Οι εκλογές επεφύλασσαν ένα ισχυρό μήνυμα για την Ν.Δ. και τον Κ. Μητσοτάκη. Ειδικά τα αποτελέσματα σε Αθήνα, Θεσσαλία, αλλά και σε άλλες τέσσερις από τις έξι Περιφέρειες που κρίνονταν την δεύτερη Κυριακή, ήταν μια δυσάρεστη έκπληξη που χαλούσε την ειδυλλιακή εικόνα της πρώτης Κυριακής. Τα μηνύματα αφορούν πρόσωπα, επιλογές και συμπεριφορές, είναι αυτοδιοικητικά και πολιτικά.
Γράφει ο Ζαχαρίας Ζούπης
Τα βασικά στοιχεία
Ας δούμε κάποια βασικά:
ΥΠΗΡΧΕ ΛΑΘΕΜΕΝΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ που συμπυκνωνόταν στον στόχο 13+ 3 , στόχος που εκλαμβανόταν ως στενά κομματικός, που προβαλλόταν ως προσπάθεια επιβολής στην Αυτοδιοίκηση. Ασφαλώς στοιχειώδης ειλικρίνεια επιβάλει να πούμε ότι το κάθε κόμμα προβάλει ανεβασμένους στόχους και δεν νομίζω ότι αν κόμμα μπορούσε να τους πετύχει δεν θα το έλεγε. Εδώ η Ν.Δ υπερεκτίμησε τις δυνατότητές της υποτιμώντας την αντίδραση ακόμα και τμημάτων της εκλογικής της βάσης έχοντας απέναντί της κόμματα της αντιπολίτευσης που απλά δεν έβαζαν κανένα στόχο λόγω αδυναμίας. Έτσι, ενώ νίκησε στην πλειοψηφία των Περιφερειών, εμφανίζεται ως ηττημένη.
ΥΠΗΡΧΕ ΣΤΗΡΙΞΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ που σε όσοι κάναμε δημοσκοπήσεις αυτή την περίοδο, διαπιστώναμε ότι και πολύ καιρό πριν την καθαρά εκλογική περίοδο ήταν σαφές ότι δεν μπορούσαν να εκλεχθούν με τίποτα λόγω του έργου τους και της αντίδρασης τοπικών κοινωνιών. Τα παραδείγματα των Κ. Ζέρβα και της Ρόδη Κράτσα ίσως ήταν τα πιο χαρακτηριστικά. Ο πρώτος φαινόταν να απορρίπτεται από το 70% των Θεσσαλονικών λόγω του έργου του και η δεύτερη βρισκόταν σταθερά ανάμεσα στην δεύτερη ΄και τρίτη θέση από το πριν της προεκλογικής περιόδου διάστημα.
ΥΠΗΡΞΕ ΥΠΕΡΒΑΛΟΥΣΑ ΚΟΜΜΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ των εκλογών της Αυτοδιοίκησης , σε μια περίοδο που απείχε μόλις τέσσερις μήνες από τις βουλευτικές εκλογές και η Ν.Δ είχε απόλυτη κυριαρχία. Δεν υπήρχε επομένως κανένα σοβαρό πολιτικό διακύβευμα και επομένως οι πολίτες ανάμεσά τους και τμήμα ψηφοφόρων της Ν.Δ δεν αισθάνονταν ότι «σόνι και καλά» πρέπει να ψηφίσουν επιλογές με «κομματική πειθαρχία».
Αυτή η κομματικοποίηση και η ακραία κομματική δραστηριότητα κεντρικών στελεχών έφερε τα ακριβώς αποτελέσματα ειδικά μεταξύ πρώτου και δεύτερου γύρου σε σειρά περιοχών , όπως η Θεσσαλία κ.ά. Στην Θεσσαλία που συγκεντρώθηκαν οι μισοί κρατικοί και κυβερνητικοί αξιωματούχοι ο Κ. Αγοραστός έχασε 50.000 ψήφους από τους 133.704 του πρώτου γύρου. Προφανώς πολλοί από αυτούς ήταν ψηφοφόροι της Ν.Δ.
ΥΠΗΡΧΕ ΜΙΑ ΑΝΤΙΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΔΥΝΑΜΕΩΝ της αντιπολίτευσης κόντρα στις επίσημες επιλογές της Ν.Δ και αυτό στον δεύτερο γύρο οδήγησε σε ήττες. Είναι απλό. Καμία Κυβέρνηση στην Ελλάδα δεν μπορεί να συγκεντρώνει σε κάθε μάχη πάνω από 50%. Πολύ περισσότερο όταν όλοι οι άλλοι ήταν έτοιμοι να « πυροβολήσουν », ενωνόμενοι μόνο στο σύνθημα « μαυρίστε τον εκλεκτό του Μητσοτάκη».
