Καθώς πολλές χώρες σε όλο τον κόσμο μάχονται με τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό, η άνοδος των τιμών ήταν πολύ λιγότερο δραματική στην Ελβετία, αυτό το μικρό ορεινό κράτος που εκτείνεται στη δυτική Ευρώπη.
Ο πληθωρισμός στην Ελβετία έφτασε σε υψηλό 29 ετών, στο 3,5%, το 2022. Αν και εξακολουθεί να είναι υψηλός για τα ελβετικά δεδομένα, είναι πολύ κάτω από τα διψήφια ποσοστά άλλων προηγμένων οικονομιών, όπως οι ΗΠΑ (9,1%), το Ηνωμένο Βασίλειο (11,1%) και η ευρωζώνη (10,6%).
«Νομίζω ότι το αισθάνονται περισσότερο στο εξωτερικό παρά εδώ στην Ελβετία», δήλωσε ένας καταναλωτής στη Ζυρίχη στο CNBC τον περασμένο μήνα. «Η μητέρα μου ζει στη Γερμανία, στο Βερολίνο, και μου λέει πάντα ότι όλα έγιναν τόσο ακριβά».
Οι τιμές ξεκινούν από μια υψηλή βάση
Η Ελβετία είναι μία από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ που ξεπερνά αυτό άλλων μεγάλων οικονομιών, όπως οι ΗΠΑ, η Ιαπωνία και η Γερμανία.
Επίσης, φιλοξενεί μερικούς από τους πλουσιότερους πολίτες στον κόσμο, με μέσο πλούτο 696.604 δολάρια ανά ενήλικα – και ένα υψηλό κόστος ζωής που ταιριάζει με αυτό.
Η Ζυρίχη και η Γενεύη παρέμειναν σταθερά μεταξύ των 10 πιο ακριβών πόλεων του κόσμου πέρυσι, σύμφωνα με το Economist Intelligence Unit, ακόμη και όταν ο πληθωρισμός ανέβασε το κόστος διαβίωσης σε άλλα ακριβά μέρη, όπως η Σιγκαπούρη και η Νέα Υόρκη.
Ως αποτέλεσμα, οι Ελβετοί πολίτες επηρεάζονται γενικά λιγότερο από τις αυξήσεις των τιμών, καθώς τείνουν να ξοδεύουν μικρότερο ποσοστό του εισοδήματός τους σε βασικά αγαθά, όπως η διατροφή και η διαμονή, σε σχέση με τα είδη πολυτελείας.
«Επειδή οι άνθρωποι είναι κατά μέσο όρο αρκετά πλούσιοι, το μερίδιο των τροφίμων στον συνολικό προϋπολογισμό των νοικοκυριών δεν είναι τόσο μεγάλο όσο ίσως σε άλλες χώρες», δήλωσε στο CNBC ο Tομπάιας Στράουμαν, καθηγητής οικονομικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης.
«Έχουμε επίσης ανισότητα, φυσικά. Αλλά, από διεθνή άποψη, έχουμε, νομίζω, μια οινωνική πολιτική που λειτουργεί πολύ καλά», πρόσθεσε.
Η σταθερότητα του ελβετικού φράγκου
Ένας άλλος λόγος για τη σχετική σταθερότητα των τιμών της Ελβετίας προέρχεται από το ισχυρό ελβετικό φράγκο.
Το νόμισμα της χώρας έχει ενισχυθεί σταθερά, αυξάνοντας την αξία του για να φτάσει στην ισοτιμία με το ευρώ το 2022. Ενώ πολλά νομίσματα σημείωσαν βουτιά έναντι του ανατιμημένου δολαρίου ΗΠΑ, το ελβετικό φράγκο παρέμεινε σταθερό εν μέσω της αστάθειας στην Ευρώπη
Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ιδιότητά του ως «ασφαλές επενδυτικό καταφύγιο» ή αμυντικό περιουσιακό στοιχείο. Το ελβετικό φράγκο υποστηρίζεται σε μεγάλο βαθμό από μεγάλα αποθέματα χρυσού, ομολόγων και χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, τα οποία βοηθούν την Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας να διασφαλίσει τη σταθερότητά του σε περιόδους μεταβλητότητας.
Αυτό ωφελεί επίσης την Ελβετία, μια οικονομία που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το διεθνές εμπόριο.
