Μια από τις χειρότερες κρίσεις κόστους ζωής μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αντιμετωπίζουν τα νοικοκυριά στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι ο πληθωρισμός μειώνεται σχεδόν εξίσου γρήγορα με την αύξησή του.
Ακόμη και μέχρι τα τέλη του επόμενου έτους, τα πραγματικά εισοδήματα δεν θα έχουν φθάσει τα επίπεδα στα οποία ήταν πριν ο πληθωρισμός αρχίσει την ανοδική πορεία του, σύμφωνα με ανάλυση των Financial Times που βασίζεται σε επίσημα στοιχεία και προβλέψεις της Consensus Economics.
Τα πραγματικά εισοδήματα μειώθηκαν κατά 6,5% μεταξύ 2020 και 2022 στην ευρωζώνη λόγω της εκτίναξης του κόστους της ενέργειας και των τροφίμων. Μέχρι το τέλος του 2024 θα παραμείνουν 6% κάτω από τα επίπεδα του 2020, σύμφωνα με την ανάλυση.
Οι πληθωριστικές πιέσεις στην Ευρώπη εξασθενούν και αναμένεται τα στοιχεία που θα δημοσιευθούν την Τρίτη αναμένεται να δείξουν ότι ο ΔΤΚ σε ετήσια βάση στην ευρωζώνη υποχώρησε στο 6,8% τον περασμένο μήνα. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα να «λύσουν» τα χέρια στα περιστέρια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να επικρατήσουν και να επιβραδύνουν την σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής όταν συνεδριάσουν αργότερα αυτή την εβδομάδα.
Ωστόσο, η φθίνουσα πορεία των πληθωριστικών πιέσεων θα αφήσει μια διαρκή επιβάρυνση στα οικονομικά των νοικοκυριών, προειδοποιούν οι αναλυτές.
Σε μεγάλες οικονομίες της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας και της Γαλλίας, τα δύο μεγαλύτερα συνδικάτα της περιοχής έχουν προχωρήσει σε απεργιακές κινητοποιήσεις με βασικό αίτημα την αύξηση των μισθών.
«Κάθε χαλάρωση του πληθωρισμού είναι καλό νέο για τους εργαζόμενους, αλλά απέχουμε ακόμη πολύ από το τέλος αυτής της κρίσης», δήλωσε η Esther Lynch, γενική γραμματέας της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων. «Με τους μισθούς να υπολείπονται τόσο πολύ από το κόστος ζωής για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, χρειάζονται ακόμη αυξήσεις μισθών για να αποκατασταθεί η χαμένη αγοραστική δύναμη, ιδίως σε εκείνες τις εταιρείες που έχουν σημειώσει κέρδη ρεκόρ».
Οι αυξήσεις στο τρόφιμα
Οι φτωχότεροι άνθρωποι, οι οποίοι ξοδεύουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους σε είδη πρώτης ανάγκης, ήταν περισσότερο εκτεθειμένοι στην αύξηση των τιμών. Θα συνεχίσουν να αισθάνονται τη συμπίεση πιο έντονα, με το κόστος των τροφίμων να συνεχίζει να αυξάνεται στα ύψη, ακόμη και όταν οι τιμές της ενέργειας πέφτουν.
Στην ΕΕ, το κόστος των τροφίμων αυξήθηκε κατά 19,5% το έτος έως τον Μάρτιο, το υψηλότερο ποσοστό από τότε που η Eurostat άρχισε να συλλέγει τέτοια στοιχεία το 1997.
Σε ορισμένες χώρες μέλη – όπως η Πολωνία, η Πορτογαλία και οι χώρες της Βαλτικής – το κόστος αυξήθηκε ακόμη περισσότερο. Ορισμένες κυβερνήσεις της ΕΕ έχουν παρέμβει.
Η Γαλλία προχώρησε σε συμφωνία με τα σούπερ μάρκετ για να προσφέρει προσφορές σε μειωμένες τιμές σε βασικά είδη διατροφής, η Κροατία έχει περιορίσει την τιμή οκτώ βασικών ειδών διατροφής, από το γάλα μέχρι το κοτόπουλο, ενώ η Πορτογαλία προσχώρησε μαζί με την Ισπανία και την Πολωνία στη μείωση των φόρων στα τρόφιμα. Αυτό όμως δεν εμπόδισε όλο και περισσότερους ανθρώπους να στραφούν σε φιλανθρωπικές οργανώσεις για υποστήριξη.
Η Κάτια Μπέρνχαρντ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ένωσης τραπεζών τροφίμων για την περιοχή της Έσσης στη Γερμανία, δήλωσε ότι η εισροή αιτούντων τις τελευταίες εβδομάδες ήταν τόσο μεγάλη που τα μισά από τα 58 ιδρύματά της έπρεπε να σταματήσουν να δέχονται περισσότερους ανθρώπους – από το ένα τρίτο στα τέλη του περασμένου έτους.
Στη δίνη της φτώχειας και η Βρετανία
Την ίδια κατάσταση αντιμετωπίζουν και οι εργαζόμενοι στη Βρετανία. Ο δημοσιονομικός παρατηρητής του Ηνωμένου Βασιλείου, το Office for Budget Responsibility, εκτιμά ότι η περίοδος από την άνοιξη του 2022 έως την άνοιξη του 2024 θα σηματοδοτήσει την πιο απότομη μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος των ανθρώπων από τότε που άρχισαν οι καταγραφές τη δεκαετία του 1950.
«Οι τιμές θα παραμείνουν υψηλές και οι μισθοί πρέπει να ανακτήσουν τη χαμένη τους αξία μετά τη μεγαλύτερη συμπίεση των μισθών των τελευταίων 200 ετών», δήλωσε ο Paul Nowak, γενικός γραμματέας του Βρετανικού Κογκρέσου Συνδικάτων. «Για να νιώσουν οι οικογένειες καλύτερα, η κυβέρνηση πρέπει να ανταμείψει την εργασία αντί για τον πλούτο».
Δραματική είναι η διαπίστωση της Anna Taylor, εκτελεστικής διευθύντριας στο Ίδρυμα Τροφίμων, μια μη κερδοσκοπική οργάνωση με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο. «Η επίμονη αύξηση των τιμών των τροφίμων μήνα με το μήνα έχει καταστροφικές επιπτώσεις στην ικανότητα των ανθρώπων να θρέψουν τους εαυτούς τους και τις οικογένειές τους» είπε.