Η ΑΝΤΙΣΥΣΠΕΙΡΩΣΗ ΑΥΤΗ ΟΜΩΣ ΟΦΕΙΛΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΕ ΛΑΘΟΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ σε πρόσωπα, στο έργο εν ενεργεία δημοτικών και περιφερειακών αρχών, στα προβλήματα των φυσικών καταστροφών ειδικά στην Θεσσαλία και τον Έβρο, αλλά και στα προβλήματα της περιόδου που διανύουμε όπως η ακρίβεια κ.ά. Είναι μείζον θέμα για την Κυβέρνηση και την Ν.Δ, πολύ περισσότερο που στο επόμενο διάστημα θα αντιμετωπίσει κρίσιμα προβλήματα και θα καλεστεί να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που έχει δεσμευτεί.
Το μήνυμα των πολιτών
Εν ολίγοις οι πολίτες έστειλαν μήνυμα που συμπυκνώνεται στο Κυριάκο Μητσοτάκη εσένα επιλέξαμε και επιλέγουμε για Πρωθυπουργό, εσένα θεωρούμε ικανό να κυβερνήσεις αυτή την χώρα αλλά δεν θα κάνουμε και ό,τι λες, σε ελέγχουμε, δεν είμαστε ικανοποιημένοι από επιλογές σου».
Αυτή είναι η αλήθεια και διάφορα που ακούστηκαν το βράδυ της δεύτερης Κυριακής περί κατάρρευσης της Κυβέρνησης ή ισχυρού ρήγματος στο «καθεστώς Μητσοτάκη» μάλλον δείχνουν απόσπαση από την πραγματικότητα, όπως την είδαμε και τα τελευταία δύο χρόνια πριν τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές. Η κυριαρχία Μητσοτάκη υπάρχει, είναι ισχυρή αν και δέχτηκε πλήγμα. Η κυριαρχία αυτή είναι εμπεδωμένη και αδιαμφισβήτητη αλλά κανείς δεν μπορεί να την ερμηνεύει ως παντοδυναμία.
Ωστόσο, η εικόνα της δεύτερης Κυριακής και βασικά η μεγάλη έκπληξη της Αθήνας έχει οδηγήσει στην δημιουργία μιας συνολικά λαθεμένης εικόνας για το τί συνέβη.
Η Νέα Δημοκρατία νίκησε στις 7+ 1 (Κρήτη) Περιφέρειες , οι αντάρτες της σε 4 και η αντιπολίτευση μόλις σε μία (Θεσσαλία). Μάλιστα, στη Θεσσαλία, αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι καταστροφικές πλημύρες, ο Κ. Αγοραστός όδευε σε νίκη με ποσοστό που ίσως προσέγγιζε το 60%. Οι 7+1 Περιφέρειες στις οποίες εκλέχτηκε ο επίσημος υποψήφιος της Ν.Δ. αντιστοιχούν στο 79.7 % του πληθυσμού της χώρας! Οι 4 Περιφέρειες στις οποίες εκλέχτηκαν αντάρτες της Ν.Δ εκπροσωπούν το 12.9% του πληθυσμού και η Περιφέρεια Θεσσαλίας στην οποία επικράτησε η αντιπολίτευση στο 7,4%. Παράλληλα υποψήφιος της Ν.Δ. εκλέχτηκε Δήμαρχος σε περίπου 200 Δήμους , δηλαδή στα 2/3 των 332 Δήμων της χώρας. Δεν το λες εικόνα αυτοδιοικητικής ήττας ή πολιτικής κατάρρευσης. Μάλλον εικόνα πέραν της πολιτικής και αυτοδιοικητικής κυριαρχίας το ονομάζεις.
Η κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ
Ο ΣΥΡΙΖΑ κατάρρευσε μετά τις βουλευτικές εκλογές και στην Αυτοδιοίκηση στην οποία δεν ήταν και ποτέ ισχυρός. Κατάρρευσε, όμως ,πλήρως. Είχε μια ακόμα μεγάλη αποτυχία. Ουσιαστικά κρύβεται πίσω από το αποτέλεσμα της Αθήνας και της Θεσσαλίας το οποίο οφείλεται στις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ.