Η Ελβετία εισάγει κάθε χρόνο αγαθά και υπηρεσίες αξίας περίπου 302 δισεκατομμυρίων δολαρίων, η πλειονότητα των οποίων προέρχεται από γειτονικές χώρες της ΕΕ. Ένα ισχυρότερο ελβετικό φράγκο παρέχει μια αποτελεσματική έκπτωση στις εν λόγω εισαγωγές.
Εν τω μεταξύ, η Ελβετία εξάγει σχεδόν ισόποσες εξαγωγές ύψους 305 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως – οι οποίες περιλαμβάνουν σε μεγάλο βαθμό αγαθά και υπηρεσίες υψηλότερης αξίας, όπως ρολόγια και φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία είναι λιγότερο ευαίσθητα στις διακυμάνσεις των τιμών από ό,τι τα προϊόντα μαζικής παραγωγής χαμηλού περιθωρίου κέρδους.
Εύκαμπτος ενεργειακός εφοδιασμός
Η Ελβετία είναι επίσης λιγότερο εκτεθειμένη σε ορισμένους από τους εξωτερικούς παράγοντες που ώθησαν τις τιμές σε υψηλότερα επίπεδα το 2022, όπως ο πόλεμος της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Με ορεινή τοπογραφία και περισσότερες από 1.500 λίμνες, η Ελβετία εξαρτάται λιγότερο από τις εισαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου από ό,τι ορισμένοι Ευρωπαίοι γείτονές της, με την υδροηλεκτρική ενέργεια να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στον ενεργειακό εφοδιασμό της.
Οι ελβετικοί προμηθευτές ενέργειας ανήκουν επίσης σε μεγάλο βαθμό στο Δημόσιο, πράγμα που σημαίνει ότι είναι λιγότερο εκτεθειμένοι σε ακραίες διακυμάνσεις της αγοράς μέσω χρηματοοικονομικών δικλείδων ασφαλείας, ενώ υπόκεινται σε αυστηρότερες ρυθμίσεις τιμολόγησης.
Στο τέλος του 2022, οι τιμές της ενέργειας στην Ελβετία αυξήθηκαν με ρυθμό 16,2% – κάτω από τα επίπεδα που αντιμετώπισαν μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία (25%), η Ολλανδία (30%), το Ηνωμένο Βασίλειο (52,3%) και η Ιταλία (64,7%). Η ρυθμιστική αρχή ενέργειας της χώρας αναμένει τώρα ότι οι τιμές θα αυξηθούν περαιτέρω κατά 27% το 2023, με τον μέσο λογαριασμό ενέργειας των νοικοκυριών να ξεπερνά τα 1.215 ελβετικά φράγκα (1.238 δολάρια).
Ο Ζαν Κλοντ Ουμπέρ, διευθυντής του ξενοδοχείου Piz Buin Klosters στην ανατολική Ελβετία, δήλωσε ότι η τυποποίηση των μακροχρόνιων συμβάσεων ενέργειας βοήθησε να προστατευθούν επιχειρήσεις όπως η δική του από τυχόν μεγάλες αυξήσεις των τιμών φέτος.
Η δυναμική δομή τιμολόγησης του ξενοδοχείου τεσσάρων αστέρων σημαίνει επίσης ότι ο Ουμπέρ μπόρεσε να μεταβιβάσει αυξήσεις τιμών της τάξης του 5-10% στους πελάτες χωρίς να πλήξει τη ζήτηση.
«Μπορούμε να παίζουμε με τις τιμές πολύ περισσότερο απ’ ό,τι αν είχαμε σταθερές τιμές όλη την ώρα, και αυτό μας βοηθάει πολύ. Είμαι βέβαιος ότι το κόστος θα είναι υψηλότερο από ό,τι πριν, αλλά και ο κύκλος εργασιών θα πρέπει να είναι υψηλότερος».
Έλεγχοι τιμών σε αγαθά και υπηρεσίες
Παράλληλα με την ενέργεια, η Ελβετία εφαρμόζει επίσης αυστηρούς ελέγχους στις τιμές των αγαθών και των υπηρεσιών, γεγονός που τις καθιστά επίσης λιγότερο ευάλωτες στις διακυμάνσεις που προκαλούνται από τον πληθωρισμό.
Από τα βασικά προϊόντα που χρησιμοποιούνται για τη μέτρηση του πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ, συμπεριλαμβανομένων των τροφίμων, της στέγασης και των μεταφορών, σχεδόν το ένα τρίτο (30%) υπόκειται σε ρύθμιση τιμών στην Ελβετία – περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ευρωπαϊκή χώρα.
