΕΙ, εκεί θα δοθεί η κορυφαία μάχη υπέρ της αριστερής ηγεμονίας».
Η Πολυτεχνειούπολη ανέδειξε «με σφαίρες και αίμα» όλα τα αδιέξοδα της αριστερής ιδεοληψίας, στη αγκαλιά της οποίας έχουν βρει, σε ολόκληρη την αντιπολίτευση, απάγκιο και προστασία πρεζέμποροι, νταβατζήδες, εγκληματικές οργανώσεις, ληστές και πιστολάδες, παρέα με επαγγελματικά στελέχη, επικεφαλής τάσεων, ψηφοθήρες, αλλά και καθηγητάδες που λυμαίνονται έδρες, θέσεις και κοινοτικά προγράμματα. Ένας κόσμος σκληρής κονόμας, κρυμμένος πίσω από την ιδεοληπτική εκδοχή του «ασύλου» ζει πλουσιοπάροχα εδώ και πενήντα χρόνια, επιβεβαιώνει με δικές του διαδικασίες την αναπαραγωγή του, πλουτίζει σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος, λυμαίνεται κονδύλια εκατομμυρίων ευρώ.
Πρόκειται για κανονικές συμμορίες, άλλες με Αλβανούς ποινικούς και άλλες με γραβάτες και λευκά κολάρα στη δούλεψη των οποίων έχει εγκαταλειφθεί η τριτοβάθμια εκπαίδευση και τα δισεκατομμύρια ευρώ που κάθε χρόνο διακινούνται στο όνομά της.
Ο ΣΥΡΙΖΑ αυτό το σύστημα υπερασπίζεται για ένα απλό λόγο: ο ίδιος είναι δομικό στοιχείο του συστήματος σε όλο το εύρος του, σε αυτό το σύστημα επεβίωσε και από αυτό νομιμοποιήθηκε, εντός του απόκτησε ψήγματα ιδεολογικής ηγεμονίας κι έγινε κυβέρνηση καβαλώντας το κύμα, σε αυτό και πάλι προσφεύγει για να επανανομιμοποιηθεί ως δήθεν «κυβερνώσα αριστερά». Στην ουσία υπερασπίζεται την ίδια την ύπαρξη του, χωρίς τα πανεπιστήμια θα εξαφανιστεί από την πολιτική σκηνή.
Απέναντι στον εσμό αυτό η επιλεγόμενη «πανεπιστημιακή αστυνομία» είναι ασπιρίνη για τον καρκίνο, είτε αρέσει, είτε όχι, είτε συμφέρει πολλούς και εντός της κυβέρνησης, είτε όχι. Δεν είναι άσκηση νόμιμης κρατικής βίας, δεν είναι στοιχείο ιδεολογική αντιπαράθεσης με την αριστερά, είναι μια νεοδημοκρατική αστειότητα.
Η δημόσια εικόνα μερικών ασκόπως περιφερόμενων με κάτι ψευτοχακί στολές οι οποίοι παριστάνουν τους αστυνομικούς φρουρούμενοι από την κανονική αστυνομία θυμίζει κωμωδίες των αδερφών Μαρξ, είναι απαξιωτική για την ίδια την αστυνομία, ουσιαστικά αποδομεί, έως γελοιότητας, αλλά και δι΄αυτής, τη νόμιμη κρατική βία για την οποία διαμορφώνει μια εικόνα γενικευμένου χαβαλέ και ακραίας γραφικότητας.
Η κατάσταση στα ΑΕΙ, η αιχμαλωσία τους από μια ανεμπόδιστα αναπαραγώμενη με δικές της διαδικασίες αριστερή χούντα, η κατάντια της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης απαιτούν κανονική αστυνομία εντός των ΑΕΙ με την ίδρυση αστυνομικών τμημάτων, με σαφέστατα περιγεγραμμένα καθήκοντα και αρμοδιότητες και με κορυφαία αποστολή την πραγματική και ασφαλή διαφύλαξη της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών και των απόψεων (και όχι της πρέζας, των όπλων και του αγοραίου έρωτα).
Η επιλογή είναι μονόδρομος, παρά το γεγονός πως αντιμετωπίζεται, σε αυτή την πρώτη φάση, με την επίκληση όλων των ιδεοληψιών της εγχώριας αριστεράς και δήθεν προκαλεί τον επαναστατικό οίστρο των αριστερούληδων των ΑΕΙ.
Αυτό το καθεστώς ρεμούλας, συναλλαγής και κονόμας (με κάθε πρόσφορο μέσο) που έχει εδραιωθεί εντός των ΑΕΙ με την πολύτιμη συνδρομή όλων των «φυλών» που δραστηριοποιούνται δεν αντιμετωπίζεται, στην εποχή της Goggle, με μερικά ήδη απαξιωμένα άτομα που παριστάνουν τους επιδρομείς.
Η κυβέρνηση έχει στη διάθεση της όλο το γήπεδο για να παίξει μπάλα. Αν αποφασίσει να την στείλει στην εξέδρα κακό του κεφαλιού της, θα διατηρεί πάντα τον αντίπαλο στο παιχνίδι και θα κινδυνεύει με βαριά ήττα.