Το ΠΑΣΟΚ είχε σοβαρή αυτοδιοικητική παρουσία και σημαντικές επιτυχίες. Βρίσκεται πια στην Διοίκηση δύο Περιφερειών (Κρήτη, Θεσσαλία), των τριών μεγάλων Δήμων με την Αθήνα να αποτελεί εκπληκτική ανατροπή, ενώ όπως το ίδιο ανακοινώνει έχουν εκλεγεί στελέχη του σε εκατό περίπου Δήμους.
Επίσης το Κ.Κ.Ε είχε επιτυχίες το οποίο εξέλεξε σε όλη τη χώρα 6 δημάρχους, τέσσερις περισσότερους από το 2019, οπότε και είχε δύο, ενώ διατήρησε και τον Δήμο Πατραίων, στον οποίο ο δήμαρχος Κώστας Πελετίδης εκλέχθηκε για τρίτη συνεχόμενη φορά.
Εκλαμβάνω ως δεδομένα τα στοιχεία που δίνουν τα κόμματα, γιατί στην πραγματικότητα είναι πιο σύνθετα τα θέματα ειδικά στους Δήμους. Κατ΄ουσίαν πέραν των άμεσων ή έμμεσων στηρίξεων, τα κόμματα δεν βγήκαν να στηρίξουν ανοικτά υποψηφιότητες- και καλά έκαναν -σεβόμενοι τις ιδιομορφίες των τοπικών κοινωνιών. Ωστόσο, τώρα, δίνουν στοιχεία με αριθμούς και δεν μας λένε ποιους ακριβώς μετράνε ονομαστικά. Γνωρίζουν, ότι στην πραγματικότητα, σε όποιον χώρο και αν ανήκε ο κάθε υποψήφιος Δήμαρχος δεν θα μπορούσε να νικήσει αν δεν σχημάτιζε πολυσυλλεκτικό συνδυασμό και τώρα τους κατατάσσουν «δικούς» τους . Το κάνουν δε αυτό ενώ αρκετοί υποψήφιοι, που σήμερα είναι πια Δήμαρχοι, έστειλαν επιστολή στην Singural Logic ζητώντας να απεικονιστούν με λευκό την βραδιά των εκλογών, χωρίς μπλε, πράσινο ή ροζ ανθρωπάκι δίπλα. Δεν έχει δε και νόημα αυτή η συζήτηση
Άδικα πανηγυρίζουν στην αντιπολίτευση
Αυτή είναι η αυτοδιοικητική εικόνα και είναι βαθύ λάθος εκτίμησης να εκληφθεί ως έκφραση των πολιτικών συσχετισμών. Η Αντιπολίτευση με αυτή την έννοια άδικα πανηγυρίζει και κάνει ένα λάθος. Δεν την συμφέρει αυτή η συζήτηση. Αν κάποιος παραπέμψει με οποιονδήποτε τρόπο τους συσχετισμούς των Περιφερειών σε πολιτικούς συσχετισμούς μάλλον σταθεροποίηση, αν όχι και άνοδο της ΝΔ, δείχνουν.
Στη ουσία, όλα θα φανούν πολύ σύντομα, σε μόλις οχτώ μήνες και στη μάχη των Ευρωεκλογών οι οποίες θα πραγματοποιηθούν τρία ολόκληρα χρόνια πριν τις επόμενες Βουλευτικές εκλογές. Εκεί θα κριθεί η Κυβέρνηση που πρέπει να αφυπνιστεί, αλλά και οι δυνάμεις της Κεντροαριστεράς όπως και το μέλλον των δυνάμεων της πέραν της Ν.Δ Δεξιάς έως την ακροδεξιά.
Ο Δούκας νίκησε ή ο Μπακογιάννης έχασε;
Τι πραγματικά συνέβη στον Δήμο της Αθήνας
Ο δήμος της Αθήνας και το αποτέλεσμα των εκλογών από μόνος του επηρεάζει τον δημόσιο διάλογο. Στον Δήμο Αθήνας φαίνεται περισσότερο να έχασε ο Κ. Μπακογιάννης , παρά να νίκησε ο Χ. Δούκας, χωρίς κανένας να μπορεί να υποτιμήσει την δυναμική της υποψηφιότητάς του.
