Ο ορισμός της δικαιοσύνης εμπεριέχει την ίση συμμετοχή των ατόμων στα κέρδη και ζημίες ή την απόδοση στον καθένα κατ΄ αναλογία, τουτέστιν την περιορίζει κυρίως στον οικονομικό τομέα. Αυτή είναι η έννοια της διανεμητικής, δίκαιη διανομή των αγαθών και της ανταποδοτικής δίκαιη επανόρθωση και ποινή. Ως μία ιδανική σχέση ανάμεσα στα άτομα, η δικαιοσύνη υπονομεύεται από τους οικονομικούς νόμους που επιτρέπουν την εκμετάλλευση του ενός από τον άλλον. Βρίσκεται λοιπόν σε αμείλικτη σύγκρουση με την πραγματικότητα. Είναι φανερό ότι η θέση της, με όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, καθορίζεται από την πολιτική εξουσία και δεν έχει καμία σχέση με οποιαδήποτε μορφή ποσοτικής ισότητας.
Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι θεωρούσαν τη δικαιοσύνη ανώτερη όλων των αρετών. Τη θεοποίησαν και την ονόμασαν «σύνθρονον των Θεών». Στο σημερινό κόσμο της ανασφάλειας, ασυδοσίας και ατιμωρησίας ο θρόνος της δικαιοσύνης έχει διαβρωθεί. Στα αριστερά του θρόνου, πρώτη σειρά, οι νερώνειοι, στυγνοί εγκληματίες με κουκούλες ή χωρίς, για τους οποίους ισχύει ένα ιδιότυπο καθεστώς ασυλίας, με τη σιωπηρά ανοχή των τριών μορίων του Αριστοτέλους: Το «βουλευομένον» περί των κοινών, Βουλή, το «περί τας αρχάς», εκτελεστική εξουσία, και «το δικάζον», δικαιοσύνη.
Στα δεξιά οι καταδικασθέντες και φυλακισθέντες βουλευτές του ακροδεξιού κόμματος της Χρυσής Αυγής με την κατηγορία της συστάσεως εγκληματικής οργάνωσης. Οι εξ΄ αριστερών συγκάτοχοι του θρόνου πότε θα προσαχθούν ενώπιον του ανακριτή; Εύλογο, αναπάντητο ερώτημα.
Η μεγάλη επιείκεια αποτελεί μεγάλη αδικία, σύμφωνα με τη γνωστή δικανική αρχή των Λατίνων νομομαθών οι οποίοι έμειναν ονομαστοί για τη νομική τους ιδιοφυΐα.
«Η τιμωρία σωφρονίζει και δικαιότερον ποιεί τον άνθρωπο», Σωκράτης.