Οι ελβετικές τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν με ετήσιο ρυθμό 4,0% τον περασμένο Δεκέμβριο, σε σύγκριση με 11,9% στις ΗΠΑ, 16,9% στο Ηνωμένο Βασίλειο και 19,8% στη Γερμανία.
Οι υψηλοί δασμοί σε ορισμένες εισαγωγές γεωργικών προϊόντων σημαίνουν επίσης ότι τα εγχώρια παραγόμενα τρόφιμα, όπως το γάλα και το τυρί, έχουν προτιμητέες τιμές και επηρεάζονται λιγότερο από τις κινήσεις στις παγκόσμιες αγορές τροφίμων. Αυτό, με τη σειρά του, έχει συμβάλει στην τόνωση της οικονομίας της χώρας.
«Προσπαθούμε να αγοράζουμε όσο το δυνατόν περισσότερο ελβετικά, αλλά ακόμη και περιφερειακά», δήλωσε ο Ουμπέρ. «Μακροπρόθεσμα, θέλουμε να έχουμε μια τοπική βιομηχανία που λειτουργεί».
Ο πληθωρισμός θα πέσει κάτω από το 2% έως το 2024
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ελβετοί καταναλωτές ήταν εντελώς απρόσβλητοι από τις πρόσφατες αυξήσεις των τιμών. Οι ντόπιοι που μίλησαν στο CNBC σημείωσαν μια σχετική αύξηση στην τιμή των ενοικιαζομένων κατοικιών, καθώς και σε εκείνη ορισμένων τροφίμων.
«Όταν είσαι ενοικιαστής … Νομίζω ότι αυτό είναι ίσως ένα σημείο που το κόστρος ζωής αυξάνεται λίγο», δήλωσε ένας πολίτης στο CNBC.
Ωστόσο, η Εθνική Τράπεζα της Ελβετίας δήλωσε τον Δεκέμβριο ότι βλέπει τον πληθωρισμό να μειώνεται κατά μέσο όρο στο 2,4% το 2023, πριν φθάσει στο 1,8% το 2024.
Αυτό θα ήταν κάτω από τον στόχο της τράπεζας για 2%. Παρόλα αυτά, οι οικονομολόγοι δήλωσαν ότι είναι απίθανο να βλάψει την οικονομία.
«Ακόμη και αν έχουμε ένα είδος σεναρίου ύφεσης, ο κόσμος συνεχίζει να έρχεται και αυτό, φυσικά, σταθεροποιεί τη ζήτηση», δήλωσε ο Στράουμαν, αναφερόμενος στην ελεύθερη κυκλοφορία των ανθρώπων σε όλη την Ευρώπη. «Περιμένω το ίδιο πράγμα για φέτος, το 2023 και πιθανώς και για το 2024».
Τι μπορούν να μάθουν άλλες χώρες από την Ελβετία
Το μοναδικό οικονομικό τοπίο της Ελβετίας έχει δημιουργηθεί εδώ και δεκαετίες και είναι δύσκολο για τις περισσότερες χώρες να το υιοθετήσουν. Η συναλλαγματική της πολιτική, για παράδειγμα, δεν θα μπορούσε να υιοθετηθεί από την ευρύτερη ζώνη του ευρώ, δεδομένων των διαφορετικών οικονομιών που εμπλέκονται.
Ωστόσο, ο Στράουμαν αναφέρει ότι η εθνικοποίηση της προμήθειας ενέργειας στην Ελβετία προσφέρει ένα σημαντικό μάθημα σε άλλες χώρες, ιδίως σε εκείνα τα έθνη της Ευρώπης που έκαναν μια μεγάλη στροφή προς την ιδιωτικοποίηση και τώρα πληρώνουν το τίμημα.
«Μεσοπρόθεσμα έως βραχυπρόθεσμα, αυτό ήταν μια πολύ καλή ιδέα», επισημαίνει σχολιάζοντας ιδιωτικοποίηση της παροχής ενέργειας. «Αλλά μακροπρόθεσμα αποτελεί πλήγμα και αυτό φαίνεται τώρα».
«Εκείνη την εποχή, πολλοί έλεγαν ότι οι Ελβετοί είναι πολύ συντηρητικοί», προσθέτει ο ίδιος πρόσθεσε. «Αλλά εκ των υστέρων θα έλεγα ότι ήταν μια πολύ καλή απόφαση».