Υπήρχαν προβλήματα με το έργο του και βασικά η υπόθεση του «μεγάλου περιπάτου» και της Πανεπιστημίου που ήταν γιαπί για μεγάλο διάστημα, τον έπληξαν καίρια. Ταυτόχρονα είναι φανερό, ότι το «στήσιμό του», το στυλ του και ο τρόπος που εξέφραζε τον αυτοδιοικητικό και πολιτικό λόγο του δεν ικανοποιούσε τμήμα ψηφοφόρων της Ν.Δ. , ενώ ήταν εύκολο σε δυνάμεις όλου του πολιτικού φάσματος να επιλεγεί ως στόχος, που η ήττα του θα απέδιδε καλύτερα το «χτύπημα Μητσοτάκη», την ίδια στιγμή που ο κομματικός μηχανισμός δεν έδειχνε την ίδια ζέση που έδειχνε για την υποψηφιότητα Χαρδαλιά. Παρ΄όλα αυτά, παρά λίγο και για λίγος ψήφους, δεν εκλέχτηκε στον πρώτο γύρο, ενώ πήρε 27% διαφορά από τον δεύτερο Χάρη Δούκα.
Συνέβη το πρωτοφανές
Και τότε έγινε το πρωτοφανές. Έχασε 7.400 ψήφους – κατά την γνώμη μου – από ψηφοφόρους της Ν.Δ., την ώρα που ο Χ. Δούκας τριπλασίαζε τις ψήφους του από 19.842 σε 64.055, με την συμμετοχή να φτάνει στο 26.73%. Είναι φανερό ότι τη υποψηφιότητα του Χ. Δούκα την επέλεξαν οι ψηφοφόροι όλων, μα όλων, των άλλων κομμάτων σε μια συσπείρωση που δεν είχε προγραμματικά χαρακτηριστικά, αλλά από δυνάμεις που τους ένωνε μια στόχευση, να «μαυριστεί» ο Κ. Μπακογιάννης και μαζί του ο Κ. Μητσοτάκης. Είναι φανερό από τους αριθμούς πως κάθε τι που συζητιέται για το υπόδειγμα που δήθεν φάνηκε συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ είναι άτοπες και δείχνουν από τη μία την απελπισία δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ και από την άλλη την εμμονή σε απόψεις στελεχών του ΠΑΣΟΚ που κατατέθηκαν κατά την διαδικασία εκλογής του νέου Προέδρου του και μειοψήφισαν πανηγυρικά. Ας είμαστε πιο σαφείς. Ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι όλοι οι ψηφοφόροι του Κ. Ζαχαριάδη προστέθηκαν στους ψηφοφόρους του Χ. Δούκα, το άθροισμα δίνει 38.510 ψήφους , δηλαδή ήττα. Λείπουν κι άλλες 25.545 ψήφοι που ας τους κατανείμει ο καθένας όπως θέλει.
Η αυξανόμενη αποχή
Πάντα στον δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών υπάρχει αυξημένη αποχή, όμως αυτή τη φορά η αποχή ήταν τεράστια. Το 2019 στην Αθήνα, στον δεύτερο γύρο, η συμμετοχή ανερχόταν στο 33,42%, τώρα έπεσε στο 26,73%. Στη Θεσσαλονίκη από το 37,56% συμμετοχής στον δεύτερο γύρο το 2019, φτάσαμε στο 32,57% το 2023. Η κόπωση από τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και η έλλειψη διακυβεύματος αποτελούν τμήμα των εξηγήσεων. Το ίδιο και η επισκίαση των εκλογών στην Αυτοδιοίκηση από τις βουλευτικές εκλογές, τις καταστροφές του καλοκαιριού, ακόμα και την εκλογή του νέου Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ. Ωστόσο, υπάρχουν θέματα που αφορούν στην εμπιστοσύνη στους θεσμούς και στην Αυτοδιοίκηση. Οι τοπικές αρχές θεωρούνται από τη μία απρόσωπες και από την άλλη αδύναμες να επιλύσουν τα προβλήματα σε ένα αστικό περιβάλλον όπου η ποιότητα ζωής χειροτερεύει. Αυτή η απομάκρυνση των πολιτών και η εμπέδωση της άποψης ότι οι «πολιτικές ηγεσίες δεν μπορούν πραγματικά να λύσουν τα προβλήματα» λειτουργεί σε κάθε επίπεδο διακυβέρνησης και μπορεί να γεννήσει μη ευθύγραμμες εξελίξεις. Πιο απλά, είναι ώρα να λυθούν πολλά προβλήματα, όσο πιο γρήγορα γίνεται καθώς η μη εκφραζόμενη δυσαρέσκεια σωρεύεται.